Δευτέρα 13 Αυγούστου 2018

"Σέρτζιο "





Σέρτζιο – του Απόστολου Θηβαίου
Με δυο φωνές και αφήγηση

Κάγκελα, γρύπες, παράθυρα
καϊκια, φουστάνια, ξωκκλήσια
και σκαλοπάτια και άγιοι,
όλα κυμάτιζαν
μες στην καρδιά
του κοριτσιού


Τα πρώτα σχέδια του Σέρτζιο ήταν με σινική μελάνη.
Παστέλ, νωπογράφοι, ίσιο κόψιμο, μερικές από τις καλλιτεχνικές πρωτοτυπίες του. 
Οι εκθέσεις του δεν άφησαν κανέναν ασυγκίνητο.
Το νέο αστέρι της σύγχρονης τέχνης τώρα μεταμορφώνεται σε πεταλούδα, είπαν.

Όλοι υποκλίνονται στον Σέρτζιο.
Τα έργα του είναι φωτογραφίες της Νάπολης, πάντα νύχτα, το Παρίσι των γκέτο, το Βερολίνο, η Αθήνα, το Όσλο, οι χιλιάδες πολιτείες του κόσμου που ιδρύθηκαν κάποτε
στ’ όνομα του Χριστού. 
Στις δηλώσεις του είναι φειδωλός και αυτή η ρομαντική του συστολή τον έχει προικίσει 
με την άδολη αγάπη του κοινού.

Στο σπίτι του Σέρτζιο, σε μια γωνιά κάποιος νέος ζωγραφίζει.
Μα δεν είναι τόσο νέος, τα μαλλιά του είναι γκρίζα, κοιτάξτε…
Τα παράθυρα στο δωμάτιο είναι ντυμένα με πισόχαρτο.
Οι κινήσεις του φανερώνουν μια πρωτοφανή ένταση.
Κάθε τόσο γέρνει ακίνητος πάνω στο γραφείο, γυρεύει απεγνωσμένα έναν λόγο 
για να συνεχίσει.

Δείτε, είναι ο Σέρτζιο, η παλιά ελπίδα της ζωής μας.
Πόσο μόνος, τι κλειστός ο κόσμος του.
Δεν θυμάται πια πώς μιλούν, αφού εδώ και είκοσι σχεδόν χρόνια ζει μακριά 
από τους ανθρώπους. Είναι φανερό, ο άνθρωπος αυτός είναι τόσο λυπημένος, ο άνθρωπος αυτός που σκύβει σαν συντρίμι και σαν ζωγραφιά πάνω από τούτη τη στιγμή.

Αφήστε τον καλύτερα, θα πρέπει μόνος να πορευτεί ως την έρημο και πέρα.
Το πεπρωμένο του είναι κόκκινο αχείλι, η μοίρα του γραμμένη στους αέρηδες, έξω 
απ’ τον κόσμο, έξω απ’ τον κόσμο.
Αφήστε τον λοιπόν και ορκιστείτε, πως θα σβήσετε για πάντα απ’ το νου σας τη γαλάζια 
φλόγα που καίει ανάμεσά μας.
Iουδήθ, Μάγια, Μαρία του Χιονιού, Μόνα, αγία προτομή του μητροπολιτικού μουσείου, 
σταθείτε δίπλα του την άγια εκείνη νύχτα, που ο Σέρτζιο θα ονομάσει ένα αστέρι.

Ο Σέρτζιο χάθηκε ως κόσμος ιδεατός.
Ξοδεύτηκε στις ζωγραφιές του, άναψε όλα τα φώτα στους εξώστες, μας ξεγέλασε, μας 
ξεγέλασε.
Στην Λισσαβώνα σκόρπισε, χιλιάδες χάντρες από ροζάρια.
Στην πόλη των καλών ανέμων, όχι όχι, στους βυθούς των πηγαδιών πνίγηκε και φέγγει 
το πρόσωπό του άμα γεμίζει το φεγγάρι, όταν σπάζουν τα κύματα τις προκυμαίες και όταν 
φθάνουν τα νέα στις βόρειες θάλασσες.

Αν λίγη αγάπη, αν μια μυστική εκτίμηση συνοδεύει τη μνήμη του, αν κάτι διαλύει τις ομίχλες 
στους πορθμούς, είναι το ανεπανάληπτο σούρουπο της 8ης Νοεμβρίου με τον υαλογράφο.
Με τη γαλάζια λάμψη να κοιμάται και με τη μεγάλη πολιτεία μια ανάσα μόνο πέρα.



frear – [2fA]











Share

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου