Σπύρος
Κυριαζόπουλος
Από το βιβλίο του "Προλεγόμενα εις την ερώτησιν περί Θεού"
[ 3 από 3 μέρη]
Ἡ πίστη, οὐράνια
καί ἐρευνητική, ταπεινή μπροστά στόν Θεό καί μέ ἀξιοπρεπή εὐθύνη, ξεπερνάει τά
τείχη τοῦ χρόνου, ζητώντας μέ κάθε θυσία, νά βρεῖ τό οὐσιαστικό νόημα τῆς ζωῆς.
Ζεῖ σάν ἐνθουσιασμός καί ὑπέρβαση σάν ἀγωνιζομένη ἐλευθερία χάριν τῆς ἐλευθερίας
τοῦ Θεοῦ, ὁ ὁποῖος ἀγαπᾶ καί ἀγαπᾶται.
Ἡ πίστη εἶναι τό
διαφορετικό καί συγχρόνως ἡ ὁλοκλήρωση τῆς λογικῆς.
Σάν λογική τοῦ ὑπέρλογου
Θεοῦ, ἡ πίστη δέν εἶναι λογική ἀπόδειξη, ἀλλά ὑπακοή. Δέν εἶναι ἐρευνητική
στάση, ἀλλά συναρπαγή.
Δέν εἶναι κατάληξη συλλογισμοῦ, ἀλλά εὐθύνη. Πίστη εἶναι
ἀγώνας καταξίωσης, εἶναι αὐτοσκοπός χωρίς νά εἶναι ἡ κατ᾿ ἐξοχήν εὐτυχία στόν
κόσμο αὐτόν.
Κυρίως ἡ πίστη εἶναι
ἀνάβαση καί ἡ ἀνάβαση εἶναι νίκη κατά τῆς βαρύτητας καί ἀγώνας καί κόπος. Ἡ
μετάβαση ἀπό τό ἐγώ στό ΣΥ καί ἡ ἀξιολόγηση τοῦ ΣΥ σάν προτεταιότητας, ἡ εὐθύνη
τῆς σχέσεως μέ τό ΣΥ καί ἡ μετάλλαξη τοῦ "θέλω" σέ
"γενηθήτω"εἶναι ἡ ἐπιδίωξη, ἡ ἀξία καί ἡ καταξίωση τῆς πίστεως.
Ἡ πίστη
καταξιώνεται ὄχι σάν ἀπόκτημα ἀλλά σάν πρόσκτηση, ὄχι σάν ἕνα στιγμιαῖο γεγονός
τῆς ζωῆς ἀλλά σάν ἐξ ἀρχῆς ἐπιδιωκομένη ἀξία.
Πίστη εἶναι ἀγώνας νά πιστεύω. Ἡ
πίστη σχετίζεται μέ τήν ἀπιστία.
Ἡ πίστη δέν εἶναι τό ἀντίθετο τῆς ἀπιστίας ἀλλά
καί οἱ δυό εἶναι "ὁμοούσιες".
Ἀπιστία εἶναι ἐκείνη
ἡ πίστη πού χαίρεται τήν αὐτάρκεια.
Πίστη εἶναι ἐκείνη ἡ ἀπιστία πού ἀγωνίζεται
νά ξεπεράσει τόν ἑαυτό της.
Ἡ πίστη δέν δωρίζεται, κατακτιέται· ἀναλόγως μέ τόν
ἀγώνα καί μέ τήν δύναμη τοῦ ἀγώνα.
Ἡ ἐλευθερία εἶναι ἡ
ἀξία τῆς πίστεως καί ὁ ἀγώνας της καί συγχρόνως ὁ κριτής της.
Ἐν τούτοις ἡ
πίστη ὡς κατάκτηση καί ὄχι ὡς παροχή δέν εἶναι ένα ἄμεσο ἀποτέλεσμα τῆς θέλησης τοῦ
ἀνθρώπου. Δέν πιστεύουμε εὐθύς ἀμέσως ὅταν ἐπιθυμήσουμε νά πιστεύσουμε. Δέν εἶναι
ἡ ἐπιθυμία ἡ μητέρα που γεννᾶ τήν πίστη.
Πίστη εἶναι ἡ ἀμοιβή-ἀποτέλεσμα
τῆς ἐλευθερίας ἀπ᾿ ὅλα.
Δέν ἀνατέλει σέ ὅσους ἐπιθυμοῦν τήν "ἀνατολή"
της, ἀλλά σέ ὅσους πορεύονται πρός τήν ἀνατολή.
Τό μέγεθος τῆς
πίστεως δέν εἶναι ἀνακάλυψη, οὔτε δῶρο, εἶναι ἐπιβράβευση.
Ἡ πίστη δέν ἔρχεται
σ᾿ αὐτόν πού τήν περιμένει, ἐκείνη περιμένει τό ἐρχόμενο. Οὔτε ἡ βάσει ἀποδείξεων
ἀξιολόγηση, οὔτε ἡ αὐτονόητη πεποίθηση εἶναι πίστη.
Λογική καί ἀναμφίβολη
γνώση, εἶναι σκαλοπάτια τῆς πίστεως.
Πίστη στόν Θεό δέν
εἶναι ἡ πλέον ἀφελής βαθμίδα τῆς πλατωνικῆς γνωσιολογίας· δέν εἶναι κάποιο εἶδος
πίστεως, οὔτε κάποιο εἶδος γνώσεως ἀλλά ἕνα εἶδος ἁγώνα.
Ἡ πίστη δέν εἶναι ἀναπόδεικτη
μεταφυσική, εἶναι συνεχές ξεπέρασμα καί τῆς λογικῆς καί τῆς ἔλλειψης λογικῆς.
