Slave Driver - από τον Γιώργο Ντόκο
Η Τζαμάικα προσαρτήθηκε στο Ηνωμένο Βασίλειο από την Ισπανία το 1665 και αμέσως
σε όλη την έκτασή της αναπτύχθηκαν τεράστιες φυτείες ζαχαροκάλαμου, προκειμένου
να ικανοποιήσουν την ευρωπαϊκή ζήτηση για ζάχαρη. Γι’ αυτόν το σκοπό
μεταφέρθηκαν από την Αφρική νέγροι σκλάβοι, ανθεκτικοί στην εργασία.
Η υποδούλωση βασίστηκε σε μια αυστηρή φυλετική ιεραρχία, στην οποία οι μαύροι
ήταν κατώτερη φυλή.
Ωστόσο, οι μαύροι σκλάβοι δεν ανέχονταν πάντα μοιρολατρικά την υποδούλωση τους.
Ωστόσο, οι μαύροι σκλάβοι δεν ανέχονταν πάντα μοιρολατρικά την υποδούλωση τους.
Δραπέτες ταλαιπωρούσαν το σύστημα εξαναγκαστικής εργασίας.
Εξεγέρσεις, συχνά βίαιες, ήταν διαδεδομένες περισσότερο στην Τζαμάικα από
οποιοδήποτε άλλο νησί της Καραϊβικής, μέχρι τη χειραφέτηση.
Σε όλες τις ευρωπαϊκές αποικίες όπου υπήρχε και δουλεία γυναικών,
αυτές ήταν συχνά υπηρέτριες και είχαν σεξουαλικές σχέσεις με τους κυρίους τους.
Σε αυτό η Τζαμάικα δεν αποτέλεσε εξαίρεση.
Σε αυτό η Τζαμάικα δεν αποτέλεσε εξαίρεση.
Μετά από χρόνια αυτή η αρκετά κοινή
πρακτική, δημιούργησε ένα μεγάλο αριθμό μιγάδων.
Ενώ ο πληθυσμός αυτός μπορεί να γίνει αντιληπτός ως απειλή για την
"λευκή" κυριαρχία, θολώνοντας τη διαχωριστική γραμμή του χρώματος,
δημιούργησε επίσης μια κοινωνική ιεραρχία στον μαύρο πληθυσμό, σύμφωνα με την
οποία η ανοιχτή χροιά ενός ατόμου, δημιουργούσε γι’ αυτό καλύτερες οικονομικές
και κοινωνικές συνθήκες.
Αυτές οι διακρίσεις όμως στον μαύρο πληθυσμό, συνεχίστηκαν και μετά τη δουλεία και συνεχίζονται μέχρι σήμερα. Μέσα από τη μετάβαση στον καπιταλισμό, όπου οι κοινωνικά ευνοημένοι μιγάδες έγιναν η Τζαμαϊκανή αστική τάξη, ακολουθώντας με τα ευρωπαϊκά πρότυπα τη μεσαία τάξη, οι μαύροι Τζαμαϊκανοί συνέχισαν να περιθωριοποιούνται και να αποτελούν την συντριπτική πλειοψηφία των φτωχών.
Αυτές οι διακρίσεις όμως στον μαύρο πληθυσμό, συνεχίστηκαν και μετά τη δουλεία και συνεχίζονται μέχρι σήμερα. Μέσα από τη μετάβαση στον καπιταλισμό, όπου οι κοινωνικά ευνοημένοι μιγάδες έγιναν η Τζαμαϊκανή αστική τάξη, ακολουθώντας με τα ευρωπαϊκά πρότυπα τη μεσαία τάξη, οι μαύροι Τζαμαϊκανοί συνέχισαν να περιθωριοποιούνται και να αποτελούν την συντριπτική πλειοψηφία των φτωχών.
Η βιομηχανία της μπανάνας ξεκίνησε στα τέλη του 19ου αιώνα και άνοιξε εμπορικές
σχέσεις με την Αμερική, ενώ παράλληλα πολλοί νέγροι της Καραϊβικής δούλεψαν στα
έργα της διάνοιξης της διώρυγας του Παναμά.
Αυτά τα ταξίδια έφεραν τους σκλάβους για πρώτη φορά σε επαφή με ριζοσπαστικές ιδέες.
Αυτά τα ταξίδια έφεραν τους σκλάβους για πρώτη φορά σε επαφή με ριζοσπαστικές ιδέες.
Μεταξύ αυτών των Τζαμαϊκανών στον Παναμά ήταν και εκείνοι που στη συνέχει
έθεσαν τα θεμέλια για το κίνημα Ρασταφάρι:
ο Athlyi Rogers, ο Γκρέις Jenkins, ο Balintine Pettersburgh, ο Leonard Howell και κυρίως, ο Marcus Garvey.
ο Athlyi Rogers, ο Γκρέις Jenkins, ο Balintine Pettersburgh, ο Leonard Howell και κυρίως, ο Marcus Garvey.
Στον Παναμά και στα εμπορικά πλοία άρχισαν να ζυμώνονται
ιδέες, οι οραματιστές να προφητεύουν την επιστροφή στην Αφρική, αναπτύσσοντας
τις θεωρίες για το μαύρο χρώμα του Θεού (και ως εκ τούτου, την εκ φύσεως
αξιοπρέπεια και ιερότητα των μαύρων), ενώ άλλοι ανέπτυξαν μαρξιστικές ιδέες και
την ανάγκη οι μαύροι να ανατρέψουν το σημερινό σύστημα, προκειμένου να αποκτήσουν
οικονομική ανεξαρτησία και εξουσία.
- Το 1973 κυκλοφόρησε ο δίσκος του Bob Marley «Catch a fire»
όπου και το τραγούδι Slave Driver:
Οδηγέ των σκλάβων οι καιροί έχουν αλλάξει -
αν φουντώσει μια φωτιά, μπορεί τώρα να σε κάψει!
Κάθε φορά που ακούω τον ήχο από μαστίγιο, το αίμα μου παγώνει
θυμάμαι πάνω στο πλοίο των σκλάβων, πως κακοπάθανε πολλές ψυχές.
Σήμερα λένε ότι είμαστε ελεύθεροι,
μόνο που είμαστε αλυσοδεμένοι στη φτώχεια.
Καλέ Θεέ νομίζω, ότι αυτό είναι η αμορφωσιά
είναι μια μηχανή, που φτιάχνει χρήματα.
fb – [2fA]
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου