Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Επίσκοπος Διοκλείας Κάλλιστος Ware. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Επίσκοπος Διοκλείας Κάλλιστος Ware. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Παρασκευή 13 Ιανουαρίου 2023

"Αυθόρμητη έκφραση αγάπης"

 



«Στη μνήμη της Αικατερίνας Ν. Βουβάλη»

Κάλλιστου Ware, Επισκόπου Διοκλείας,

"Η ΠΡΟΣΕΥΧΗ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΚΕΚΟΙΜΗΜΕΝΟΥΣ"
[«Η εντός ημών Βασιλεία», εκδ. Ακρίτας]


Δεν χρειάζεται, ούτε είναι δυνατή άλλη εξήγηση ή υπεράσπιση της προσευχής για τους νεκρούς. Οι προσευχές τούτες είναι απλώς η αυθόρμητη έκφραση της μεταξύ μας  αγάπης.
Πάνω στη γη προσευχόμαστε για τους άλλους · δεν πρέπει να συνεχίσουμε να προσευχόμαστε και μετά τον θάνατό τους; Επειδή έπαψαν να υπάρχουν, πρέπει να πάψουμε κι εμείς να προσευχόμαστε γι’ αυτούς;

Ζώντες και τεθνεώτες, είμαστε όλοι μέλη της ίδιας οικογένειας· έτσι, ζώντες και νεκροί, πρέπει να μεσολαβούμε ο ένας για τον άλλον.
Στον αναστάντα  Χριστό δεν υπάρχει διαχωρισμός μεταξύ ζώντων  και νεκρών· σύμφωνα με τον π. Μακάριο Glukharev(1792-1847),  «είμαστε όλοι ζώντες  ‘‘εν Αυτώ‘’, γιατί σ’ Αυτόν δεν υπάρχει θάνατος».

Ο φυσικός θάνατος δεν μπορεί να διαρρήξει τους δεσμούς της αμοιβαίας αγάπης και της αμοιβαίας προσευχής, που μας ενώνουν όλους μας σ’ ένα ενιαίο Σώμα.
Φυσικά δεν καταλαβαίνουμε πώς ακριβώς οι προσευχές μας ευεργετούν τους νεκρούς.
Ούτε όμως, μπορούμε να εξηγήσουμε, όταν προσευχόμαστε για ανθρώπους που ζουν ακόμη, πως η προσευχή μας τους βοηθά.

Από προσωπική πείρα ξέρουμε πως η προσευχή για τους άλλους είναι αποτελεσματική, και έτσι συνεχίζουμε να την ασκούμε.
Όμως, είτε προσφέρεται για τους ζωντανούς είτε για τους πεθαμένους, η προσευχή λειτουργεί κατά τρόπο που παραμένει μυστηριώδης.
Είμαστε ανίκανοι να ερευνήσουμε την ακριβή αλληλεπίδραση ανάμεσα στην πράξη της προσευχής, την ελεύθερη βούληση του άλλου ανθρώπου, και τη Χάρη και πρόγνωση του Θεού.

Όταν προσευχόμαστε για τους κεκοιμημένους, μας αρκεί να ξέρουμε πως η αγάπη τους για τον Θεό διαρκώς αναπτύσσεται, κι έτσι χρειάζονται την υποστήριξή μας.
Τα υπόλοιπα  ας τα αφήσουμε στον Θεό.

Αν όντως πιστεύουμε πως διαθέτουμε μια συνεχή και αδιάσπαστη κοινωνία με τους νεκρούς, τότε πρέπει να μιλάμε γι’ αυτούς, όσο είναι δυνατόν, στον ενεστώτα και όχι στον αόριστο. Δεν θα λέμε, «αγαπιόμασταν», «μου ήταν τόσο αγαπητή», «ήμασταν τόσο ευτυχισμένοι μαζί».
Θα λέμε: «Αγαπιόμαστε –τώρα περισσότερο από πριν, «μου είναι αγαπητή όπως πάντα», «είμαστε  τόσο ευτυχισμένοι μαζί».

Υπάρχει μια Ρωσίδα στην ορθόδοξη κοινότητα της Οξφόρδης, που δεν της αρέσει καθόλου να την αποκαλούν χήρα. Αν και ο σύζυγός της έχει πεθάνει εδώ και πολλά χρόνια, εκείνη επιμένει: «Είμαι η σύζυγός  του, όχι η χήρα του».
Και έχει δίκαιο.
Μαθαίνοντας να μιλάμε για τους νεκρούς χρησιμοποιώντας  ενεστώτα και όχι αόριστο, μπορεί να βοηθηθούμε σε ένα πρόβλημα που πολλές φορές προκαλεί άγχος στους ανθρώπους.

Πολύ εύκολα συμβαίνει να αναβάλλουμε τη συμφιλίωση με κάποιον από τον οποίον έχουμε αποξενωθεί, και ο θάνατος παρεμβαίνει πριν συγχωρέσει ο ένας τον άλλον.
Μας πειράζουν τότε οι τύψεις και λέμε: «Πολύ αργά, πολύ αργά, η ευκαιρία χάθηκε για πάντα· δεν μπορεί πια να γίνει τίποτα».
Αλλά κάνουμε λάθος, επειδή ποτέ δεν είναι πολύ αργά.
Αντιθέτως, μπορούμε να επιστρέψουμε στο σπίτι μας, και στη βραδινή μας προσευχή να μιλήσουμε άμεσα στον νεκρό φίλο μας από τον οποίο είχαμε αποξενωθεί.

Μπορούμε να ζητήσουμε τη συγγνώμη του και να επιβεβαιώσουμε την αγάπη μας, χρησιμοποιώντας τις ίδιες λέξεις που θα χρησιμοποιούσαμε αν ήταν  ακόμη ζωντανός και βρισκόμασταν πρόσωπό με πρόσωπο.
Και απ’ εκείνη τη στιγμή η σχέση μας θα έχει αλλάξει.
Αν και δεν βλέπουμε τα πρόσωπά τους,  ούτε ακούμε τις απαντήσεις τους, όμως γνωρίζουμε βαθιά στην καρδιά μας πως εμείς κι εκείνοι έχουμε κάνει μια καινούρια αρχή.

Ποτέ δεν είναι αργά για να ξεκινήσουμε πάλι.

 

ΑΡΧΑΓΓΕΛΩΝ ΤΟΠΟΣ

2φΑ

                                               

Κυριακή 27 Νοεμβρίου 2022

"Επίγνωση του Θεού "

 



Καλλιστος Ware - Περί προσευχής

           
Ήταν ένας γεράκος που συνήθιζε να περνά κάθε μέρα πολλή ώρα μέσα στην εκκλησία.
Οι φίλοι του τον ρώτησαν. «Μα τι κάνεις;».
«Προσεύχομαι», είπε εκείνος. «Θα πρέπει να ᾽χεις πολλά να ζητήσεις απ’ τον Θεό».
«Δεν ζητώ τίποτε από τον Θεό».
«Και τι κάνεις τόσες ώρες στην εκκλησία;». Κι ο γέροντας απάντησε:
«Απλώς κάθομαι και Τον κοιτάζω. Κι ο Θεός κοιτάζει εμένα».

- Στα δώδεκα χρόνια μου, μου φάνηκε μάλλον καλός αυτός ο ορισμός της προσευχής.
Απλώς κάθομαι και κοιτάζω τον Θεό και με κοιτάζει κι Αυτός.

Προσευχή δεν σημαίνει κατ’ ανάγκην ότι ζητώ πράγματα, παρόλο που μπορεί να είναι κι αυτό. Ούτε σημαίνει ότι χρησιμοποιώ οπωσδήποτε λέξεις.
Βασικά, προσευχή σημαίνει «επίγνωση του Θεού».

Ο άγιος Γρηγόριος Νύσσης μιλά για την προσευχή με την έννοια της παρουσίας.
Επίγνωση του Θεού.
Συνειδητοποιώ ότι είμαι μέσα στον Θεό κι ο Θεός είναι μέσα μου.
Και αυτό τα περικλείει όλα.

Γι’ αυτό και ο Απόστολος λέει: «Ἀδιαλείπτως προσεύχεσθε».
Είναι κάτι που ενυπάρχει σε οτιδήποτε άλλο κάνω – μια αίσθηση, ότι ο Θεός είναι μαζί μας. Έτσι, η προσευχή δεν είναι μια χωριστή δραστηριότητα, αλλά κάτι που μπορεί να συνυφανθεί με όλη τη ζωή μας.

 

ianos

vb - πΧ - 2fA

                                                               

Τετάρτη 28 Σεπτεμβρίου 2022

"Αμφίδρομη σχέση "

 



Κάλλιστος Ware  -  Είμαι κι εγώ ένας αμαρτωλός, όπως εσύ
[Επταήμερο αφιέρωμα από την "Ποιμαντική Σκέψη" -4]


Ο εξομολόγος, έχοντας την εξουσία να δένει και να λύνει, να στερεί ή να παρέχει την άφεση, έχοντας την ελευθερία να αποφασίσει για τη συμβουλή που θα δώσει ή το θεραπευτικό επιτίμιο που θα επιλέξει, επωμίζεται βαριά ευθύνη.
Παρ' όλα αυτά, ο ρόλος του είναι περιορισμένος. 

Η εξομολόγηση, όπως έχουμε ήδη επισημάνει, γίνεται στον Θεό, κι όχι στον ιερέα· και είναι ο Θεός που παρέχει την άφεση.
«Είμαι μόνο ένας μάρτυρας», λέγει ο ιερέας· και με ακόμη μεγαλύτερη σαφήνεια, τούτο εκφράζεται στην παράφραση του αγίου Τύχωνα, «είμαι κι εγώ ένας αμαρτωλός, όπως εσύ».

Αν ο ιερέας, κατά την ώρα της άφεσης, όταν Θέτει το χέρι του στο κεφάλι του εξομολογούμενου, βρίσκεται ως ένα βαθμό «εις τόπον Θεού», ωστόσο, κατά την διάρκεια της εξομολόγησης, βρίσκεται στο πλευρό του εξομολογούμενου, ως συν-εξομολογούμενος και ο ίδιος, όντας «ένας αμαρτωλός όπως εσύ», ο οποίος έχει κι αυτός ανάγκη της θείας συγγνώμης.

Υπάρχει, πράγματι, μια αμφίδρομη σχέση ανάμεσα στον ιερέα και στον εξομολογούμενο: ο πνευματικός πατέρας βοηθιέται από τα παιδιά του, όπως κι αυτά απ' εκείνον.
Ο ίδιος ο εξομολόγος πρέπει με τη σειρά του να εξομολογηθεί· κι όταν το κάνει, συνήθως βγάζει τον ιερατικό σταυρό που κρέμεται απ' τον λαιμό του.

 

πΖ – 2φΑ
                                         


Δευτέρα 26 Σεπτεμβρίου 2022

"Καθαρή προσευχή "



 

Κάλλιστος Ware  -  Η προσευχή, η πίστη μας και η Αγία Τριάδα
[Επταήμερο αφιέρωμα από την "Ποιμαντική Σκέψη" -2]


«Η προσευχή είναι δράση» (Tito Colliander).

«Τι είναι καθαρή προσευχή; Η προσευχή που είναι σύντομη σε λόγια, αλλά πλούσια σε πράξεις. Γιατί αν οι πράξεις σου δεν ξεπερνούν τις ικεσίες σου, τότε οι προσευχές σου είναι απλές λέξεις και ο σπόρος των χεριών δεν υπάρχει μέσα τους».
(Αποφθέγματα των Πατέρων της Έρημου).

Αν η προσευχή πρόκειται να μεταβληθεί σε πράξη, τότε αυτή η Τριαδική πίστη που εμποτίζει όλη την προσευχή μας, πρέπει να διακηρύσσεται στην καθημερινή μας ζωή.

Λίγο πριν απαγγείλουμε το «Πιστεύω» στην Ευχαριστιακή Λειτουργία, λέμε αυτά τα λόγια: «Αγαπήσωμεν αλλήλους, ίνα εν ομονοία ομολογήσωμεν, Πατέρα Υιόν και Άγιον Πνεύμα, Τριάδα ομοούσιον και αχώριστον».
Σημειώστε τη λέξη «ίνα».
Μία γνήσια ομολογία πίστης στον Τριαδικό Θεό μπορεί να γίνει μόνο από εκείνους, που ακολουθώντας το παράδειγμα της Τριάδος, δείχνουν αμοιβαία αγάπη μεταξύ τους.
Υπάρχει μία αναπόσπαστη σχέση ανάμεσα στην αγάπη του ενός για τον άλλο και στην πίστη μας στην Τριάδα· η πρώτη είναι προϋπόθεση για την δεύτερη, και με τη σειρά της η δεύτερη δίνει απόλυτη δύναμη και νόημα στην πρώτη.

Φτιαγμένοι κατ' εικόνα του Τριαδικού Θεού, οι άνθρωποι καλούνται να αναπαράγουν στη γη το μυστήριο της αμοιβαίας αγάπης, που η Τριάς βιώνει στον ουρανό.
Και αυτή είναι η κλήση όχι μόνο των μοναχών, αλλά του καθενός.
Κάθε κοινωνική μονάδα, — η οικογένεια, το σχολείο, το εργοστάσιο, η ενορία, η καθολική Εκκλησία — πρέπει να γίνει μια εικόνα της Τριάδος.
Επειδή ξέρουμε ότι ο Θεός είναι τρεις σε ένα, ο καθένας μας είναι ταγμένος να ζει με θυσία μέσα στον άλλο και για τον άλλο· ο καθένας είναι ταγμένος αμετάκλητα σε μια ζωή πρακτικής υπηρεσίας, ενεργητικής συμπάθειας.

Η πίστη μας στην Τριάδα μας υποχρεώνει να παλεύουμε σε κάθε επίπεδο, από το αυστηρά προσωπικό ως το καλύτερα οργανωμένο, αντίθετα σ' όλες τις μορφές καταπίεσης, αδικίας και εκμετάλλευσης.
Στη μάχη μας για κοινωνική δικαιοσύνη και «ανθρώπινα δικαιώματα», ενεργούμε ιδιαίτερα στο όνομα ης Αγίας Τριάδος.

 

πΖ - 2φΑ

                                    

Κυριακή 25 Σεπτεμβρίου 2022

"Προσωπικό ταξίδι "

 



Μητροπ. Κάλλιστος Ware  -  Μια απουσία και μια παρουσία
[Επταήμερο αφιέρωμα από την "Ποιμαντική Σκέψη" -1]

Θυμάμαι με ακρίβεια πότε άρχισε το προσωπικό μου ταξίδι στην Ορθοδοξία.
Συνέβη εντελώς απροσδόκητα, ένα Σάββατο απόγευμα, καλοκαίρι του 1952, όταν ήμουν δεκαεφτά ετών.
Περπατούσα στην οδό Buckingham Palace, κοντά στον σιδηροδρομικό σταθμό Βικτόρια, στο κεντρικό Λονδίνο, όταν πέρασα έξω από μια γοτθική εκκλησία τον 19ου αιώνα, μεγάλη και σχετικά ερειπωμένη, την οποία ποτέ πριν δεν είχα προσέξει. Δεν υπήρχε έξω κανένας πίνακας ανακοινώσεων· οι δημόσιες σχέσεις ποτέ δεν υπήρξαν το ισχυρό σημείο της Ορθοδοξίας στον Δυτικό κόσμο!
Αλλά θυμάμαι πως υπήρχε μια μπρούντζινη πλάκα που έγραφε απλώς «Ρωσική Εκκλησία».

Μόλις μπήκα στον Άγιο Φίλιππο - έτσι λεγόταν η εκκλησία-, στην αρχή νόμισα πως ήταν εντελώς άδεια. Έξω στον δρόμο είχε μια καταπληκτική λιακάδα, αλλά μέσα η εκκλησία ήταν δροσερή, σπηλαιώδης και σκοτεινή.
Μόλις το μάτια μου συνήθισαν στο σκοτάδι, το πρώτο πράγμα που πρόσεξα ήταν η απουσία στασιδιών. Ούτε καρέκλες υπήρχαν σε κανονικές σειρές.
Μπροστά μου απλωνόταν η πλατιά και άδεια επιφάνεια τον γυαλιστερού πατώματος.

Κατόπιν αντιλήφθηκα πως η εκκλησία δεν ήταν εντελώς άδεια.
Σκορπισμένοι στο κεντρικό και στα πλάγια κλίτη βρίσκονταν μερικοί πιστοί, οι περισσότεροι ηλικιωμένοι. Στους τοίχους υπήρχαν εικόνες, με τα καντήλια να τρεμοφέγγουν μπροστά τους, και στην ανατολική άκρη μπροστά στο τέμπλο έκαιγαν κεριά.
Κάπου, χωρίς να φαίνεται, έψελνε ένας χορός. Σε λίγο ένας διάκονος βγήκε από το ιερό και προχώρησε γύρω στην εκκλησία θυμιάζοντας τις εικόνες και τους ανθρώπους.
Πρόσεξα πως τα χρυσοϋφαντά άμφια του ήταν παλιά και λίγο σχισμένα.

Η αρχική μου εντύπωση του άδειου, αίφνης αντικαταστάθηκε από μια συντριπτική αίσθηση παρουσίας. Αισθανόμουν πως η εκκλησία, όχι μόνο δεν ήταν άδεια, αλλά αντίθετα ήταν γεμάτη από αναρίθμητους αόρατους πιστούς, που με περιέβαλλαν απ' όλες τις πλευρές.
Διαισθητικά συνειδητοποίησα πως εμείς, το ορατό εκκλησίασμα, ήμασταν μέρος ενός πολύ ευρύτερου συνόλου, και πως καθώς προσευχόμασταν, επιδιδόμασταν σε μια πράξη που μας ξεπερνούσε κατά πολύ, σε μια αδιαίρετη, οικουμενική γιορτή που ένωνε τον χρόνο με την αιωνιότητα, τα κάτω πράγματα με τα άνω.

Έφυγα από την εκκλησία πριν τελειώσει η ακολουθία.
Βγαίνοντας στο φως, δυο πράγματα με κατέλαβαν εξ απήνης.
Κατ' αρχάς, διαπίστωσα ότι δεν είχα ιδέα για το πόσο είχα μείνει μέσα.
Δεν μπορούσα να πω αν ήταν μόνο είκοσι λεπτά ή δυο ώρες.
Είχα ζήσει σε ένα επίπεδο, στο οποίο ο χρόνος τον ρολογιού δεν είχε καμιά σημασία.
Δεύτερον, όταν βγήκα έξω στο πεζοδρόμιο, ο βρυχηθμός της κυκλοφορίας του Λονδίνου με κατάπιε μεμιάς σαν ένα τεράστιο κύμα.
Ο θόρυβος πρέπει να ακουγόταν και μέσα στην εκκλησία, αλλά δεν τον είχα προσέξει.
Βρισκόμουν σε έναν άλλο κόσμο, όπου ο χρόνος και η κίνηση τον δρόμου δεν είχαν καμιά σημασία -ένας κόσμος περισσότερο πραγματικός, θα έλεγα περισσότερο στερεός- από αυτόν του Λονδίνου τον εικοστού αιώνα, στον οποίο είχα απότομα τώρα επιστρέψει.



πΖ - 2φΑ

                                       

Κυριακή 18 Σεπτεμβρίου 2022

"Προσευχή και σιωπή "

 



-  Μητροπολίτη Διοκλείας Κάλλιστου Ware


Έχει σοφά ειπωθεί από έναν Ορθόδοξο συγγραφέα στη Φινλανδία,
«Όταν προσεύχεσαι, εσύ ο ίδιος οφείλεις να σιωπάς…
Εσύ ο ίδιος οφείλεις να σιωπάς· άφησε να μιλήσει η προσευχή σου».

Το να πετύχεις τη σιωπή, είναι το πιο δύσκολο, το πιο αποφασιστικό απ’ όλα τα πράγματα στην τέχνη της προσευχής.
Η σιωπή δεν είναι απλώς αρνητική-μία παύση δηλαδή ανάμεσα στις λέξεις, μια χρονική διακοπή, του λόγου – αλλά, όταν την καταλάβουμε σωστά, είναι πολύ θετική: είναι μια στάση προσεχτικής εγρήγορσης, επαγρύπνησης και πάνω απ’ όλα προσοχής ν’ ακούσουμε…

Ο ησυχαστής, δηλαδή ο άνθρωπος που έχει πετύχει την ησυχία, την εσωτερική ηρεμία ή σιωπή, είναι ο κατ’ εξοχήν προετοιμασμένος ν’ ακούει.
Ακούει την φωνή της προσευχής μέσα στη δική του καρδιά και καταλαβαίνει ότι αυτή η φωνή δεν είναι η δικιά του, αλλά κάποιου Άλλου που μιλάει μέσα του.

Η σχέση ανάμεσα στην προσευχή και στη σιωπή θα γίνει πιο κατανοητή, αν εξετάσουμε τρεις σύντομους ορισμούς,

Ο πρώτος ορισμός, που προέρχεται από έναν Ρώσο στάρετς του περασμένου αιώνα, είναι πολύ λιγότερο εξωτερικός.
«Στην προσευχή», λέγει ο επίσκοπος Θεοφάνης ο Ερημίτης (1815-94), «το πρωταρχικό είναι να σταθείς μπροστά στον Θεό με τον νου στην καρδιά, και να συνεχίζεις να στέκεσαι μπροστά Του ακατάπαυστα μέρα και νύχτα, μέχρι το τέλος της ζωής σου»,

Η προσευχή σύμφωνα μ’ αυτόν τον ορισμό, δεν σημαίνει απλώς να κάνουμε ορισμένες «ιερές αιτήσεις»· και μπορεί να πραγματοποιηθεί χωρίς τη χρήση οποιωνδήποτε λέξεων.
Δεν είναι τόσο μια στιγμιαία ενέργεια, όσο μία συνεχής κατάσταση.

Να προσεύχεσαι σημαίνει να στέκεσαι μπροστά στον Θεό, να έρχεσαι σε άμεση και προσωπική σχέση με Αυτόν, είναι να γνωρίζεις σε κάθε επίπεδο της ύπαρξής σου, από το ενστικτώδες μέχρι το διανοητικό, από το υπό- μέχρι το υπέρ-συνείδητο, ότι υπάρχεις μέσα στον Θεό και Αυτός είναι εντός σου.

Για να επιβεβαιώσουμε και να βαθύνουμε τις διαπροσωπικές μας σχέσεις με τους άλλους ανθρώπους, δεν χρειάζεται να θέτουμε συνεχώς αιτήματα ή να χρησιμοποιούμε λέξεις· όσο πιο καλά γνωρίζουμε και αγαπάμε ο ένας τον άλλο, τόσο πιο λίγο έχουμε ανάγκη από λόγια για να συνεννοούμαστε…

Το ίδιο ακριβώς συμβαίνει και στην προσωπική μας σχέση με τον Θεό.

Εδώ δίδεται έμφαση κυρίως σ’ αυτό που κάνει ο άνθρωπος, παρά σ’ αυτό που κάνει ο Θεός. Αλλά στην προσωπική σχέση της προσευχής, εκείνος που παίρνει την πρωτοβουλία και του οποίου η ενέργεια είναι θεμελιακή, είναι ο ουράνιος σύντροφος και όχι ο άνθρωπος,

Αυτό φαίνεται καθαρά στον δεύτερο ορισμό, παρμένο από τον Άγιο Γρηγόριο τον Σιναΐτη
(† 1346). Σε ένα σύνθετο χωρίο, όπου το ένα επίπεδο ακολουθεί το άλλο, καθώς ο συγγραφέας προσπαθεί να περιγράψει την αληθινή ουσία της εσωτερικής προσευχής, τελειώνει ξαφνικά με απροσδόκητη απλότητα:
«Γιατί μακρυλογούμε; Προσευχή είναι ο Θεός, που κατεργάζεται όλα τα πράγματα σε όλους τους ανθρώπους».

Προσευχή είναι ο Θεός –όχι δηλαδή κάτι που εγώ αρχίζω, αλλά κάτι στο οποίο συμμετέχω– πρώτιστα δεν είναι κάτι που εγώ κάνω, αλλά κάτι που ο Θεός κάνει μέσα μου: κατά την ρήση του Απ. Παύλου, «ζω δε ουκέτι εγώ, ζη δε εν εμοί Χριστός» (Γαλ. β΄, 20),


[Αναδημοσίευση από την Πεμπτουσία,  «Προσευχή και σιωπή»]

 

ΑΡΧΑΓΓΕΛΩΝ ΤΟΠΟΣ

2φΑ

                                                                       

Κυριακή 9 Σεπτεμβρίου 2018

"Η ουσία του Αγίου Όρους '





Άγιον Όρος και Φιλοκαλία (Τζέραλντ Πάλμερ)
-  Επίσκοπος Διοκλείας Κάλλιστος Ware


….   Στο Χιλανδάρι, μετά από δουλειά ολόκληρης μέρας πάνω στην Φιλοκαλία, συχνά καθόμασταν κατά το ηλιοβασίλεμα σ’ ένα εξωτερικό μπαλκόνι, ακούγοντας την εκπληκτική μουσική των βατράχων στη λίμνη παρακάτω.
Αυτό μου έφερνε στο μυαλό το ανέκδοτο που κυκλοφορεί στο Άγιον Όρος, για τους μοναχούς εκείνους, των οποίων η πρωινή προσευχή διαταρασσόταν από τον θόρυβο που έκαναν τα βατράχια στη στέρνα έξω από το παρεκκλήσι τους.

Ο πνευματικός πατέρας του κελιού βγήκε έξω, λένε, και τους μίλησε αυστηρά:
«Βάτραχοι, μήπως θα μπορούσατε να σταματήσετε τον θόρυβο;
Μόλις τελειώσαμε το Μεσονυκτικό και ετοιμαζόμαστε να ξεκινήσουμε τον Όρθρο. 
Σας παρακαλώ να περιμένετε μέχρις ότου τελειώσει».
Σ’ αυτό οι βάτραχοι απάντησαν:
«Θα σας πείραζε να κάνετε εσείς, λίγη ησυχία;
Μόλις τελειώσαμε τον Όρθρο και πρόκειται να ξεκινήσουμε την Πρώτη Ώρα.
Σας παρακαλούμε, περιμένετε μέχρι να την τελειώσουμε!»

Η αίσθηση που είχε ο Τζέραλντ για την εγγύτητα του Αιώνιου σε κάθε μέρος του Όρους, επέστρεψε μια μέρα καθώς περπατούσαμε μαζί από τη Δάφνη στις Καρυές. 
Ξαφνικά σταμάτησε και έδειξε ένα λιβάδι στα δεξιά μας.
Το αποκάλεσε «Χωράφι της Παναγίας».
Σε κάθε γενιά, του είχε πει ο πατήρ Νίκων, η Παναγία φανερώνεται σε ένα διαφορετικό μέρος του αγίου Όρους. και η πιο πρόσφατη εμφάνισή της υπήρξε σ’ αυτό το λιβάδι.
Αναμφίβολα σήμερα θα έχει εμφανιστεί σε άλλο μέρος του Όρους.

Ο Τζέραλντ αγαπούσε τα μοναστικά κτήρια, τις εικόνες, την ανθρώπινη παρουσία των μοναχών, την συνεχώς ανανεούμενη ακολουθία της λειτουργικής προσευχής. 
Αλλά όλα αυτά αποκτούσαν το πλήρες νόημα στα μάτια του, λόγω της ιερότητας του ίδιου του Όρους.

Ένα δεύτερο πράγμα που ο Τζέραλντ μου έμαθε να αισθάνομαι και να γνωρίζω πιο άμεσα, ήταν η ησυχία του αγίου Όρους, η δημιουργική του σιωπή.
Με τον όρο «ησυχία» δεν εννοώ μια απόλυτη απουσία ήχου, επειδή φυσικά υπάρχουν πάντα πολλοί ήχοι στο Όρος: ήχους παράγουν οι άνεμοι και η θάλασσα, τα πουλιά και τα έντομα, τα σήμαντρα, οι καμπάνες και η ψαλμωδία.
Αλλά όλοι αυτοί οι ήχοι ξεχωρίζουν από ένα πανταχού παρόν βάθος σιωπής - μια σιωπή που δεν αποτελεί ένα κενό, αλλά μια πληρότητα, που δεν είναι μια απουσία, αλλά μια προσωπική παρουσία: «σχολάσατε καὶ γνῶτε ὅτι ἐγώ εἰμι ὁ Θεός·»
(Ψαλμός 46:10).

Η ΗΣΥΧΙΑ ΚΑΛΥΠΤΕΙ ΤΟ ΑΓΙΟΝ ΟΡΟΣ

Ήταν μεσημέρι της 6ης Αυγούστου 1968.
Το μοτόρι από τη Δάφνη σταμάτησε στον αρσανά της Σιμωνόπετρας.
Δεν αποβιβάστηκε κανείς άλλος, και έτσι μετά από ένα φιλικό χαιρετισμό με τον μοναχό που στεκόταν στην προβλήτα, άρχισα να ανεβαίνω μόνος μου το απόκρημνο μονοπάτι καθώς το μοτόρι συνέχιζε τον δρόμο του νότια.
Μετά από περίπου είκοσι λεπτά, έφτασα στο σημείο, όπου το μονοπάτι από τη μονή Γρηγορίου ενώνεται με αυτό από τα δεξιά.
Εδώ στη διασταύρωση υπάρχει ένα προσκυνητάρι με έναν σταυρό και πέτρινα καθίσματα κάτω από τη σκιά μιας στέγης· από τις ανοιχτές πλευρές του μικρού κτηρίου έχει κανείς μια θαυμάσια θέα της θάλασσας μέχρι την επόμενη χερσόνησο.
Αφού προσκύνησα τον σταυρό, κάθισα στη σκιά και κοίταζα προς την θάλασσα, αφουγκραζόμενος την σιωπή.

Τα πάντα ήταν σιωπηλά.
Αμέσως ένιωσα ότι τώρα επιτέλους βρισκόμουν στο άγιον Όρος, και ευχαρίστησα τον Θεό, που για άλλη μία φορά μου έδωσε αυτό το τεράστιο προνόμιο.
Αυτή η ησυχία, αυτή η σιωπή βρίσκεται παντού, διαπερνά τα πάντα, είναι η ίδια η ουσία του Αγίου Όρους.
Ο απόμακρος ήχος ενός καϊκιού χρησιμεύει μόνο για να τονίσει την ένταση της ησυχίας. το ξαφνικό θρόισμα της σαύρας ανάμεσα στα ξερά φύλλα, o παφλασμός ενός βατράχου που πέφτει σε μια στέρνα, είναι δυνατοί και καθαροί ήχοι, οι οποίοι απλώς υπογραμμίζουν την βαθιά ησυχία.

Συχνά καθώς περπατάς σε μεγάλα κομμάτια ερημιάς που αποτελεί το μεγαλύτερο μέρος αυτής της ιερής γης, ακολουθώντας μονοπάτια, όπου η κάθε πέτρα αποπνέει προσευχές, είναι αδύνατο να ακούσεις οποιοδήποτε ήχο.
Ακόμη και στα καθολικά των μοναστηριών, όπου η σιωπή βαθαίνει μέσα στο σκοτάδι, μέσα στο κάλλος και στην ιερή ποιότητα του χώρου, φαίνεται ότι η ανάγνωση και η ψαλμωδία των ιερέων και των μοναχών μέσα στον ατέλειωτο ρυθμό του νυχθημέρου τελετουργικού τους, δεν είναι τίποτα περισσότερο από μία λεπτή άκρη ενός απέραντου ωκεανού σιωπής.

Αλλά αυτή η ησυχία, αυτή η σιωπή, είναι κάτι πολύ περισσότερο από μια απλή απουσία ήχου.
Διαθέτει μια θετική ποιότητα, μια ποιότητα πληρότητας, πλησμονής, την αιώνια Ειρήνη που καθρεφτίζεται στο πέπλο της Παναγίας, το οποίο περιβάλλει και προστατεύει το Άγιον Όρος, προσφέροντας εσωτερική σιωπή, την ειρήνη της καρδιάς, σ’ εκείνους που κατοικούν εκεί και σ’ όλους όσοι προσέρχονται με ανοικτή καρδιά, αναζητώντας αυτή την ευλογία.
Ας είναι ευλογημένοι όσοι φυλάσσουν εδώ αυτή την ειρήνη ή την μεταφέρουν στον τόπο τους, ως ένα διαρκές δώρο της χάριτος.



antifono – [2fA]