Γι᾿ αὐτό δέν
γίνεται ποτέ ἀναντίρρητη βεβαιότητα, γίνεται ἀναιρούμενη ἀμφιβολία. Δέν εἶναι
παραζάλη τῆς αὐτοπεποιθήσεως τῆς λογικῆς, ἀλλά ξύπνημα τῆς ἀμβιφολίας τῆς λογικῆς
γιά τόν ἑαυτό της.
Ἡ ἀμφιβολία εἶναι τό ξημέρωμα τῆς πίστεως καί τό κριτήριο τῆς
ἀξίας-ποιότητός της.
Ἡ βαθύτητα τῆς
πίστεως ἐξαρτάται ἀπό τήν βαθύτητα τῆς ἀμφιβολίας τήν ὁποία προσπαθεί νά ὑπερνικήσει.
Ἡ ἀμφιβολία εἶναι ἡ πιό βαθειά πηγή μιᾶς τίμιας πίστεως, εἶναι ἀπαραίτητη
προϋπόθεση τῆς αὐτοσυνειδησίας τῆς πίστεως.
Ἡ ἀμφιβολία δέν εἶναι
τό ἀντίθετο τῆς πίστεως ἀφοῦ πίστη δέν εἶναι ἀπλά ἡ παθητική παραδοχή τοῦ ἀπίστευτου,
ἀλλά ὁ ἀγώνας ἀνάμεσα στό ἐγώ καί τήν ἀμφιβολία, ὅταν τό ἐγώ βρίσκεται μπροστά
στόν Θεό.
Μέσα της ἔχει ἡ
πίστη τήν ἀμφιβολία γιά τήν πίστη καί μόνον τότε εἶναι ζωντανή καί "ἐν ἐγρηγόρσει"
ὅταν ὑπερνικᾶ τήν ἀμφιβολία ξεχνώντας διαρκῶς τόν ἑαυτό της.
Ἐξ αἰτίας τῆς ἀμφιβολίας
ἡ πίστη ἀγρυπνεῖ, γνωρίζει ὅτι σκοπό ἔχει νά ὑπερβεῖ τό τέρμα καί ἀντιλαμβάνεται
τήν εὐθύνη τῆς τόλμης της.
Ἡ πίστη εἶναι τό
μόνο οὐσιαστικό παράδοξο στόν κόσμο.
Δέν ἐξαφανίζει τίς ἐρωτήσεις τῆς ἀμφιβολίας
ἀλλά τίς ὁδηγεῖ στήν συνειδητοποίηση (ἀπό μέρους τους) τῆς σχετικότητάς τους. Ὁ
λόγος τῆς πίστεως δέν διαλύει τήν λογική οὔτε προσπαθεί νά τῆς ἀποδείξει τήν ἀλήθεια
του (ἀφοῦ ἡ πίστη δέν εἶναι ἀπό αὐτόν τόν κόσμο) ἀλλά τῆς ὑποδεικνύει τήν
ταυτότητά της καί τά ὅρια τῆς δικαιοδοσίας της.
Δέν εἶναι ἡ λογική ἀλλά
ὁ "ὀρθολογισμός" ὁ ἀρνητής τῆς πίστεως.
Δέν εἶναι ἡ πίστη ἀλλά ἡ
μισαλλοδοξία ἐχθρός τῆς λογικῆς. Rationalismus ὅμως καί fideismus δέν εἶναι οὔτε
λογική οὔτε πίστη. Λογική καί πίστη δέν εἶναι ἀντίπαλοι, εἶναι συναγωνιστές
στήν προσπάθεια νά ὑπερπηδηθεῖ τό τέρμα.
Ἡ λογική προετοιμάζει τήν ἐμφάνιση τῆς
πίστεως καί τῆς διδάσκει κατόπιν τήν εὐθύνη της.
Ἡ πίστη βοηθᾶ τήν
λογική νά ἀπαλλαγεῖ ἀπό τόν ἔμφυτο ἐγωισμό της.
Ἡ λογική εἶναι ἡ
"φάτνη" καί συγχρόνως ἡ δοκιμασία τῆς πίστεως.
Ἡ πίστη δέν θέλει νά ἀκυρώσει, ἀλλά νά ὁλοκληρώσει τήν λογική.
Στήν συνειδητή καί ἀγνωνιστική πίστη, πού δέν ἔχει
σκοπό τήν κατάκτηση τοῦ Θεοῦ ὑπό τοῦ ἀνθρώπου, ἀλλά τήν καταξίωση τοῦ ἀνθρώπου
διά τοῦ Θεοῦ, ἐνσαρκώνεται τό οὐσιαστικό νόημα τῆς ἀνθρώπινης ὑπάρξεως.
Ἡ πίστη εἶναι τό
μέγιστο μάθημα τῆς πνευματικῆς ζωῆς.
Εἶναι ἡ πλοκή τοῦ φοβοῦ μπροστά στόν Θεό τῆς δεήσεως πρός τόν Θεό τοῦ σωστοῦ ἐνώπιον
τοῦ Θεοῦ.
Ὅταν ἡ πίστη στόν ἀγώνα
της πρός ὑπέρβαση τοῦ προσωρινοῦ ἐρωτᾶ, φανερώνει τήν ἀγωνιστική εὐθύνη τῆς ἐλευθερίας
της.
Ἡ ἐρώτηση εἶναι τό πνεῦμα μαθητείας τῆς πίστεως.
Ἡ δυσπιστία τῆς πίστεως
για τόν ἑαυτό της, ἐπιζητεῖ καί ἐκφράζει τήν ἐμπιστοσύνη πρός τόν Θεό.
Πιστεύω Κύριε,
βοήθει μου τῇ ἀπιστίᾳ.