Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα π. Βασίλειος Χριστοδούλου. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα π. Βασίλειος Χριστοδούλου. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τετάρτη 25 Ιανουαρίου 2023

"ΑΓΙΟΙ… ΔΙΠΛΑ ΜΑΣ "

 



Βιβλιοπαρουσίαση από τον π. Βασίλειο Χριστοδούλου
- π. Χριστόδουλος Μπίθας «ΑΓΙΟΙ… ΔΙΠΛΑ ΜΑΣ»


Ο ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΤΗΣ ΙΩΑΝΝΗΣ διασώζει ἕνα περιστατικό πού λαμβάνει χώρα μετά τήν Ἀνάσταση τοῦ Ἰησοῦ (κ΄ 1-9). Ἡ Μαγδαληνή Μαρία ἀναγγέλει ἔντρομη στούς δύο μαθητές, τόν Ἰωάννη καί τόν Πέτρο, πώς τό μνῆμα εἶναι κενό· κάποιοι ἔχουν μεταφέρει τό σῶμα τοῦ Ἰησοῦ. Ἐκεῖνοι, ἀμέσως τρέχουν, καί εἰσερχόμενοι στό μνῆμα, γεμάτοι ἀγωνία καί ἔνταση, διαπιστώνουν, ὄντως, πώς ὁ τάφος εἶναι κενός. Τό σῶμα δέν μπορεῖ ὅμως νά ἔχει μεταφερθεῖ· τά νεκρικά σάβανα εἶναι ἐκεῖ, τυλιγμένα σάν νά περιέκλειαν τό σῶμα. Κάτι ἄλλο ἔχει συμβεῖ.

Εἶναι ἡ στιγμή πού ἀκαριαῖα, ἴσως, τούς μεταγγίζεται ἡ πρωταρχική γνώση τοῦ μυστηρίου τῆς Ἀνάστασης. Θεωρῶ πώς μετά, βγαίνοντας οἱ δύο ἔξω, θά ἦταν σάν κάποιος νά εἶχε προλάβει νά σβήσει τόν κόσμο καθώς ἔμπαιναν καί νά τόν ἔχει φτιάξει καί πάλι, ἀλλά καινούργιο καί διαφορετικό. Ὁ κόσμος πού ἀντίκρισαν βγαίνοντας ἔκθαμβοι –καί πού τόν ἀντίκρισαν μέσα τους καί ὄχι ἐξωτερικά μέ τά μάτια τους– ἦταν ἕνας ἄλλος, καινούργιος πλέον κόσμος. Ἡ προοπτική τῆς αἰωνιότητας καί τῆς ἄλλης ὁδοῦ, τοῦ καινοῦ νοήματος, ἦταν πλέον μία ἐγκόσμια πραγματικότητα.

Ὁ τάφος εἶναι ὁ συμβολικός τόπος μιᾶς ὁλοκλήρωσης, τοῦ τέλους μιᾶς μεγάλης διαδρομῆς καί ἡ ἀφετηρία μιᾶς καινούργιας πορείας.

Στόν Θεοδόχο αὐτόν τάφο καταλήγει ὄχι μόνο τό θυσιασμένο ἀπό ἀγάπη, ἀλλά καί τό ἡττημένο ἀπό τόν θάνατο σῶμα τοῦ Ἰησοῦ. Καταλήγει ὁ κουρασμένος καί βασανισμένος ἀπό τόν ἄνθρωπο Θεός. Καταλήγει μία Θεανθρώπινη πορεία 33 ἐτῶν πού ἐν πολλοῖς δέν κατανοήθηκε, δέν ἐκτιμήθηκε, δέν ἔγινε ἀποδεκτή. Ὁ τάφος αὐτός ὅμως, ἐνῶ σημαίνει τό τέλος αὐτῆς τῆς πορείας, ἐν τούτοις σηματοδοτεῖ καί ἕνα καινούργιο ξεκίνημα. Μέσα στόν τάφο αὐτό συντελεῖται ἡ μεγάλη νίκη ἔναντι τοῦ θανάτου – τοῦ θανάτου ὡς τέλους καί μηδενισμοῦ τῆς ὕπαρξης. Μέσα στόν τάφο γεννιέται ἡ ἐλπίδα. Ἔπρεπε κάτι ἤ Κάποιος καλύτερα νά πεθάνει γιά νά γεννηθεῖ ὁ καινός ἄνθρωπος· «οὐχὶ ταῦτα ἔδει παθεῖν τὸν Χριστὸν καὶ εἰσελθεῖν εἰς τὴν δόξαν αὐτοῦ;» (Λκ. κδ΄ 26).

Στό καινούργιο του βιβλίο ὁ ἀγαπητός ἀδελφός π. Χριστόδουλος Μπίθας, μᾶς ἀνοίγει κι ἐκεῖνος μία σχισμή στόν ἀπόρρητο τάφο τοῦ μυστηρίου τῆς ἐξομολόγησης, ἐπιτρέποντάς μας νά εἰσέλθουμε καί νά δοῦμε τίς ἀναγεννήσεις καί ἀναστάσεις πού συντελοῦνται ἐντός του. Νά διαπιστώσουμε πώς ὁ πρώην βασανισμένος, ἀπελπισμένος καί ἀποπροσανατολισμένος ἄνθρωπος «ἠγέρθη, οὐκ ἔστιν ὧδε» (Μρκ. ιστ΄ 6), ἀλλά δίπλα μας… ὡς ἐν δυνάμει ἅγιος.

Τό βιβλίο του μέ τίτλο «Ἅγιοι… δίπλα μας» ἀπό τίς ἐκδόσεις Ἐν πλῷ 2022, ἀποτελεῖ τό τρίτο μέρος μιᾶς τριλογίας (τά ἄλλα δύο: «Πέρα ἀπό τήν χώρα τῆς λύπης» Ἐν πλῷ 2016, «Πέρα ἀπό τήν χώρα τοῦ θανάτου» Ἐν πλῷ 2018) μέ κεντρικό θέμα τό μυστήριο τῆς ἐξομολόγησης ὡς ἀφετηριακοῦ γεγονότος ἀναγέννησης καί ἀνάστασης τοῦ ἀνθρώπου.

Ὁ π. Χριστόδουλος δέν μᾶς μιλᾶ θεωρητικά γιά τήν ἐξομολόγηση, ἀλλά μᾶς καλεῖ στά ἐνδότερα· νά δοῦμε, νά ἀκούσουμε καί νά ἐμβαπτισθοῦμε στό μυστήριο, μέσα ἀπό προσωπικές περιπέτειες ἀνθρώπων πού ἔφθασαν ὅλα αὐτά τά χρόνια στό πετραχήλι του. Ὅπως ἀκριβῶς καί ἡ Μαγδαληνή Μαρία δέν θεωρητικολόγησε γιά τό κενό μνῆμα στούς ἀποστόλους, ἀλλά τούς κάλεσε οὐσιαστικά νά εἰσέλθουν καί νά δοῦν, ἐμβαπτιζόμενοι στό μυστήριο τῆς Ἀνάστασης, ἔτσι καί ὁ π. Χριστόδουλος μᾶς ἀνοίγει πρόσβαση στό μυστήριο τῆς ἀνάστασης ἀνθρώπων μέσα στό μνῆμα τῆς ἐξομολόγησης.

Μέσα ἀπό τίς ἐξιστορήσεις τοῦ βιβλίου (μέ τόν κατάλληλο τρόπο, ὥστε νά διαφυλαχθεῖ μυστική ἡ ταυτότητα τῶν προσώπων) ἀναδεικνύεται τό μυστήριο τῆς ἐξομολόγησης ὡς ἕνας τάφος, στόν ὁποῖο καταλήγουν πολυετεῖς ἀνθρώπινες πορείες καί διαδρομές. Ἕνας χῶρος στόν ὁποῖο ἐνταφιάζεται ὁ παλαιός ἄνθρωπος «σύν ταῖς πράξεσιν καί ταῖς ἐπιθυμίαις αὐτοῦ», καί ἀνίσταται ὁ καινούριος, «ὁ ἀνακαινούμενος εἰς ἐπίγνωσιν κατ’ εἰκόνα τοῦ κτίσαντος αὐτόν» (Κολ. γ΄ 9,10). Ἕνας χῶρος πού περικλείει πολλές ἦττες τῆς ἀνθρώπινης ἔπαρσης καί καυχησιολογίας· πολλές ἀπογοητεύσεις, πολύ πόνο καί ἀπελπισία, πολύ σκοτάδι βαθύ, ψυχικό, πολλές ματαιώσεις, ἀνεκπλήρωτα ὄνειρα καί προσδοκίες, ναυαγισμένες χαρές καί καταπληγιασμένες ἀγάπες. Μέσα σ’ αὐτόν τόν χῶρο  συναντᾶται ὁ ἀπογυμνωμένος πλέον ἄνθρωπος μέ τόν ἐκούσια γυμνωθέντα Θεό. Ὁ ἄνθρωπος δέν εἰσέρχεται μόνος του στόν τάφο τῆς ἐξομολόγησης· τόν συνοδεύει ὁ μαθητής τῆς Ἀγάπης πνευματικός πατέρας του, συνοδοιπορεῖ μαζί του ὁ θεμέλιος λίθος τῆς νέας του πνευματικῆς οἰκοδομῆς-ζωῆς, ὁ θεραπευτής ποιμένας του.


Τό βιβλίο τοῦ π. Χριστόδουλου καλύπτει, θά ἔλεγα, τόν ἐνδιάμεσο χῶρο μεταξύ τῶν δύο ἐρωτημάτων πού ὁριοθετοῦν τά σύνορα τῆς ζωῆς:
Εἶναι δυνατόν κάποιος νά κάνει τόσο κακό; (ἀρνητική πλευρά τῆς ζωῆς).
Ὑπάρχουν, ἄραγε, ἄνθρωποι ἀγάπης καί θυσίας; (θετική πλευρά ζωῆς).

Τό σημαντικό πού πρέπει νά ἐπισημάνουμε εἶναι πώς στό βιβλίο δέν περιγράφεται τό ἀνείπωτο κακό (ὥστε νά εἶναι ἀδύνατον γιά τούς περισσότερους ἀπό ἐμᾶς νά βροῦμε σ’ αὐτό τόν ἑαυτό μας) οὔτε περιγράφεται καί τό ἄφταστο καλό (τό ὑπερφυσικό) ὥστε νά θεωροῦμε πώς δέν μᾶς ἀφορᾶ. Στό βιβλίο καταγράφεται τό κακό πού μπορεῖ νά κάνει ὁ κάθε ἄνθρωπος σέ ἄνθρωπο, ὅταν προσπαθεῖ νά ἐπιβληθεῖ, νά χρησιμοποιήσει τίς σχέσεις ὡφελιμιστικά, νά ἐξεγερθεῖ ἐκτονωτικά, νά ζήσει ἐγωιστικά. Δέν εἶναι ὅμως μόνο αὐτό τό κακό. Εἶναι καί τό κακό μέ τή μορφή τῆς δυστυχίας, τῶν ἀναίτιων συμφορῶν καί τῶν ἀναπάντεχων δεινῶν πού μποροῦν νά χτυπήσουν τή ζωή τοῦ καθενός, ἀπειλώντας τήν ψυχική μας ἰσορροπία καί τόν ὑπαρξιακό μας προσανατολισμό. Ἀπό τήν ἄλλη, τό καλό πού περιγράφεται εἶναι ἐκεῖνο πού ἀναμένει, ὡς μία δυνατότητα πραγμάτωσης τοῦ ἑαυτοῦ μας μέσα ἀπό τήν ἀγάπη, μέσα ἀπό τόν καθημερινό τρόπο ζωῆς καί ὄχι στόν στίβο τῶν ὑπέρλογων θαυμάτων. Ὁ ἐνδιάμεσος χῶρος (μεταξύ τοῦ κακοῦ καί τοῦ καλοῦ) λέγεται ζωή καί αὐτόν τόν χῶρο καλύπτουν οἱ ἱστορίες τοῦ βιβλίου.

Οἱ 10 ἱστορίες τοῦ βιβλίου ἑνοποιοῦν τόν χῶρο μεταξύ τῶν δύο ἄκρων, δείχνοντας, ἀφ’ ἑνός μέν, πώς γιά κάθε ἕναν ἀπό ἐμᾶς τό ἐνδεχόμενο νά βρεθεῖ στό ἕνα ἤ στό ἄλλο ἄκρο εἶναι ἐξίσου πιθανό, ἀφ’ ἑτέρου δέ πώς ἐξίσου κατορθωτή εἶναι καί ἡ μετάβαση ἀπό τό ἕνα ἄκρο στό ἄλλο μέσω τῆς μετάνοιας, ἀφοῦ τό ἐνδιάμεσο χάσμα εἶναι γεφυρωμένο ἤδη μέ τήν παρουσία τῆς Ἔνσαρκης Ἀγάπης, τοῦ Θεοῦ. Αὐτός ὁ ἐνδιάμεσος χῶρος πού καταγράφει τό βιβλίο εἶναι ὁ χῶρος τῆς συνοδοιπορίας καί μετάνοιας, τῆς ἐπώδυνης αὐτογνωσίας καί ἀλλαγῆς.

Τό κακό λοιπόν δέν εἶναι ἄτρεπτο ἀλλά καί τό καλό δέν εἶναι ἀδιάπτωτο. Ἄρα μπορῶ νά φύγω ἀπό τό κακό (μετάνοια), ὅπως μπορεῖ νά ἐκπέσω καί τοῦ καλοῦ (ἀνάγκη ἐγρήγορσης). Βέβαια ὁ ἀπόστολος λέει «ἡ ἀγάπη οὐδέποτε ἐκπίπτει» (Α΄ Κορ. ιγ΄ 8), ἀλλά δέν λέει ὁ ἀγαπών οὐδέποτε ἐκπίπτει. Ἡ ἀγάπη εἶναι ἀδιάπτωτη ὡς συνεχῶς ἐνεργούμενη δυνατότητα, καί ὡς ἀένναη παρουσία πού ἀσκεῖ κάλεσμα γιά μετοχή. Ἡ μετοχή ὅμως καί ἡ παραμονή σ’ αὐτήν μόνο ἐξασφαλισμένες δέν εἶναι.

Καθώς οἱ διηγήσεις ἀναπτύσσονται καί ξεδιπλώνεται μπροστά στά μάτια τοῦ ἀναγνώστη ἡ περιπέτεια ζωῆς τῶν ἡρώων τοῦ βιβλίου, δέν φαίνεται πουθενά ἡ ἐνεργή συμμετοχή τοῦ συγγραφέα, τοῦ πνευματικοῦ πατέρα. Ὅμως ἐκεῖνος εἶναι πού βρίσκεται πίσω ἀπό κάθε ἀπόφαση ἀλλαγῆς· ἡ ἀγκαλιά ἐκείνου εἶναι πού ὑποδέχεται τόν κουρασμένο· ἡ στοργή καί ἡ ἀγάπη του εἶναι πού παροντοποιοῦν τήν μέγιστη ἀγάπη τοῦ Θεοῦ Πατέρα γιά τό κάθε πρόσωπο τοῦ βιβλίου. Ὁ συγγραφέας ξέρει νά κρύβει ἐπιμελῶς τόν ἑαυτό του στή διήγηση, ὅπως ξέρει πολύ καλά νά τόν κρατᾶ χαμηλά καί ταπεινά στόν καθημερινό βίο καί στή συνοδοιπορία του μέ τούς ἀνθρώπους, πάνω ἀπό δύο δεκαετίες τώρα στήν ἐνορία ὅπου διακονεῖ.   

Τά θέματα γύρω ἀπό τά ὁποία κινοῦνται οἱ ζωές τῶν πρωταγωνιστῶν τοῦ βιβλίου, εἶναι ὅλα ὅσα κυριαρχοῦν στή ζωή μας σήμερα καί μᾶς προβληματίζουν ἤ καί μᾶς δυσκολεύουν· ἡ πανδημία, ἡ φτώχια-ἐξαθλίωση τῶν ὑπανάπτυκτων χωρῶν, ἐνδοοικογενειακή βία, πόλεμος στήν Οὐκρανία, ἀποτυχία γάμων καί σχέσεων, ἐξαρτήσεις, πάθη καί ἀσθένειες. Ὅλα αὐτά ἀποτελοῦν τόν ἐνδιάμεσο χῶρο πού ἀναφέραμε, στόν ὁποῖο καλούμαστε νά αὐτοσυνειδητοποιηθοῦμε καί νά πορευθοῦμε ὡς χριστιανοί, ἀντιμετωπίζοντας τίς προκλήσεις καί φέρνοντας τον Θεό στό προσκήνιο τοῦ κόσμου καί τῆς ζωῆς μας.

Ὁ τίτλος τοῦ βιβλίου «Ἅγιοι… δίπλα μας» δείχνει ἀκριβῶς αὐτή τή συνοδοιπορία τοῦ Θεοῦ μέ τόν ἄνθρωπο. Πώς ἡ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ εἶναι μία ἀνοιχτή πρόκληση δίπλα μας, μιά πραγματικότητα ἀνοιχτή γιά μετοχή στό τώρα τῆς ζωῆς καί ὄχι μόνο μιά τελειότητα πού προσδοκᾶται στά ἔσχατα ὡς ἀνταμοιβή.

Οἱ ἥρωες τοῦ βιβλίου εἶναι πρόσωπα τῆς καθημερινῆς ζωῆς καί τῆς ἐγκόσμιας πραγματικότητας καί ὄχι μόνο μοναχοί, ἀσκητές καί ρασοφόροι, ὅπως ἴσως ἔχουμε συνηθίσει στά παλαιά ἐκκλησιαστικά συναξάρια. Ἡ ἁγιότητα δέν εἶναι πνευματικός ἐλιτισμός οὔτε προνόμιο μιᾶς συγκεκριμένης τάξης ἀνθρώπων. Δέν εἶναι γιά τούς λίγους ἀλλά γιά ὅλους. Δέν ἐντοπίζεται στόν θόρυβο, τήν ἐπίδειξη καί τό ὑπερφυσικό, ἀλλά στήν ταπείνωση, στή θυσία, στήν ἐλπίδα καί τήν ἀγάπη. Ἡ ἁγιότητα δέν εἶναι μόνο μοναχή, ἀναχωρήτρια, ἀσκήτρια, ἄγαμη καί παρθένος· εἶναι καί ἐγκόσμια, σύζυγος, σύντροφος, μητέρα καί ἐργαζόμενη.

Οἱ ἱστορίες ἀνθρώπων πού ἄλλαξαν, πού θυσίασαν καί θυσιάστηκαν, πού ἔπεσαν καί σηκώθηκαν, πού ταπεινώθηκαν ἀλλά δέν ἀπελπίστηκαν, πού βρέθηκαν σέ πολύ δύσκολες καταστάσεις καί κάτω ἀπό δυσβάσταχτα φορτία ἀλλά δέν συνετρίβησαν, δέν ἀνήκουν μόνο στό μακρινό παρελθόν τῶν συναξαρίων, ἀλλά καί στό ἄμεσο παρόν τῆς ζωῆς. Ὅλες αὐτές οἱ ἱστορίες δείχνουν πώς ὁ κόσμος μας εἶναι ἡ εὐθύνη μας κι ὄχι ἡ εὐθύνη τοῦ Θεοῦ. «Ἄν δέν εἶχα ἔρθει καί δέν τούς εἶχα κηρύξει, δέ θά εἶχαν ἁμαρτία. Τώρα ὅμως δέν ἔχουν καμιά δικαιολογία γιά τήν ἁμαρτία πού διαπράττουν» (Ἰω. ιε΄ 22). Πού σημαίνει πώς ὁ Θεός ἤρθε καί ἄφησε παρακαταθήκη σ’ ἐμᾶς τήν δυνατότητα πραγμάτωσης ἑνός ἄλλου τρόπου ζωῆς.

Εἶναι ἡ δική μας εὐθύνη τώρα νά ἐπιλέξουμε τή ζωή αὐτή φέρνοντας τόν Θεό στό προσκήνιο τῆς προσωπικῆς μας ἱστορίας ἀλλά καί τῆς ἱστορίας τοῦ κόσμου γενικότερα. Καί τοῦτο διότι ὁ Θεός δέν δρᾶ ἐξωτερικά σάν ἕνας δικτάτορας ἤ σάν ἕνας τυφώνας. Ξεχύνεται στόν κόσμο Του μέσα ἀπό ἀνθρώπινες καρδιές πού ἐλεύθερα Τοῦ ἀνοίγονται καί Τοῦ παραδίνονται. Ὁ Θεός δέν ἔχει τή δύναμη νά ἐπιβάλλει τό καλό μέ νόμο καί ἐξουσία. Ὁ Νικόλαος Μπερντιάεφ ἀναφέρει πώς ὁ Θεός ἔχει λιγότερη ἐξουσία κι ἀπό ἕναν ἀστυνόμο. Τό καλό μπορεῖ νά ἐπικρατήσει ἄν οἱ ἄνθρωποι τό οἰκειώνονται. Τό κακό μπορεῖ νά περιοριστεῖ ἄν οἱ ἄνθρωποι τό ἀρνοῦνται.

Αὐτοί, λοιπόν, οἱ διπλανοί μας ἅγιοι δέν εἶναι ἐκεῖνοι πού θαυματούργησαν, ἀλλ’ ἐκεῖνοι πού σήκωσαν τό βάρος, πού τόλμησαν τήν ἀλλαγή, πού δέχθηκαν τήν πρόκληση, πού δέν ἀδιαφόρησαν στόν κοινό πόνο, πού ἐξῆλθαν τοῦ ἑαυτοῦ τους κάνοντας τά βάσανα τῶν ἄλλων δική τους εὐθύνη. Στά κείμενα τοῦ βιβλίου καθρεφτίζονται λίγο-πολύ κομμάτια καί τῆς δικῆς μας προσωπικῆς ἱστορίας.

Ἡ πυξίδα δείχνει πρός τήν ἐλπίδα.

Συνεχίζουμε τήν συνοδοιπορία…

 

ΑΡΧΑΓΓΕΛΩΝ ΤΟΠΟΣ – 2φΑ

                                                                 

Τρίτη 15 Νοεμβρίου 2022

"Έξοδος στην Αλήθεια "

 



-  Λογική και μυστήριο
[Ποιμαντική σκέψη της Εβδομάδος
«Σε λάθος ώρα νυχτώνει», εκδ. ΓΡΗΓΟΡΗ 2020]


Θυμάσαι μήπως εκείνη τη μέρα στο σπίτι του Ιάειρου του άρχοντα της Συναγωγής;
Με κατεύθυνση προς το δωδεκάχρονο νεκρό κορίτσι ήσουν, όταν γύρισες και είπες στους συγγενείς και φίλους πως το παιδί δεν πέθανε, αλλά βαριά κοιμάται.
Θέατρο του παραλόγου συνιστούσε και ο δικός Σου λόγος τότε, δημιουργώντας μια ισχυρή αντίφαση μεταξύ της λογικής και του μυστηρίου.

Ο λόγος Σου προκαλεί την ανθρώπινη λογική που τεκμαίρεται την αλήθεια μόνο από τα προφανή, μόνο από την εμπειρική πιστοποίηση.
Απευθύνεσαι σε βαθιά θρηνούντες ανθρώπους σε μία γλώσσα που δεν γνωρίζουν, που τούς είναι παντελώς ακατανόητη.
Είναι μία γλώσσα που έρχεται απ’ αλλού κι είναι πολύ νωρίς ακόμα για ’κείνους, γι’ αυτό και αμήχανοι βάζουν τα γέλια: «καὶ κατεγέλων αὐτοῦ, εἰδότες ὅτι ἀπέθανεν» (Λκ. η΄ 53).

Με τον λόγο Σου αυτό αντέστρεφες την πραγματικότητα, προκαλώντας όλους να τη δουν από την πλευρά του μυστηρίου.
Τους άνοιγες έξοδο στη θέα της πλήρους αλήθειας.

Εκείνοι όμως αδυνατούν να κατανοήσουν τα λόγια Σου, αν και νιώθουν την ορμή ενός άλλου κόσμου που αυτά φέρουν. Δεν μιλούν τη γλώσσα Σου, τη γλώσσα του μυστηρίου· μιλούν τη γλώσσα της λογικής και των αισθήσεων.

Το γέλιο τους λοιπόν δεν είναι ζήτημα κοροϊδίας του λόγου Σου· είναι η απόδειξη πως αδυνατούν να βαστάξουν την αντίφαση μεταξύ αυτού που ξεκάθαρα βλέπουν και εκείνου που καλούνται να εμπιστευθούν.

 

πΖ – 2φΑ

                                                                     

Τρίτη 1 Ιανουαρίου 2019

"Στίς παράξενες ὧρες.. "




-  π. Βασίλειος Χριστοδούλου
["Και ο κλήρος έπεσε στα δάκρυα", εκδ. Γρηγόρη]


….   Ποιό μπορεῖ λοιπόν νά ’ναι τό μυστικό γιά νά μήν καταδικαστεῖ ἡ ζωή σέ ἰσόβια ἀνία καί ἐμεῖς στό διαρκές χασμουρητό της;
Ἡ συνειδητοποίηση πώς πίσω ἀπό την ὁμοιότητα τῶν ἐπαναλήψεων, κρύβεται ἡ ἔκπληξη τοῦ καινούργιου, ἡ πρωτοτυπία τῆς ζωῆς.
Εἶναι ἡ δυνατότητα πού ἔχει ὁ ἄνθρωπος γιά τήν πραγμάτωση τοῦ μοναδικοῦ και ἀνεπανάληπτου, μέσα στό ἴδιο, τό καθημερινό καί συνηθισμένο, κάτι πού τόν ἀναδεικνύει σέ δημιουργό τῆς κάθε ἡμέρας καί ὄχι σέ ἀποδέκτη της παθητικό.

«Ἀλήθεια, οἱ πιό πολλές ἀπό τίς ὀμορφιές τοῦ ταξιδιοῦ ὀφείλονται στίς παράξενες ὧρες πού ἀφήσαμε νά τίς δοῦμε»
Τή ζωή δέν τή ζεῖς στίς ἐξαιρέσεις.
Τήν ἀπόλαυση δεν τήν περιμένεις στίς διακοπές.
Η χαρά δέν εἶναι μόνο γιά το Σαββατοκύριακο καί τά ὄνειρα σέ πλάνα μακρυνά.

Ἡ ζωή κτυπᾶ στήν καθημερινότητα, σάν τό ζωογόνο αἷμα κάτω ἀπό τό δέρμα, σέ φλεβικές διαδρομές.
Ἀρκεῖ νά κτυπήσεις μιά φλέβα, γιά νά νοιώσεις τόν σφυγμό τῆς ὕπαρξης.
Ἔτσι κι ὁ σφυγμός τῆς ζωῆς πάλλεται στήν καθημερινότητα.
Η καθημερινότητα εἶναι τό σῶμα της καί οἱ στιγμές αὐτῆς τῆς καθημερινότητας ἡ διαδρομή της…



db – [2fA]



Πέμπτη 15 Νοεμβρίου 2018

"Τα δάκρυα της απουσίας "














π. Βασίλειος Χριστοδούλου
-  "Και ο κλήρος έπεσε στα δάκρυα"
 
Ὁ κινηματογράφος τῆς ἀπουσίας τοῦ Θεοῦ σέ θεολογική παρακολούθηση



«Τό θέμα, πού ὁμολογῶ πώς ἀπό παιδί μέ πλήγωνε, εἶναι ἐκεῖνο τοῦ ἀναίτιου καί πρόωρου χαμοῦ τῶν ἀνθρώπων, τό ἀναπάντεχο τοῦ θανάτου, ὁ ἐπώδυνος καί μαρτυρικός τρόπος τῆς ἐξόδου πολλῶν ἀνθρώπων ἀπ’ τή ζωή, παρά τίς ὅσες γιά «ἀνώδυνα, ἀνεπαίσχυντα καί εἰρηνικά τέλη» ἱκεσίες Τόν εἴχαμε ἀνά τούς αἰῶνες παρακαλέσει.

Μεγαλώνοντας βέβαια καί παίρνοντας μυρουδιά ἀπό τά τεκταινόμενα στήν παγκόσμια ἱστορία, ἀκόμα βασανιστικότερο γινόταν γιά μένα καί τό θέμα τῆς διαφαινόμενης ἀπουσίας καί σιωπῆς τοῦ Θεοῦ, ὅταν οἱ δίκαιοι ἀφανίζονται καί ἡ ἠχώ τῶν κραυγῶν τους πολλαπλασιάζεται ἀνατριχιαστικά μέσα σ’ ἕνα βουβό κενό.
Ὅταν ὁ Θεός παρακαλεῖται νά ἐπέμβει καί δέν τό κάνει.
Ὅταν κάποιοι πού ὑποφέρουν Τοῦ φωνάζουν καί ὁ οὐρανός σιωπᾶ.

- Ὀκτώ κινηματογραφικές ταινίες σέ θεολογική παρακολούθηση, μέ θέμα τους αὐτό τό βασανιστικό ζεῦγος τῆς ἀπώλειας καί ἀπουσίας, τῶν ἀγαπημένων ἀδελφῶν καί τοῦ σπλαχνικοῦ Πατέρα, τό ζεῦγος πού πάντα θά μᾶς στοιχειώνει.

Τά δάκρυα, στοιχεῖο σωματικό ἀλλά καί σημεῖο πνευματικό, διαρρέουν ὅλη τήν ὑπόστασή μας καί ἐκφράζουν τά ἀνείπωτα. ὅσα ὁ λόγος καί οἱ λέξεις ἀδυνατοῦν νά μεταφέρουν.
Πάντοτε κλαῖμε. στήν ὑπέρτατη χαρά καί στήν πιό ἀβάσταχτη θλίψη.
Πάντοτε ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ θά μᾶς ὑπερβαίνει ἀλλά καί ἡ αἴσθηση τῆς ἀπουσίας Του θά μᾶς κατακλύζει.
Τό περίσσευμα κι ἀπ’ τά δύο, ὅσο ἀδυνατοῦμε ἐμεῖς νά χωρέσουμε, ὑπερεκχειλίζει.

Μέ τά δάκρυα Σοῦ μιλᾶμε καλύτερα, μέ τά δάκρυα Σέ ἀναζητοῦμε.
Μέ τά δάκρυα πιστώνουμε τήν παρουσία Σου μέσα μας καί μέ τά ἴδια δάκρυα σπαράζουμε τήν ἀπουσία Σου.

Οἱ εἰλικρινεῖς πάντοτε θά κλαῖνε. μέ τόν ἕνα ἤ τόν ἄλλο τρόπο.
Πάντοτε κλαμμένοι μπροστά Σου θά ’μαστε καί τά δάκρυα οἱ ἀποσκευές μας.
Μ’ αὐτά θά ξεπλένουμε τό χῶμα ἀπό πάνω μας, ἀλλά καί θά ποτίζουμε στάλα-στάλα τήν ἐλπίδα.»



db – [2fA]










Δευτέρα 23 Απριλίου 2018

"Πρώτη ἀλήθεια ὁ θάνατος.. "





Για το βιβλίο του π. Χριστόδουλου Μπίθα «Πέρα από την χώρα του θανάτου» 
-  γράφει ο π. Βασίλειος Χριστοδούλου


ν καί τό βιβλίο τό διάβασα πρίν τό Πάσχα, ἐπέλεξα νά γράψω δυό λόγια βαθειᾶς συγκίνησης λίγο μετά τήν Ἀνάσταση, ἀφοῦ ἡ διακαινήσιμος περίοδος, αὐτή πού διανύουμε, εἶναι πού συμπνέει ἀπόλυτα μέ τόν τίτλο τοῦ βιβλίου:
"Πέρα ἀπό τήν χώρα τοῦ θανάτου" (ἐκδ. Γρηγόρη, Ἀθήνα 2018).

Τό βιβλίο βγαλμένο ἀπό τή γραφίδα ὄχι ἑνός στοχαστῆ ἀκαδημαϊκοῦ θεολόγου, ἀλλά ἀπό τήν ἐμπειρία ἑνός ἐξομολόγου ποιμένα, τοῦ ἀγαπητοῦ ἀδελφοῦ π. Χριστόδουλου Μπίθα, ἀποτελεῖ συγκλονιστική μαρτυρία τῆς ἀναμέτρησης τοῦ ἀνθρώπου μέ τόν ἔσχατο ἐχθρό του, τόν θάνατο σέ ὅλα τά ἐπίπεδα καί τίς μορφές του· μέ τήν ἀρρώστεια, τό πένθος τῆς ἀπώλειας, τόν πανικό τοῦ ἀναπόδραστου τέλους, τά βιώματα πολέμων, φρικιαστικῶν θανάτων σπαρμένων ὁλόγυρα πού πρωταγωνιστές τοῦ βιβλίου ζοῦν σέ διάφορες ἱστορικές περιόδους, ἀνοημάτιστης ζωῆς καί ὑπαρξιακῶν ἀδιεξόδων καί τή διάβαση, τό πέρασμά τους (πάσχα) στήν ἐλπίδα τῆς Ἀνάστασης, στήν καινότητα τῆς ζωῆς (τόσο στήν ἐσχατολογική ὅσο καί στήν ἱστορική της διάσταση).

Ὀκτώ ἱστορίες ὄχι φανταστικῆς λογοτεχνίας, ἀλλά ἀδιανόητων ἐξομολογήσεων, πού προσωπικά ὁ συγγραφέας ἔζησε στόν μυσταγωγικό χῶρο τοῦ ἐξομολογητηρίου, τίς ὁποίες μᾶς παρουσιάζει ἐπενδυμένες μέ μυθιστορηματική πλοκή, ὥστε νά ἀποκαλυφθεῖ μέν ὁ πυρῆνας τῆς μετάνοιας καί τῆς ἀναστάσιμης πορείας τῶν πρωταγωνιστῶν, ὄχι ὅμως καί ἡ ταυτότητά τους.

Τό βιβλίο αὐτό ἔρχεται ὡς μία συνέχεια τῆς προηγούμενης ἐκδοτικῆς προσπάθειας τοῦ συγγραφέα στόν ἴδιο ἐκδοτικό οἶκο (Ἐκδόσεις Γρηγόρη) μέ τόν τίτλο "Πέρα ἀπό τή χώρα τῆς λύπης", στό ὁποῖο καί πάλι περιγράφονταν ἱστορίες μετάνοιας βασισμένες σέ ἀληθινά γεγονότα ἐξομολόγησης.
Ἡ εἰδοποιός διαφορά τοῦ καινούργιου αὐτοῦ βιβλίου εἶναι πώς ὁ κεντρικός ἄξονας γύρω ἀπό τόν ὁποῖο ἐξελίσσεται ἡ μετάνοια τῶν πρωταγωνιστῶν εἶναι ὁ θάνατος.

Τό βιβλίο αὐτό, ὅπως ἄλλωστε καί το προηγούμενο, εἶναι μία εὐκαιρία γιά τόν συγγραφέα, νά συνειδητοποιηθεῖ ὡς χῶρος καί τόπος συνάντησης πολλῶν γεγονότων, πολλῶν ἐμπειριῶν μέ πρωταγωνιστές ἀνθρώπους.
Νά συνειδητοποιήσει πώς ὅ,τι ἔζησε μέχρι τώρα, σπαράγματα τῶν ὁποίων μόνο καταγράφει στίς περίπου 200 σελίδες τοῦ βιβλίου του, ἔγιναν, συνέβησαν· ὄχι ἁπλῶς γιά νά βοηθήσει καί νά βοηθηθεῖ, ἀλλά καί γιά νά τά ἀφήσει κληροδότημα δικό του καί δικό τους αἰώνιο σέ ὅλους μας, στίς ἐπερχόμενες γενεές, ἀνοικτό σέ μετοχή καί κοινωνία.

Συνέβησαν γιά νά μπορέσουν νά μαρτυρηθοῦν καί σ’ ἄλλους.
Συνέβησαν γιά νά μπορέσουν ζωή νά πάρουν μέσα στήν ἱερατική καρδιά, ὥστε κι ἐμεῖς ἀργότερα νά τα γνωρίσουμε.

Ὅλοι αὐτοί οἱ ἄνθρωποι καί τά γεγονότα τῆς ζωῆς τους πού περιγράφονται ὑπῆρξαν γιά νά εἰσέλθουν σέ μία ἱερατική καρδιά, γιά νά ἀνακαινιστοῦν στή διαρκῆ νεότητά της, γιά νά διασωθοῦν σ’ ἕνα βιβλίο, γιά νά καταπλεύσουν στίς λίμνες τῶν ματιῶν μας, γιά νά συνειδητοποιηθοῦμε ὡς ὅλον, ὥς ἕνα καθολικό σῶμα ἀνθρωπινότητας (οἱ ἀγωνίες καί οἱ ὀδύνες τους εἶναι καί δικές μας), γιά νά κινδυνεύσουμε νά χάσουμε τά μυαλά μας στή σκέψη ὅτι ἕνας Θεός μᾶς καταδιώκει, μπαίνει μαζί μας στόν θάνατο γιά νά μᾶς ὁδηγήσει «πέρα ἀπό τήν χώρα τοῦ θανάτου».
Ἕνα βιβλίο ἰδανικό θά ἔλεγα γι’ αὐτή τήν Ἀναστάσιμη, μεταπασχάλιο περίοδο πού διανύουμε.

Ὁ λόγος τοῦ συγγραφέα ἁπλός καί διεισδυτικός, χωρίς λογοτεχνικούς βερμπαλισμούς καί ἐπιδεικτικές ἀκροβασίες, γνωρίζει νά ταξιδεύει τόν ἀναγνώστη δίχως νά τόν παρασύρει σέ εὔκολους συναισθηματισμούς ἤ στήν ἀπώλεια τῆς οὐσίας μέ μόνο κέρδος φαινομενικό τήν περιπλάνηση.
Τά κείμενα εἶναι τόσο λογοτεχνικά στήν ἀφήγησή τους ὅσο ἀκριβῶς χρειάζεται γιά νά σκάψουν δρόμους πορείας στον ἀναγνώστη, μέ σκοπό τό ταξίδι στήν οὐσία.

Τό ἐξώφυλλο τοῦ βιβλίου μᾶς μαγεύει (φωτογραφία τραβηγμένη ἀπό τόν συγγραφέα) καί ἀποτυπώνει πλήρως τόν ἐκπληκτικό Ἐλυτικό στίχο μέ τόν ὁποῖο ὁ συγγραφέας ξεκινᾶ νά μᾶς συστήνει τό βιβλίο του:
«Ἡ πρώτη ἀλήθεια εἶναι ὁ θάνατος. Ἀπομένει νά μάθουμε ποιά εἶναι ἡ τελευταῖα».
Τό βιβλίο ἐπίσης διανθίζουν καί ἄλλες φωτογραφίες τραβηγμένες ἀπό τόν συγγραφέα, ὅλες μέ μιά προσωπική ἱστορία ἀπό πίσω τους.

Πολλές φορές ἡ ζωή εἶναι τόσο ἀπίθανη πού κανείς δέν θά σέ πίστευε ἄν ἁπλῶς τήν ἐξιστοροῦσες· παραμύθι θά τήν νόμιζε.
Ὁ π. Χριστόδουλος ὡς πνευματικός, τό γνωρίζει αὐτό πολύ καλά.
Γι’ αὐτό καί τήν μετατρέπει ἐξ ἀρχῆς σέ παραβολή (κατά τό πρότυπο τοῦ πρώτου διδάξαντος Χριστοῦ), μήπως κι ἀρχίσει κανείς στά σοβαρά νά τήν παίρνει.


[Πρώτη δημοσίευση στο ηλεκτρονικό Φρέαρ]



frear – [2fA]



Σάββατο 14 Απριλίου 2018

"Το παραμύθι κι η παραβολή "




π. Βασίλειος Χριστοδούλου  -  Τό παραμύθι κι  παραβολή
[Ἀπό σχόλιο τοῦ συγγραφέα στό βιβλίο «Τό παραμύθι σου ἄνοιξε»
τοῦ π. Σπυρίδωνα Βασιλάκου]


Εἰκονίζουμε τόν Χριστό ὡς «ὁ Φωτοδότης», «ὁ Μέγας Ἀρχιερέας», «ὁ Παντοκράτωρ», «ὁ Ζωοδότης», «ὁ Νυμφίος», «ὁ Ἑλκόμενος», καί μέ τόσους ἄλλους τρόπους· καί ὅλοι αὐτοί προσδιοριστικοί εἴτε τῆς Θεϊκῆς Του δύναμης εἴτε τῆς κενωτικῆς Του «ἀδυναμίας».
Θά ἤθελα μία ἀπεικόνιση (τήν ἔχω ἤδη μέσα στό μυαλό μου) πού θά ἀνταποκρίνεται περισσότερο στό ἐνδιάμεσο τῶν δύο αὐτῶν ἄκρων, κάπως πιό παραμυθητική, περισσότερο καθημερινή, πού νά μήν ἔχει –γιά τά δικά μας ἀνθρώπινα μέτρα, οὔτε ἄφταστη δόξα, ἀλλ’ οὔτε καί ἀνείπωτο πόνο.
Μήν ξαφνιαστεῖτε! Θά ἤθελα μία ἀπεικόνιση: Χριστός «ὁ Παραμυθᾶς»!

Προσέξτε! Ὄχι ὁ Χριστός νά μᾶς παραμυθιάζει, ἀλλ’ ὁ Χριστός νά μᾶς λέει συγκλονιστικές ἀλήθειες γιά ’Κεῖνον, γιά ’μᾶς καί τή Βασιλεία Του στή γλώσσα καί μέ τόν τρόπο πού θά μπορούσαμε νά τίς κατανοήσουμε ‒καλύτερα μᾶλλον νά τίς ὑποψιαστοῦμε‒ στή γλώσσα δηλαδή τῆς παραβολῆς (τοῦ παραμυθιοῦ).

Τό παραμύθι εἶναι μία μυθολογική διήγηση τῆς ὁποίας τά πρόσωπα πού πρωταγωνιστοῦν δέν εἶναι ὑπαρκτά, δέν ἔχουν ἱστορική σήμανση, οὔτε ὅμως καί τά γεγονότα πού περιγράφονται ἀπηχοῦν ἱστορικά συμβάντα.
Πίσω ὅμως ἀπό τά πρόσωπα καί τά γεγονότα τοῦ μύθου παίρνει σάρκα καί ὀστά μία ἤ πολλές ἀλήθειες, οἱ ὁποίες, ἄν διατυπώνονταν μέ τόν τρόπο τῆς λογικῆς ἐξήγησης, τοῦ φιλοσοφικοῦ καί τεκμηριωμένου λόγου, δέν θά γίνονταν ἀπό τούς περισσότερους κατανοητές ἤ ἀκόμα χειρότερα θά γίνονταν ἀνιαρές.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα αὐτοῦ πού λέμε εἶναι τό παγκόσμια γνωστό ἀριστούργημα τοῦ Γάλλου συγγραφέα Ἀντουάν ντέ Σαίντ-Ἐξυπερύ «Ὁ Μικρός Πρίγκιπας».
Τά πρόσωπα, οἱ πλανῆτες, ἡ ἀλεπού τοῦ μύθου δέν εἶναι πρόσωπα ὑπαρκτά· οἱ ἀλήθειες ὅμως, πού ὁ συγκεκριμένος μύθος κομίζει εἶναι τόσο συγκλονιστικές καί διαιώνιες πού συνεχίζουν μέσα στά χρόνια νά ἐκπλήσσουν καί νά τροφοδοτοῦν τούς ἀνθρώπους.
Ἐάν προσπαθούσαμε π.χ. τό περιεχόμενο τοῦ περίφημου διαλόγου τῆς ἀλεποῦς μέ τόν Μικρό Πρίγκιπα νά τό ἐντάξουμε μέσα σέ μία δομημένη ὁμιλία ἐπιχειρημάτων, στέρεης ἀνάπτυξης καί τεκμηριωμένων συμπερασμάτων, ἴσως καί νά προκαλούσαμε τό χασμουρητό.

Ὑπάρχουν ὅμως καί ἐκεῖνες οἱ ἀλήθειες πού ὑπερβαίνουν τή δυνατότητα λογικῆς τεκμηρίωσης, πού δέν μποροῦν νά κατανοηθοῦν μέ τή νοητική διεργασία τοῦ ἀνθρώπου, πού κομίζουν μία πραγματικότητα ὑπερβατική, ἀνυπότακτη σέ ὁποιαδήποτε προσπάθεια λεκτικῆς ἐκφορᾶς καί συμμόρφωσής της.
Γι’ αὐτές τίς ἀλήθειες ὑπάρχει μία ἄλλη μορφή μυθολογικῆς-εἰκονολογικῆς διήγησης, εἶναι ἡ «παραβολή»· ὁ κατ’ ἐξοχήν τρόπος διδασκαλίας πού χρησιμοποίησε ὁ Χριστός.

Φοβόμαστε τήν «παραβολή» νά τήν ὀνοματίσουμε «παραμύθι», γιατί καί τό παραμύθι τό ἔχουμε ἀδικήσει διαβάζοντάς το μέ λανθασμένο τρόπο.
Δέν ἔχουμε μυηθεῖ στή «λογική» του, ὥστε νά τό καταλάβουμε, παραμένοντας μόνο στήν ἐπιφάνεια τοῦ μύθου (ὅτι δηλαδή τά πρόσωπα καί τά γεγονότα πού παρουσιάζονται δέν εἶναι πραγματικά) καί ἔτσι τό συμπέρασμα πού βγάζουμε εἶναι πώς ὅ,τι περιέχεται σέ μιά διήγηση παραμυθιοῦ εἶναι ψέματα [1].
Ἄρα τήν παραβολή δέν μποροῦμε νά τήν ὀνομάσουμε παραμύθι, ἀφοῦ ὁ Χριστός δέν εἶναι ποτέ δυνατόν νά λέει ψέματα (νά μᾶς παραμυθιάζει).

Ἄν ὄμως μπορούσαμε νά μυηθοῦμε στή «λογική» τοῦ παραμυθιοῦ καί μέσα ἀπό τόν λιτό, ἐκφραστικό τρόπο καί τήν εἰκονολογική του γλώσσα καταδυόμασταν στό βάθος του, θά μᾶς ἀποκαλύπτονταν λαλίστατες ἀλήθειες πού θά φλυαροῦσαν στή καρδιά, ἐνῶ λογική καί στόμα τραυλίζοντας, θά προσπαθούσαν νά τίς ψελλίσουν.
Θά αἰσθανόμασταν πώς τό ὑπέδαφος τοῦ παραμυθιοῦ εἶναι ἡ παραμυθία.
Εἶναι τό μελτέμι πού φυσᾶ ἀπό μιά θάλασσα εὐρυχωρίας πάνω σέ στενεμένους ἀπό τή λογική καί τίς ὑποχρεώσεις της ἀνθρώπους.

Δέν ὑπάρχει ὁ πατέρας καί οἱ δυό γιοί στήν παραβολή τοῦ ἀσώτου (ὡς ἱστορικά πρόσωπα)· ἀλληγορεῖται ὁ Πατέρας Θεός καί ἡ σχέση Του μέ τόν ἄνθρωπο 
(Λκ. ιε΄ 11-32).
Αὐτό πού ὑπάρχει ὅμως ὡς συνταρακτική ἀλήθεια πίσω ἀπό τή διήγηση τήν γεμάτη εἰκόνες, εἶναι ἡ ἀμετανόητη Πατρική Ἀγάπη καί ἡ ἀδιανόητη τρέλλα τοῦ ἀνθρώπου συνεχῶς καί μέ πολλούς τρόπους νά τήν πληγώνει (καί τόσα ἄλλα), γιά τά ὁποῖα θέλεις νά μιλήσεις, ἀλλά δέν ὑπάρχουν λέξεις διαθέσιμες νά τά χωρέσουν.
Δέν ὑπάρχει γλώσσα ἱκανή νά τά περιχωρήσει καί ἀτόφια νά τά μεταφέρει.
Δέν ὑπάρχει τό ἀμπέλι, οὔτε ὁ ἰδιοκτήτης του, οὔτε φυσικά οἱ μισθωτές γεωργοί καί οἱ ὑπηρέτες τοῦ ἰδιοκτήτη καί ὁ γιός του πού ἀποστέλλονται γιά νά εἰσπράξουν τούς καρπούς 
(Μτθ. κα΄ 33-44/Μρκ. ιβ΄ 1-12).

Δέν ὑπάρχει ὁ βασιλιάς καί ὁ γιός του πού παντρεύεται, οὔτε βέβαια καί οἱ προσκεκλημένοι πού γιά λόγους βιοτικῆς μέριμνας ἀρνοῦνται τελικά τή συμμετοχή τους στό γαμήλιο δεῖπνο 
(Λκ. ιδ΄ 16-24).
Ὅλα αὐτά εἶναι τά σημαίνοντα τοῦ μύθου.
Ὑπάρχει ὅμως ἡ Βασιλεία, ἡ σημαινόμενη ἀλήθεια!
Μία πραγματικότητα πού ὑπερβαίνει τή δυνατότητα ἀκριβοῦς διατύπωσης καί τό μόνο πού μπορεῖ νά δοθεῖ εἶναι ἡ ὀσφραντική ὑποψία της μέσα ἀπό τήν ἀλληγορία.

Μέσα ἀπό μία εἰκονολογική διήγηση μέ τοπία καί σκηνές τῆς καθημερινότητάς μας ὁ Χριστός μεταφέρει ἕναν «ἦχο καθαρό ἑορταζόντων», τή γεύση μιᾶς χαρᾶς καί ἑνός πανηγυριοῦ, γιά τά ὁποῖα ὁ ἄνθρωπος δέν ἔχει ἐμπειρία, γι’ αὐτό καί δέν μπορεῖ λογικά νά τά ἑρμηνεύσει, ἀλλά πού μπορεῖ ὅμως νά τά προγευτεῖ ἀντιστοιχώντας τα μέ χαρές, κόπο καί εὐθύνη τῆς ἐδῶ ζωῆς του.
Ἡ μόνη λοιπόν διαφορά τῆς παραβολῆς μέ τό παραμύθι εἶναι πώς ἡ παραβολή μεταφέρει μία ἀλήθεια πού ὄχι μόνο ὁ ἄνθρωπος ἀδυνατεῖ νά κατανοήσει, ἀλλά καί πού ἡ ἴδια ἡ ἀλήθεια δέν μπορεῖ σέ ὅλο της τό πλάτος καί τήν ἔκταση μέ τή γλώσσα καί τή λογική αὐτοῦ τοῦ κόσμου νά διατυπωθεῖ.

Τό παραμύθι καί ἡ παραβολή εἶναι μία ἐκλαϊκευμένη μορφή ποίησης.
Ὅπως ἡ Ποίηση μέ τό ἐλάχιστο τῆς διατύπωσης κομίζει τό μέγιστο τῆς μετοχῆς, ἔτσι καί ἡ παραβολή καί τό παραμύθι μέ τό ἁπλοϊκό τοῦ τρόπου καί τήν γλώσσα τῆς εἰκόνας μιλοῦν γιά γεγονότα ἀνήκουστα, ἀνείπωτα καί ἀφανέρωτα, ἀλλά καί γιά ἀλήθειες πού, ἄν προσπαθούσες τόν πυρῆνα τῆς κατανόησής τους νά σπάσεις μέ ἐργαλεῖο τή λογική, θά προκαλούσες ὄλεθρο πυρηνικό.

Ὁ Ἐλύτης τό γνώρισε· ἰχνηλάτησε αὐτή τή πορεία καί φθάνοντας στό τέλος της μᾶς βεβαιώνει πώς «ἀπό τό ἐλάχιστο φτάνεις πιό σύντομα ὁπουδήποτε».
Γιά χιλιομετρικές ἀποστάσεις αἰώνων φωτός μιλοῦσε ὁ Χριστός καί ἡ παραβολή μεταφράζοντας συντόμευε τήν ἀπόσταση, φθάνοντας τούς ἀνθρώπους ἔξω ἀπό τό παραθύρι Της, ὅπου τό Πνεῦμα εἶχε φροντίσει ἀνοικτό νά τό κρατεῖ, ἑνῶ ὁ Πατέρας ἀπό μέσα …μαγείρευε!

«Ὁ παραμυθᾶς» λοιπόν εἶναι μία ἔννοια ταυτισμένη στήν ἐμπειρία τοῦ ἐνήλικα μέ τόν ὁρισμό τοῦ «ψευταρᾶ», ἐνῶ στήν ἐμπειρία τοῦ παιδιοῦ μέ τήν τρυφερή εἰκόνα τοῦ παπποῦ ἤ τῆς γιαγιᾶς· ἡ ἀγκαλιά τῶν ὁποίων ἄνοιγε καί κουρνιάζοντας ἐκεῖ ἐμεῖς, προφυλαγμένοι ἀπό τήν κακοκαιρία μιᾶς σκληρῆς πραγματικότητας πού λογικά καί μέ ἐπιχειρήματα τόν οὐρανό ἀρνούνταν, μᾶς ἔκανε νά ὀνειρευόμαστε καί νά ταξιδεύουμε στόν κόσμο τῆς ἀλήθειας, πού οἱ μεγάλοι ἐπέμεναν ἀνύπαρκτο νά τόν κηρύσσουν.

Κάπως ἔτσι λοιπόν φαντάζομαι τήν εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ Παραμυθᾶ, μ’ ἀνοιχτή τήν ἀγκάλη καί σηκωμένη τήν ἄγκυρα νά περιχωρεῖ ὅλα τά παιδιά (τά μικρά καί τά μεγάλα), νά τούς μιλᾶ παραβολικά, δίνοντας ἔμφαση ὄχι σέ νουθεσίες εὐθύγραμμης πορείας, ἀλλά στό λανθάνον περιεχόμενο τῆς εὐαισθησίας πού ἐγκυμονεῖ τό μέλλον. 
Γύρω του Γραμματεῖς καί Φαρισαῖοι, ρήτορες καί διανοούμενοι τῆς κάθε ἐποχῆς σκωπτικά νά μειδιοῦν, «μήπως πίστεψε σ’ αὐτόν κανένα μέλος τοῦ συνεδρίου ἤ κανείς ἀπό τούς Φαρισαίους; Μόνον αὐτός ὁ ὄχλος πιστεύει, πού δέν ξέρουν τό νόμο τοῦ Μωϋσῆ καί γι’ αὐτό εἶναι καταραμένοι» (Ἰω. ζ΄ 48,49).

Τά παραμύθια ‒ὅσο παράξενο καί νά σᾶς ἀκουστεῖ‒ δέν εἶναι γιά τούς μικρούς, εἶναι γιά τούς μεγάλους!
Ἤ γιά νά τό διατυπώσω πληρέστερα, εἶναι καί γιά τούς δύο καί ὁ καθένας παίρνει τό κομμάτι του.
Οἱ μικροί παίρνουν τήν εἰκόνα παραμένοντας στά σημαίνοντα, ἐνῶ οἱ μεγάλοι εἰσπράττουν τήν οὐσία κυνηγώντας τά σημαινόμενα.
Εἶναι σάν τή θάλασσα πού ὅλοι μποροῦν νά τή χαροῦν, καί τά παιδιά καί οἱ ἐνήλικες. 
Μόνο πού τά παιδιά θά πλατσουρίζουν στίς ὄχθες της, ἐνῶ οἱ μεγάλοι θά ἀποδιδράσκουν σέ καταδύσεις.
….   ….
….   ….


ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΗ
1. Ἡ ἐννοιολογική βέβαια ἀπόσταση μεταξύ μύθου καί ψέματος εἶναι χαοτική. 
Μύθος εἶναι ἡ διατύπωση τῆς ἀλήθειας μέ διήγηση φανταστική, ἐνῶ ψέμα
εἶναι ἡ διαστρέβλωση καί δολοφονία τῆς ἀλήθειας μέ τρόπο ἀληθοφανῆ.



frear – [2fA]