Δευτέρα 28 Οκτωβρίου 2019

"Φεύγουμε για το μέτωπο "





-  Από τις ΠΡΟΣΩΠΙΚΕΣ ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ του Άγγελου Τερζάκη


Φεύγουμε για το μέτωπο. Κυριακή απόγευμα ώρα 4.40'.
Όλη η κακομοίρα η Ρωμιοσύνη μας χαιρέτησε στο πέρασμα μας.
Νέοι, γέροι, γυναίκες, παιδιά. Μας στέλνουν φιλιά.
Κάνανε το σταυρό τους κι ύστερα σηκώνανε στον ουρανό τα χέρια.
Λυπάμαι τους συναδέλφους μου που δεν γνώρισαν τέτοιες στιγμές.
Τα δάκρυα, σου ’ρχονται στα μάτια.
Οι συνάδελφοι πρόσφεραν καραμέλες, τσιγάρα».

- Συναντήσαμε πρωί-πρωί ένα τραίνο με τραυματίες.
Τα παιδιά γίνονται μελαγχολικά.
Οι ελαφρά τραυματισμένοι είναι όρθιοι και μας χαιρετούνε γελώντας.
Ρωτούν τι σύνταγμα είμαστε. Ένας τους φωνάζει: «Τους φάγαμε».
Μας δίνουνε οι αξιωματικοί τη διαταγή να έχουμε τα όπλα μας γεμάτα
(ίσως, μη φανεί αεροπλάνο).

- Όλα τα πράγματα γίνονται πολύτιμα:
Ένα κομμάτι σπάγκου, ένα κομμάτι εφημερίδα, ένα σπίρτο.
Καπνίζουμε το τσιγάρο ώσπου να κάψει το δάχτυλο.

- Στρατόπεδο κοντά στον Άραχθο. Βρέχει.
Κλεισμένοι στ’ αντίσκηνο τρώμε καρύδια και κουραμάνα.
Οι αρβύλες μας έχουν οκάδες τη λάσπη.

- Την ώρα του προσκλητηρίου πέρασε ένα αυτοκίνητο με τέσσερις Ιταλούς αιχμαλώτους. 
Ο ένας, ο ταγματάρχης είναι ευδιάθετος, μασουλάει.
Οι φαντάροι τούς προσφέρουν καρύδια, τσιγάρα.
Είναι οι τρεις αχώριστοι. Όλοι αξιωματικοί.
Ο ένας νέος, λιγνός, με ακαλλιέργητο γενάκι σκύβει το κεφάλι και δεν κοιτάζει γύρω, δεν μιλάει. Είναι ντροπιασμένος, αποφεύγει τα βλέμματά μας.
Του προσφέρουν τσιγάρο και αρνείται ευγενικά.

- Τα γράμματα του νεκρού. Τον βρήκανε νεκρό, έξω από το Καλπάκι.
Ήτανε λέει, πεσμένος, ανάσκελα, ως 25 χρονών.
Αντόνιο Τσεκκαρέλι τον έλεγαν.
Του γράφει η μάνα του και ο θειος του με τη θεία νουνά του.
Λίγες λέξεις, τυπικές σχεδόν.
Η μάνα: «Χαίρομαι που είσαι καλά. Μια mamma δεν μπορεί παρά να εύχεται το γρήγορο γυρισμό του γιου της. Τη φωτογραφία σου τη λάβαμε. Δε σου στείλαμε δικές μας, όχι γιατί δεν φροντίσαμε, αλλά γιατί ο καιρός ήταν, αυτές τις μέρες συννεφιασμένος.
Ο πατέρας σου κι οι αδερφάδες σου, σε χαιρετούν και προσμένουν να γυρίσεις. Απρίλης 1940».

- Ποιος θα μου δώσει ποτέ πίσω τους μήνες αυτούς, τους μοναδικούς, που το παιδάκι μου μεγαλώνει, που κάθε μέρα του, κάθε στιγμή του είναι και μια καινούργια λέξη, μια καινούργια νόηση, μια καινούργια χαρά, και που εγώ δεν θα την ξαναβρώ ποτέ, δεν θα τις χαρώ ποτέ μου;

- Από το πρωί σήμερα βροντάει το κανόνι. Σαν βροντή.
Ένας αυτόμολος που παρουσιάστηκε εδώ, είπε πως οι Ιταλοί θα ’καναν σήμερα γενική επίθεση. Λοιπόν αυτό είναι.

- Η πρώτη και τελευταία ίσως προσπάθεια του Καμπαλέρο.
Πίσω της -λέει το δελτίο του Στρατηγείου- κρύβεται τέλεια αποσύνθεση.
Βλέπει τον κλοιό που περισφίγγεται γύρω από το Τεπελένι και αγωνίζεται να τον σπάσει.

- Τι μέρα είναι σήμερα;
- Στην κοινωνία των ανθρώπων Πέμπτη. Σ’ εμάς τίποτα.



ksipnistere – [2φΑ]





Share

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου