Μια αληθινή ιστορία
- από κήρυγμα του π. Στεφάνου Αναγνωστόπουλου
….
Μια μάνα είχε τρία παιδάκια. Το ένα πίσω απ' τ' άλλο.
Τριών χρονών, τεσσάρων και πέντε. Τα δύο πεθαίνουν από λευχαιμία.
Αρρωσταίνει και το τρίτο με λευχαιμία και το πάνε στο νοσοκομείο, το πάει η
μάνα, χήρα ήταν, είχε χάσει και τον άντρα της. Δραματική η κατάσταση.
Ένα βράδυ απ' αυτά όπου το παιδάκι χαροπάλευε, πέρασε ένας
γιατρός όλως εκτάκτως, ο Διευθυντής του Τμήματος, γιατί κάποια οικογένεια τον
είχε παρακαλέσει, τον είχε πληρώσει, δεν ξέρω τι είχε κάμει, και έτσι ήρθε να
δει κάποιο παιδάκι μες στη νύχτα.
Εκείνος, κάτω από μια ώθηση - του Θεού ασφαλώς, πέρασε και από τ’ άλλα παιδιά
και είδε και το παιδάκι αυτής της χήρας γυναικός.
Της λέει: «Πονεμένη μάνα, πάρε το παιδάκι σου και φύγε τώρα,
τουλάχιστον να πεθάνει στην αγκαλιά σου και στο σπίτι σου, δεν πρόκειται να
ζήσει παραπάνω από μια ώρα.
Είναι - δεν είναι, μία ώρα η ζωή του…
Θα πω να σου δώσουν ένα σημείωμα τώρα, για να μη σε σταματήσει
έξω ο φύλακας του νοσοκομείου».
Πράγματι λοιπόν, το έδωσαν.
Πράγματι λοιπόν, το έδωσαν.
Αυτή τα ’χε χάσει εν τω μεταξύ, ήδη τα ’χε χαμένα, αρπάζει
το παιδί της στην αγκαλιά και βγαίνει έξω στους δρόμους. Ήταν τρεις η ώρα τη
νύχτα, τρεις - τρεισήμισι.
Κανείς στους δρόμους, ερημιά παντελής. Και τσίριζε
και φώναζε.
Σε μια στροφή του δρόμου βλέπει ξαφνικά μπροστά της μια
γυναίκα, μια νεαρή σχετικά γυναίκα, τριάντα ετών, πόσο να ήταν…
Μόλις είχε τελειώσει τη δουλειά της. Ποια δουλειά; Ήταν πόρνη!
Και είχε τελειώσει τη νυχτερινή της βάρδια της αμαρτίας.
Μόλις έφτασε μπροστά της τρέχοντας, με το μωρό στην αγκαλιά,
το πέταξε στην αγκαλιά αυτής της γυναίκας. Έπεσε στα πόδια της:
«Σώσε το παιδί μου! σώσε το παιδί μου! σώσε το παιδί μου!» της φώναξε.
Τα ’χασε αυτή. Πόρνη ήταν, αμαρτωλή, γεμάτη βρωμιά και δυσωδία, μόλις είχε
τελειώσει και κλείσει την πόρτα της αμαρτίας. Τι να κάνει;
Στα πόδια της μια μάνα, στα χέρια της ένα παιδί που έσβηνε. Το είδε ο Θεός.
Σήκωσε τα μάτια της στον ουρανό και φώναξε μέσα από τη ψυχή
της:
«Θεέ μου, εγώ είμαι αμαρτωλή, μια πόρνη. Αν δεν μ’ ακούς εμένα και δεν θα μ’
ακούσεις βέβαια τέτοια που είμαι, άκουσε τουλάχιστον αυτή την πονεμένη μάνα».
Αυτά είπε. Και κείνη τη στιγμή έγινε το θαύμα!
Το παιδί άνοιξε τα μάτια και είπε «μανούλα» και αγκάλιασε με τα χεράκια του
την πόρνη.
Της το ’δωσε και το θαύμα έγινε.
Ο Θεός άκουσε την προσευχή μιας αμαρτωλής.
Όχι της μάνας, αλλά μιας αμαρτωλής, μιας πόρνης.
….
GT – [2fA]
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου