Τρίτη 8 Ιουνίου 2021

"Τέσσερα από οκτώ.. "

 



Louise Glück   [βραβεῖο Pulitzer, 1993 καί National Book Award, 2014]
[Ὀκτώ Πεζά Ποιήματα, ἀπό τό βιβλίο "Πιστή κι Ἐνάρετη Νύχτα", 2004]


1. Θεωρία τῆς Μνήμης

Πρὶν πολλὰ πολλὰ χρόνια, πρὶν γίνω βασανισμένος καλλιτέχνης,
προσβεβλημένος ἤδη ἀπὸ πόθο, ἀλλὰ ἀνίκανος νὰ σχηματίσω
δεσμοὺς διαρκείας, πολὺ καιρὸ πρὶν ἀπὸ ὅλα αὐτά,
ἤμουν ἔνδοξος ἡγεμὼν καὶ εἶχα ξανακατακτήσει, κομμάτι κομμάτι,
μιὰ ὁλόκληρη χώρα – ἔτσι μοῦ δήλωσε μιὰ μάντισσα ποὺ ἐξέτασε
τὴν παλάμη μου. Βλέπω σπουδαῖα πράγματα ἐμπρός σου, εἶπε
ἢ ἴσως πίσω σου, δὲν μπορῶ νὰ εἶμαι σίγουρη.
Παρ᾽ὅλα αὐτά, πρόσθεσε, τί σημασία ἔχει; Αὐτὴ τὴ στιγμὴ δὲν εἶσαι
παρὰ ἕνα παιδὶ ποὺ τοῦ κρατάει τὸ χέρι μιὰ μάντισσα. Ὅλα τὰ ὑπόλοιπα
εἶναι ὑποθέσεις καὶ ὄνειρα.


2. Οὐτοπία

Ὅταν σταματήσει τὸ τραῖνο, εἶπε ἡ γυναίκα, πρέπει νὰ ἀνέβεις.
Μὰ πῶς θὰ ξέρω, ρώτησε τὸ κορίτσι, ἂν εἶναι τὸ σωστὸ τραῖνο;
Θὰ εἶναι τὸ σωστὸ τραῖνο, εἶπε ἡ γυναίκα, ἐπειδὴ εἶναι ἡ σωστὴ στιγμή.
Ἕνα τραῖνο προσέγγιζε τὸν σταθμό˙ σύννεφα γκρίζου καπνοῦ ἔβγαιναν
ἀπὸ τὴν καμινάδα. Εἶμαι τόσο τρομαγμένη, σκέφτεται τὸ κορίτσι,
καὶ ἁρπάζει τὶς κίτρινες τουλίπες ποὺ θὰ δώσει στὴ γιαγιά της.
Τοῦ ἔχουν πλέξει τὰ μαλλιά σὲ σφιχτὲς κοτσίδες γιὰ νὰ μὴ λυθοῦν
στὸ ταξίδι. Ὕστερα, χωρὶς λέξη, ἀνεβαίνει στὸ τραῖνο,
ἀπὸ τὸ ὁποῖο ἔρχεται ἔνας παράξενος ἦχος, ποὺ δὲν ἀνήκει σὲ γλώσσα
ὅπως αὐτὴ ποὺ μιλάει τὸ κορίτσι, ἀλλὰ μοιάζει πιὸ πολὺ μὲ θρῆνο
ἢ στεναγμό.

3. Ἀπαγορευμένη Μουσική

Ἡ ὀρχήστρα ἔπαιζε ἤδη ἀρκετὴ ὥρα, καὶ εἶχε περάσει τὸ andante,
τὸ scherzo καὶ τὸ poco adagio, καὶ ὁ πρῶτος φλαουτίστας εἶχε γείρει
τὸ κεφάλι στὸ ἀναλόγιό του, καθὼς ἤξερε ὅτι δὲν θὰ τὸν χρειάζονταν
μέχρι αὔριο, καὶ ἦρθε ἡ σειρὰ ἑνὸς κομματιοῦ στὴν παρτιτούρα
ποὺ τὸ ἔλεγαν ἡ ἀπαγορευμένη μουσική, διότι ὁ συνθέτης εἶχε δώσει ὁδηγίες
νὰ μὴν παίζεται. Ἔπρεπε, ὅμως, νὰ ὑπάρχει καὶ νὰ μὴν παίζεται,
κι ἂν ἤθελε ὁ μαέστρος ἂς ἔκανε μιὰ παύση. Ἀπόψε, ὅμως,
ἀποφασίζει ὁ μαέστρος, πρέπει νὰ παιχθεῖ – διψάει νὰ γίνει διάσημος.
Ὁ φλαουτίστας ξυπνάει ἀπότομα. Κάτι καινούριο φτάνει στὰ αὐτιά του,
κάτι ποὺ δὲν ἔχει ἀκούσει ποτὲ πρίν. Ὁ ὕπνος κόβεται.
Ποῦ βρίσκομαι τώρα, σκέφτεται. Καὶ μετὰ τὸ ἐπανέλαβε, σὰν γέρος
ξαπλωμένος στὸ πάτωμα ἀντὶ γιὰ τὸ κρεββάτι του. Ποῦ βρίσκομαι
τώρα;

4. Τό ἀνοιχτό παράθυρο

Ἕνας ἡλικωμένος συγγραφέας εἶχε τὴ συνήθεια νὰ γράφει τὴ λέξη ΤΕΛΟΣ
σὲ μιὰ κενὴ σελίδα πρὶν ξεκινήσει νὰ γράφει τὶς ἱστορίες του, καὶ μετὰ
συνήθιζε νὰ παίρνει μιὰ δέσμη σελίδες, χαρακτηριστικὰ λεπτὴ τὸν χειμώνα
ποὺ τὸ φῶς τῆς ἡμέρας διαρκοῦσε λίγο, καὶ συγκριτικὰ μεγαλύτερη
τὸ καλοκαίρι ποὺ ἡ σκέψη του ξαναγινόταν χαλαρὴ καὶ συνειρμική,
διασταλτικὴ σὰν τὴ σκέψη τῶν νεαρῶν. Ἀσχέτως τοῦ ἀριθμοῦ τους,
τοποθετοῦσε αὐτὲς τὶς σελίδες πάνω ἀπὸ τὴν τελευταία, ὥστε
νὰ τὴν κρύβουν. Μόνο τότε τοῦ ἐρχόταν ἡ ἱστορία, ἀπέριττη καὶ ἐξευγενισμένη
τὸν χειμώνα, πιὸ ἐλεύθερη τὸ καλοκαίρι. Μὲ αὐτὴ τὴ μέθοδο
εἶχε γίνει διάσημος, σπουδαῖος.

Ἐργαζόταν κατὰ προτίμηση σὲ ἕνα δωμάτιο χωρὶς ρολόγια, καὶ ἄφηνε τὸ φῶς
νὰ τοῦ πεῖ πότε τελείωνε ἡ ἡμέρα. Τὸ καλοκαίρι, ἤθελε τὸ παράθυρο ἀνοιχτό.
Πῶς θὰ μποροῦσε ὅμως, καὶ τὸ καλοκαίρι νὰ μπαίνει χειμωνιάτικος ἀέρας
στὸ δωμάτιο; Ἔχεις δίκηο, φώναξε στὸν ἀέρα, αὐτὸ ἀκριβῶς μοῦ ἔλειπε,
αὐτὴ ἡ ἀποφασιστικότητα, αὐτὴ ἡ σκαιότητα, αὐτὴ ἡ ἔκπληξη – ἄχ, ἂν μποροῦσα
νὰ τὸ καταφέρω αὐτό, θὰ ἤμουν θεός! Καὶ ξάπλωνε στὸ κρύο πάτωμα
τοῦ γραφείου του καὶ παρακολουθοῦσε τὸν ἀέρα ποὺ ἀνακάτευε τὶς σελίδες,
μπερδεύοντας τὶς γραμμένες καὶ τὶς ἄγραφτες, καὶ τὸ τέλος
ἀνάμεσά τους.

 

frear – 2φΑ





Share

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου