Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα π. Θεμιστοκλής Μουρτζανός. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα π. Θεμιστοκλής Μουρτζανός. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Δευτέρα 25 Μαρτίου 2019

"Η Ελευθερία της υπέρβασης "





π. Θεμιστοκλής Μουρτζανός  -  Ελευθερία και φόβος..


Η εθνική και θρησκευτική επέτειος της 25ης Μαρτίου μας καλεί να προβληματισθούμε σε μία εσωτερική κατάσταση που διέπει τον άνθρωπο.
Πρόκειται για τον φόβο και την υπέρβασή του.
Ο φόβος για την ισχύ των όπλων, αλλά και των κοινωνικών νόμων.
Ο φόβος για τον εαυτό μας, τη ζωή μας, την αυτάρκειά μας, ο φόβος για τον θάνατο ή την κοινωνική περιφρόνηση, ο φόβος της μοναξιάς εξαιτίας των επιλογών μας, ο φόβος του «να πάει κανείς αντίθετα στο ρεύμα», είναι πολύ ισχυρές καταστάσεις στην ανθρώπινη ύπαρξη.
Και αυτός ο φόβος αποκτά και μεταφυσικές διαστάσεις, όταν συνδέεται με την συνέπεια που έχει για τον καθέναν μας η τήρηση του θελήματος του Θεού ή η απόφαση για επανάσταση εναντίον κάθε σύνεσης, συντηρητισμού, βολέματος.

Φανταζόμαστε την θέση της Υπεραγίας Θεοτόκου όταν κλήθηκε από τον Άγγελο να δεχτεί την ανατροπή της ζωής της. Να εισέλθει στη λογική της ρήξης με τους φυσικούς νόμους, καθώς δεν ήταν ύπανδρος. Στη ρήξη με το οικογενειακό της περιβάλλον, καθότι ο Ιωσήφ δεν θα δεχόταν μία εγκυμοσύνη ακατανόητη.
Την ρήξη με το κοινωνικό περιβάλλον, όπου κυριαρχούσε η λογική του παραδειγματισμού σε όσους ή όσες ξέφευγαν από τη νοοτροπία του ηθικού κατεστημένου.
Την ρήξη τελικά, με τον ίδιο της τον εαυτό, καθότι καλούνταν να αναλάβει έργο που ξεπερνά τα μέτρα ακόμη και της πιο κεχαριτωμένης πνευματικά ανθρώπινης φύσης.

Η Παναγία μας, όμως, υπερέβη τα μέτρα της φύσης και τον όποιο φόβο αυτή γεννά. 
Μέσα της κυριαρχούσε η αγάπη για το Θεό.
Αυτή πρώτη βιώνει τα μετέπειτα λόγια του Ευαγγελιστή Ιωάννη:
«Φόβος ουκ έστιν εν τη αγάπη, αλλ' η τελεία αγάπη έξω βάλλει τον φόβον και ημείς αγαπώμεν αυτόν, ότι αυτός πρώτος ηγάπησεν ημάς» (Α' Ιωάν., 4, 18-19).
Η Παναγία είναι η πρώτη που βιώνει την τέλεια αγάπη του Θεού και είναι η πρώτη που ανταποκρίνεται υπαρξιακά, οντολογικά σ' αυτήν.

Και κάνει την υπέρβασή της, την μεγαλύτερη επανάσταση στην ανθρώπινη ιστορία, να γίνει μητέρα του Θεού.
Για να φτάσει όμως η Παναγία στον τρόπο αυτό, προηγήθηκε η πνευματική ζωή της παραμονής εν τω Ναώ, της ανατροφής στα Άγια των Αγίων, η γνήσια προσωπική σχέση με τον Θεό, που οδηγεί το θέλημά της να ταυτιστεί με το θέλημα του Θεού. 
Είναι τελικά η εσωτερική ελευθερία από τα πάθη και τα συμφέροντα, που χαρίζει στον άνθρωπο την αιώνια ελευθερία και τον καθιστά γέφυρα που μετάγει «εκ γης προς ουρανόν».

Παρόμοια, και ο δικός μας εθνικοαπελευθερωτικός αγώνας της Επανάστασης του 1821 αποτελεί ανατροπή στους νόμους της Ισχύος και της Εξουσίας, στους νόμους του βολέματος και της αυτάρκειας.
Αποτελεί υπέρβαση του φόβου για τον θάνατο, την στέρηση των αγαπημένων προσώπων και των αγαθών που μας ανήκουν, της συνετής δειλίας που καθιστά τον άνθρωπο δούλο ο οποίος αναζητεί άλλοθι για την κατάστασή του στην αδυναμία της φύσης του.
Είναι καρπός μιας γόνιμης τρέλας, η οποία πηγάζει από την αγάπη προς αξίες που είναι μοναδικές, όπως η πίστη στον Θεό, η ελευθερία, η αίσθηση της διαφορετικότητας, που η Ιστορία, η γλώσσα, η παράδοση δίνουν.

Τα δύο αυτά γεγονότα αποτελούν παράδοξα για την εποχή μας.
Κυρίαρχη νοοτροπία σήμερα είναι ο φόβος.
Η νοοτροπία του συμβιβασμού και η άρνηση να υπερβούμε τα δικαιώματά μας χάριν της γνήσιας ελευθερίας.
Από μικροί καλλιεργούμαστε, όχι στην σχέση με τον Θεό, που οδηγεί στην εν ελευθερία υπακοή στο θέλημα της αγάπης Του για μας, αλλά στη σχέση με τον κόσμο που μας καθιστά υπηκόους της αμαρτίας, του εγωισμού, του καταναλωτισμού, των προκαθορισμένων επιλογών.
Και όταν έρθει η ώρα να πάρουμε μεγάλες αποφάσεις για τη ζωή μας, μένουμε στον συμβιβασμό με το βόλεμά μας, φοβόμαστε να έρθουμε σε ρήξη με όλα τα κατεστημένα, κυρίως αυτά που μας γεμίζουν θάνατο, διότι μας καθιστούν ανίκανους να αγαπήσουμε.

Ελεύθερος άνθρωπος είναι ο υπεύθυνος.
Αυτός που δεν φοβάται το κόστος για τις επιλογές του, αλλά γίνεται ηγέτης, τόσο της ζωής του, όσο και των άλλων.
Και τότε αλλάζει η προσωπική του ιστορία, γιατί δεν είναι ένας ακόμη αριθμός στη λίστα της μάζας, αλλά αυτός που αγαπά τον γνήσιο τρόπο ζωής, αυτός που αγωνίζεται να ομοιάσει στον Θεό ως προς την ελευθερία, που βιώνει μία άλλη σχέση με τον κόσμο.
Και τότε το παράδοξο γίνεται η πραγματικότητα της πίστης και της ψυχής.
Αυτών που μας λείπουν, για να μην είμαστε δούλοι των συστημάτων ή του ίδιου του εαυτού μας.



ieradeisis – [2φΑ]



Τετάρτη 4 Απριλίου 2018

"Η ελευθερία της ταπείνωσης "





Από το "ΟΔΟΙΠΟΡΙΚΟ ΣΤΗΝ ΜΕΓΑΛΗ ΕΒΔΟΜΑΔΑ"
-  του Πρωτ. Θεμιστοκλέους Μουρτζανού

Εσπέρα της Μεγάλης Τετάρτης


….  Στα καθίσματα του Όρθρου της Μεγάλης Πέμπτης, ψάλλουμε:
«Ο λίμνας και πηγάς και θαλάσσας ποιήσας,
ταπείνωσιν εκπαιδεύων αρίστην,
λεντίω ζωννύμενος μαθητών πόδας ένιψε,
ταπεινούμενος υπερβολή ευσπλαχνίας».
Ο Δημιουργός του κόσμου ταπεινώνεται από την υπερβολική ευσπλαχνία Του για μας, αλλά και μας διδάσκει την άριστη οδό της ταπείνωσης.

Η βασικότερη αμαρτία του ανθρώπου είναι ο εγωισμός.
Αυτός οδηγεί τον άνθρωπο στην εμπάθεια, αυτός δηλητηριάζει τις ανθρώπινες σχέσεις, καθώς δεν επιτρέπει την υποχώρηση και τη θυσία, αυτός οδηγεί στη ρήξη της αγάπης, αυτός βάζει τον άνθρωπο να θεωρεί τον εαυτό του θεό στη θέση του Θεού.

Όταν μιλούμε για τον εγωισμό βέβαια, δεν εννοούμε ό,τι διαφοροποιεί τον άνθρωπο από τους άλλους, την έννοια του «εγώ» και της προσωπικότητας.
Εννοούμε την υπερτροφική ανάπτυξη αυτού του «εγώ», την άρνηση δηλαδή του ανθρώπου να ισορροπήσει στις σχέσεις του με τους άλλους, να συνειδητοποιήσει ότι η αγάπη είναι αυτή που εξασφαλίζει την αρμονία, ότι αν θυσιάζουμε την δική μας απόλαυση, την δική μας επιβολή στους άλλους, αν μάθουμε να ακούμε τους άλλους, αν μάθουμε να απλώνουμε το χέρι στους άλλους, αν μάθουμε να αφήνουμε το θέλημά μας κατά μέρος, τότε ζούμε την πραγματική ελευθερία.

Κι αυτή η ελευθερία βιώνεται μόνο μέσα από την ταπείνωση.
Ταπείνωση σημαίνει υπακοή στο θέλημα του Θεού, γιατί ξέρουμε ότι Αυτός μας αγαπά. 
Ταπείνωση σημαίνει αναγνώριση της αδυναμίας και της αμαρτωλότητάς μας, μπροστά στην αγαθότητα του Θεού.
Ταπείνωση σημαίνει ότι από αγάπη, θεωρούμε τον εαυτό μας πιο αδύναμο από τους άλλους, πως όσο κι αν προσπαθούμε, δεν έχουμε αναπτύξει τα χαρίσματα που ο Θεός μας εμπιστεύθηκε.
Ταπείνωση σημαίνει κατανόηση στον πόνο, τη δυσκολία και την άρνηση του άλλου να συμπλεύσει με την επιθυμία μας, σημαίνει ανοχή εν αγάπη.

Ταπείνωση είναι η γνήσια θυσία και προσφορά στον άλλο, είναι το να πλύνεις τα πόδια του, να θεραπεύσεις τις ανάγκες του, να προσφέρεσαι να τον διακονήσεις και όχι να αναμένεις ή να απαιτείς να διακονηθείς απ’ αυτόν.    
Η Εκκλησία μας προτείνει την ταπείνωση του Χριστού ως τρόπο έκφρασης της υπερβολής της αγάπης, για να ξαναβρούμε την αληθινή ελευθερία.
Γιατί ελευθερία σημαίνει να παραιτείσαι από τα δικαιώματά σου, χάριν της αγάπης προς τον άλλο. 

Κι αυτό δεν γίνεται αν ο άλλος δεν είναι μοναδικής και ανυπέρβλητης αξίας για σένα. 
Δεν γίνεται, αν ο άλλος δεν κατανοηθεί ως αυτός για τον οποίο ο Χριστός ταπεινώθηκε και σταυρώθηκε.
Αυτός που αγαπιέται από τον Χριστό, εξίσου με σένα…



poimin – [2fA]

                                                  


Σάββατο 3 Φεβρουαρίου 2018

"Καλημέρα! "




π. Θεμιστοκλής Μουρτζανός  -  Η δυσκολία μιας καλημέρας


Η απόσταση ανάμεσα στους ανθρώπους φαίνεται από την δυσκολία μιας καλημέρας. 
Αν διανοηθεί κάποιος να καλημερίσει το πρωί στο δρόμο ή στην αγορά κάποιον που δεν γνωρίζει, δεν είναι βέβαιο ότι θα λάβει απάντηση. 
Κάποιοι θα προσπεράσουν αδιάφορα, έχοντας τα ακουστικά του κινητού στ’ αυτιά τους. 
Άλλοι θα ξεστομίσουν με το ζόρι την δική τους «καλημέρα» από τυπική ευγένεια και ίσως απορήσουν. 
Πολλοί θα αναρωτηθούν για το ποιος είναι αυτός και γιατί χαιρετά. 
Αρκετοί θα προχωρήσουν με παγερότητα, δείχνοντας ότι δεν θέλουν καμία επαφή με αγνώστους.
Λίγοι θα είναι αυτοί που θα ανταποδώσουν με εγκαρδιότητα και χαρά για την έκπληξη.

Το ίδιο συμβαίνει και στον κόσμο των παιδιών. 
Ακόμη και στο σχολείο, τα παιδιά δεν χαιρετούν τους συμμαθητές τους, αλλά μόνο τους φίλους τους και αν. 
Έχουν χάσει την τυπικότητα της ευγένειας έναντι των δασκάλων και των καθηγητών τους, σαν να φοβούνται την ανοιχτή ψυχή και το χαμόγελο, και σαν να είναι σε έναν εντελώς δικό τους κόσμο. 
Απορροφημένα από τις σκέψεις τους, από την νύστα, από την βαρεμάρα του επερχόμενου μαθήματος. Κόσμος χωρίς το αίσθημα της γειτονίας, του πλησιάσματος, της συνύπαρξης από χαρά και όχι από υποχρέωση.

Και στους ναούς μας συμβαίνει το ίδιο. 
Ένα αίσθημα εξωτερικής σοβαρότητας και σεβασμού στην ιερότητα του χώρου κάνει τις καρδιές κλειστές προς τον πλησίον. 
Πάμε στον ναό για να συναντήσουμε τον Θεό και να προσευχηθούμε. 
Λησμονούμε όμως ότι κληθήκαμε να συναντούμε και την εικόνα του Θεού που είναι ο άλλος άνθρωπος. 
Και αν κατά την διάρκεια της ακολουθίας έχουμε μία δικαιολογία, ότι στην εκκλησία χρειάζεται ησυχία, στο τέλος της, όταν σπεύδουμε να πάρουμε το αντίδωρο χωρίς να χαιρετούμε τους διπλανούς μας εφόσον δεν τους γνωρίζουμε, ποια δικαιολογία άραγε υπάρχει;

Συνύπαρξη από υποχρέωση, μία από τις αρρώστιες των καιρών μας. 
Παρότι η μοντέρνα πολυπολιτισμική κουλτούρα μας ομνύει στην ετερότητα και την συνύπαρξη ανθρώπων και των λαών, με τονισμό του τι μας ενώνει και διαγραφή του τι μας χωρίζει, παλεύοντας για μία ταυτότητα και άνοστη και άγευστη, δεν ενθαρρύνει την εγκαρδιότητα και την χαρά για την παρουσία του άλλου. 
Ατομοκεντρικούς μας θέλει. Για να μην «κινδυνεύουμε» να ανοιχτούμε. 
Να αγαπήσουμε και να αγαπηθούμε. Να μοιραστούμε. 
Διότι όταν μοιράζεσαι, δίνεις και παίρνεις. 
Και ο κόσμος μας, θέλει να μας συνηθίσει μόνο να παίρνουμε.

«Μια καλημέρα είναι αυτή, πες την κι ας πέσει χάμω», λέει ένα παλιό τραγούδι. 
Για να την πούμε σημαίνει ότι η καρδιά μας έχει προσανατολιστεί στον πλησίον και όχι μόνο στο «εγώ» μας. 
Έχουμε μάθει να είμαστε ευγενικοί. Να δοξάζουμε τον Θεό για την νέα ημέρα που μας χάρισε και να θέλουμε να μοιραστούμε αυτή την χαρά της δοξολογίας. 
Και γι’ αυτό ας μην λησμονούμε  να καλημερίσουμε με μια προσευχή τον Θεό, αλλά και να χαιρετίσουμε τους ανθρώπους του σπιτιού μας, προτού ανοίξουμε την πόρτα για τις υποχρεώσεις μας. 
Να χαμογελάσουμε στον δρόμο και να καλημερίσουμε όσους μπορούμε. 
Να κοιτάξουμε στα μάτια τον άλλο. 
Να κάνουμε μία μικρή προσευχή γι’ αυτόν και τον κόσμο.

Και στον ναό ακόμη, πριν πάρουμε την θέση μας για να «βυθιστούμε» στην προσευχή, να χαιρετίσουμε τον πλησίον. 
Το ίδιο και στο τέλος. Για να γίνει η λειτουργία συνάντηση αγάπης!


[Δημοσιεύθηκε στην «Ορθόδοξη Αλήθεια» – 17 Ιανουαρίου 2018]




db – [2fA]