- Η ΕΥΧΗ ΤΟΥ ΜΟΝΑΧΟΥ
[Συνέταξε Ανώνυμος Μοναχός]
Μες απ’ το σύδενδρο στην παγωνιά
αχνά ξεπρόβαλε χλωμή σκιά
το βήμα σέρνει την νύχτα σκίζει
αγέρας λύσσαξε τον ταλανίζει
Σφίγγει απάνω του,
μ’ αργό το χέρι,
σεπτό παμπάλαιο τρύπιο κουρέλι
άκυρος τρόπος να ζεσταθεί
στο ξεροβόρι ν’ αντιταχθεί
Έρημος, άοικος,
πτωχός εκών
οικήτωρ μόνιμος των ουρανών
ακτήμων πλούσιος άλλης ζωής
και παρεπίδημος αυτής της γης
Φιγούρα μαύρη,
λευκή ψυχή
λεπτό θυμίαμα μια προσευχή
χείλη ψελλίζουνε, θερμή καρδιά
κρυφά αγάλλεται, βαθιά σκιρτά
Τι τον κρατά στη
μοναξιά
δίχως επίγεια καμμιά χαρά;
Σκύψε σιμά του ν’ αφουγκραστείς
την επανάληψη της προσευχής
Δυο λέξεις μόνο, ψιθυριστά
με πόνο, πίστη, όλο χαρά
λαχτάρας δύναμη η προσμονή
τα χείλη φλέγονται σαν τα κινεί
Αυτή ’ναι σίγουρα
που τον κρατά
καλάμι όρθιο στην ερημιά
μακράν του κόσμου, η θαλπωρή
ανάσα, αίμα του, θεία τροφή
Αν την ακούσεις κάποια
στιγμή
απλή και σύντομη λιτή ευχή,
καλεί τον «Κύριον Ἰησοῦ Χριστόν
νά ἐλεήσει ἁμαρτωλόν».
vb – 2fA
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου