Κυριακή 31 Οκτωβρίου 2021

"Όταν η καρδιά αγρυπνεί "

 



Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος  -  "Η αγάπη του πνευματικού πατέρα"
[ΟΜΙΛΙΑ ΠΡΩΤΗ ΟΤΑΝ ΕΠΕΣΤΡΕΨΕ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΞΟΧΗ]


Άραγε με θυμόσασταν κατά τον ενδιάμεσο αυτό χρόνο που χωρίστηκα από σας;

Γιατί εγώ ποτέ δεν μπόρεσα να σας ξεχά­σω, αλλά αν και άφησα την πόλη, όμως δεν άφησα τη θύμησή σας, και όπως αυτοί που αγαπούν τα ωραία σώματα, όπου και αν πάνε, φέρνουν μαζί τους το πρόσωπο που ποθούν, έτσι λοιπόν και εγώ, επειδή αγάπησα την ομορφιά της ψυχής σας, φέρνω πάντοτε μαζί μου την ομορφιά της ψυχής σας.

Και όπως ακριβώς οι ζωγράφοι, αναμειγνύοντας διάφορα χρώματα, φτιάχνουν τις εικό­νες των ανθρώπων, έτσι και εγώ, αφού ανάμειξα, σαν διάφορα χρώματα της αρετής, το ενδιαφέρον σας για τις συνάξεις μας, την προθυμία σας για την ακρόαση, την αγάπη σας για τον ομιλητή, και όλα τα άλλα σας κατορθώματα, και ζωγράφισα την εικόνα της ψυχής σας και την τοποθέτησα μπροστά στα μάτια της διάνοιάς μου, έπαιρνα με τη φαντασία αυτή μεγάλη παρηγοριά στο χωρισμό αυτό.

Έτσι λοιπόν κι όταν έμενα στο σπίτι και όταν απουσίαζα, και όταν βάδιζα κι όταν αναπαυόμουν, κι όταν έμπαινα κι όταν έβγαινα, έφερνα συνέχεια στη φαντασία μου την αγάπη σας και έβρισκα ευχαρίστηση σ' αυτές τις ονειροπολήσεις, όχι μόνο την ημέρα, αλλά και τη νύχτα.
Και εκείνο που είπε ο Σολο­μών, «εγώ κοιμάμαι και η καρδιά μου αγρυπνεί», αυτό πάθαινα κι εγώ τότε. 

Η ανάγκη δηλαδή του ύπνου βάραινε τα βλέφαρά μου, αλλά η τυραννική δύναμη της αγάπης σας, απομάκρυνε τον ύπνο από τα μάτια τη ψυχής μου, και πολλές φορές νόμιζα πως μιλούσα μαζί σας.
Κι ενώ δεν σας έβλεπα με τα μάτια του σώματος, σας έβλεπα με τα μάτια της αγάπης.

[Η Ποιμαντική Σκέψη της Εβδομάδος]

 

π.Ζ. – 2φΑ


Σάββατο 30 Οκτωβρίου 2021

"Μόνο χαρά! "

 



-  π. Νικόλαος Λουδοβίκος
[από την ομιλία του "Η εθελούσια μετάλλαξη του ανθρώπου"
την Κυριακή 17 Οκτωβρίου 2021, στον Άγιο Γεώργιο Κυψέλης]


- Άμα ξεχάσουμε τα ουσιώδη, σας λέω ειλικρινά, ότι όσα εμβόλια και να βάλουμε ή όσα εμβόλια κι αν γλυτώσουμε, το αποτέλεσμα ενώπιον του Θεού είναι το ίδιο!

- Η πίστη δεν είναι το αντίθετο της γνώσης. Είναι μια μορφή γνώσης πολύ σημαντική.

- Το life style είναι παρανοϊκό σήμερα!
Σου ζητάει να είσαι απόλυτα αφιερωμένος στην εκπλήρωση των επιθυμιών σου και ταυτόχρονα, να είσαι απόλυτα αγαπητός στους άλλους.
Αυτό το πράγμα τι σημαίνει;

Σημαίνει ότι στην πραγματικότητα τους άλλους θα τους υποτάξεις!
Και σήμερα θέλουμε να υποτάξουμε ο ένας τον άλλον.
Ο τρόπος της αλήθειας σήμερα, είναι ο τρόπος της υποταγής του άλλου, της εξαπάτησης του άλλου, της πίεσης του άλλου, της αναίρεσης της ελευθερίας του άλλου.

Γιατί δεν είναι αυτός ο τρόπος της αγάπης, η οποία έρχεται με τον τρόπο της θυσίας.
Η οποία σώζει τον άλλον στην πληρότητά του και στο λάθος του, και ξαφνικά είναι τόσο ερωτευμένος μαζί σου, με αυτό το καλό που του έκανες, που αλλάζει και ο ίδιος. Μεταβάλλεται.
Μόνο έτσι μεταβάλλεται ο άνθρωπος!

- Αν πάρεις την χαρά από τα πνευματικά πράγματα, δεν μένει τίποτα!
Η πνευματική ζωή στην ουσία της είναι χαρά και ευγνωμοσύνη.

ΔΟΓΜΑ: η ψυχή τρέφεται μόνο με χαρά! Με τίποτε άλλο!



antifono

Θεόδωρος – 2φΑ

                                                 

Παρασκευή 29 Οκτωβρίου 2021

"Σαν ένας γυλιός "

 



ΝΙΚΗΦΟΡΟΣ ΒΡΕΤΤΑΚΟΣ  -  «Ο ΣΤΡΑΤΙΩΤΗΣ»


Σ' όλη μου τη ζωή, ήμουν στον πόλεμο.
Μέσα σε χαρακώματα, γιομάτα βροχή
όταν έβγαινε ο ήλιος.
Τη νύχτα, περνούσα ποτάμια.
Στο ένα μου χέρι, στο ένα μου πόδι, στο μέτωπο, επίδεσμοι.
Στο άλλο μου χέρι, στο άλλο μου πόδι, στο στήθος μου, λάσπες.
Στα μάτια μου, μόνο σιωπή και παράπονο.
   
Στα χείλη μου ανάμεσα ένα τριαντάφυλλο
   κι απ’ αυτό, κρεμασμένο, σαν ένας γυλιός
   με τα υπάρχοντα όλης μου της ζωής εδώ κάτω,
   ένα χαμόγελο.

 

vb - Γιώργος

                                                 

Πέμπτη 28 Οκτωβρίου 2021

"Ένα κλαδί από δάφνη! "

 



Πηνελόπη Σ. Δέλτα  -  Ο ΦΟΡΟΣ ΤΗΣ ΔΟΞΑΣ
["ΠΑΡΑΜΥΘΙΑ ΚΑΙ ΑΛΛΑ"]


ΣΩΡΙΑΣΜΕΝΗ ΧΑΜΩ, εμπρός στο άγιο εικόνισμα της Παναγίας, προσεύχονταν και παρακαλούσε. Γιατί στα βουνά, εκεί πέρα, μακριά, το κανόνι βοούσε και το τουφέκι έπεφτε πυκνό, και ο αδελφός της είχε φύγει ντυμένος στο χακί, με το τουφέκι στον ώμο, για να ξεπλύνει αυτή τη φορά την ντροπή του άλλου πολέμου.
«Παναγία μου, λυπήσου... Μην πάθει τίποτε ο αδελφός μου!
Είναι τόσο όμορφος και τόσο παλικάρι...»
Από τους πρώτους είχε φύγει, πριν ακόμα τον φωνάξουν, και τώρα τον ήξερε εκεί απάνω, εκεί που βοούσε το κανόνι και που έπεφτε πυκνό το τουφέκι...
Και ήλθε ο Χάρος μπροστά της μαυροντυμένος, στο μαύρο του άλογο, με το μαύρο του τόξο στο χέρι.
- Λυπήθηκα τα δάκρυα σου, της είπε, και ήλθα να σου πω να διαλέξεις, ποιον να σαϊτέψω στη θέση του αδελφού σου;
- Ποιον; έκανε εκείνη που δεν πίστευε στ' αυτιά της. Αχ, Χάρο μου, όποιον θέλεις πάρε, μα λυπήσου τον αδελφό μου!
- Δεν έχει όποιον θέλεις, λέγε ποιον να θανατώσω; Η κόρη έτρεμε.

- Μα είναι ανάγκη να πάρεις και καλά κάποιον;
- Αμέ πώς αλλιώς;
- Ε, πάρε όποιον θέλεις! Μη με ρωτάς εμένα!
- Αν πάρω όποιον θέλω, θα πάρω τον αδελφό σου, γιατί είναι να πέσει σήμερα από βόλι.
Μα τόσο κλάμα έκανες και τόσα παρακάλια, που σε σπλαχνίστηκα και πέρασα από δω να σου το πω. Λέγε γρήγορα τώρα, ποιον να σαϊτέψω στη θέση του;
- Πάρε... πάρε... έκανε η κόρη, και τα χείλια της έτρεμαν, πάρε κανέναν Τούρκο...
Ο Χάρος γέλασε, και η εκκλησία όλη βόησε και αντήχησε το νευρικό του γέλιο.
Η κόρη ανατρίχιασε κι έκρυψε το πρόσωπο της.
- Δόξα δε Θέλησε ο αδελφός σου; Η δόξα μ' αίμα αγοράζεται.
- Πάρε αίμα τούρκικο όσο θέλεις...
- Δεν πληρώνεται μ' αίμα εχθρικό.
- Αχ, Θεέ μου! έκανε η κόρη, διάλεξε λοιπόν εσύ!

- Καλά! είπε ο Χάρος. Κοίταξε δω. Εμπρός στα μάτια της έβαλε ένα καθρεφτάκι, και μέσα είδε η κόρη μια μάχη, τουφέκια χιλιάδες που φλόγιζαν, και σπαθιά που γυάλιζαν, και άλογα αφρισμένα που έσερναν τα μαύρα κανόνια· και δεξιά, ένα σωρό άντρες που έτρεχαν μπροστά.
Ήταν όλοι ντυμένοι στο χακί, με το στέμμα στο πηλήκιο και το τουφέκι στο χέρι, και ανάμεσα τους ανεγνώρισε τον αδελφό της. Έβγαλε μια φωνή και σκέπασε πάλι τα μάτια της, μα ο Χάρος επέμεινε.
- Κοίταξε καλά, είπε· είναι γραφτό, όλους αυτούς όσους βλέπεις δεξιά, να τους θερίσω μεμιάς· μα σαν θέλεις, διάλεξε τους άλλους που είναι αριστερά, και τους θερίζω αυτούς αντί τους πρώτους. Θέλεις; Υπόγραψε!
Και μπροστά της άπλωσε ένα κίτρινο χαρτί και της έδωσε ένα καλάμι αιματοβαμμένο.
Πήρε η κόρη το καλάμι, μα το χέρι της έτρεμε τόσο που δεν μπόρεσε να γράψει.
-Και αυτοί... αυτοί οι άλλοι αριστερά, δεν έχουν αδελφές;

- Βέβαια έχουν, και αδελφές και μάνες. Και ο ένας βλέπεις; -αυτός ο ξανθός με τα μαύρα μάτια; Έχει γυναίκα νέα και όμορφη, που τη στεφανώθηκε μια μέρα πριν φύγει, και είναι δεμένες μαζί οι μοίρες τους.
- Πώς μαζί;
- Με την ίδια σαΐτα που θα θανατώσω εκείνον, θα ρίξω κι εκείνη στον τάφο.
- Αχ, μην το κάνεις!
- Είναι γραφτό.
- Μην τον σκοτώσεις λοιπόν! Άφησε τον και αυτόν να ζήσει!
- Ποιον άλλο να πάρω στη θέση του; Να, αυτός εκεί ο μικρός χλωμός;
Έχει φάγει τα παιδικά του χρόνια στη μελέτη και στη δουλειά, με τη χήρα μάνα του που παιδεύτηκε και πείνασε ώσπου να τον μεγαλώσει. Και τώρα θα βγάλει μιαν ανακάλυψη που θα τους φέρει πλούτη, τιμή και δόξα...
- Μην τον κόψεις, για τον Θεό, και αυτόν! Όχι! άφησε τους αυτούς να ζήσουν!

- Λοιπόν τους άλλους προτιμάς εκεί μέσα στο βάθος;
- Έχουν και αυτοί αδελφές και μάνες;
- Βέβαια έχουν. Και ο ένας εκεί μπροστά, που ρίχνεται σα λεοντάρι, βλέπεις; -με το σπαθί στο χέρι; Έχει δίκαιο να αψηφά τα βόλια, δεν είναι γραφτό του να πάγει σήμερα. Μα σα θέλεις πάλι, μεμιάς τον παίρνει ένα βόλι στην καρδιά, να εκεί ίσα-ίσα που βλέπεις ένα τετραγωνάκι μικρό. Ξέρεις τι είναι; Είναι η εικόνα του παιδιού του, ένα ξανθόμαλλο κοριτσάκι που δε γνώρισε μάνα, γιατί του την πήρα σα γεννήθηκε.
-Αχ, μη! φώναξε η κόρη κλαίγοντας, μην τον πάρεις από το παιδί του! Ποιος θα το αγαπά σα σκοτώσεις και τον πατέρα;
- Πάντα κάποιος θα κλάψει. Έλα, διάλεξε λοιπόν, ποιον θες να πάρω; Βιάζομαι.
- Πάρε έναν περιττό...
- Ξέρεις κανέναν; Πες μου τον.
- Δεν ξέρω· μα αν είναι κανένας έρημος...
- Θέρισα κι έρημους, μα είναι λίγοι. Όλοι αυτοί που βλέπεις έχουν μάνα, γυναίκα ή παιδί.
Έλα, κόρη, αποφάσισε ποιους να πάρω;

- Πάρε με μένα και λυπήσου τους αυτούς!
- Εσένα; Ο Χάρος πάλι γέλασε, και πάλι η εκκλησία έστειλε πίσω σαν κλαγγή, το άχρωμο του γέλιο. Τι να σε κάνω εσένα! Αυτούς θέλω, που τη Δόξα κυνηγούν, έτσι που τους βλέπεις να τρέχουν. Γιατί ο φόρος της Δόξας είναι αίμα, αίμα και δάκρυα που να χύνονται ποτάμι.
Στον άλλο πόλεμο, το ίδιο δεν έκλαψαν όλες οι μανάδες, σαν που κλαις εσύ τώρα;
Και το ίδιο δεν τις λυπήθηκα, και τα παιδιά τους τα 'στειλα όλα πίσω, γερά και αδόξαστα;
Θέλεις το ίδιο να κάνω και τώρα; Να, φτάνει να γυρίσω τον καθρέφτη και θα το βάλουν όλοι στα πόδια... Και άπλωσε ο Χάρος το χέρι. Μα μεμιάς πετάχθηκε πάνω η κόρη.
- Όχι! Μη μας λυπηθείς! Και πάρε όσους θέλεις!
- Λέγε, κόρη, γρήγορα, βιάζομαι να φύγω· ποιους θέλεις να θερίσω;
Τους αριστερούς με το νιόπαντρο ή τους άλλους εκεί στο βάθος;
- Να κλάψουν χήρες, μάνες και ορφανά; Όχι! Πάλι εγώ καλύτερα, αφού ήτανε γραφτό μου...

Δεν πρόφθασε ν' αποπεί το λόγο, και ο μαύρος καβαλάρης αδράχνοντας τις σαΐτες του πετάχθηκε σαν αστραπή και χάθηκε στον κάμπο. Χάμω είχε μείνει το καθρεφτάκι, και η κόρη έσκυψε και το κοίταξε με την καρδιά παγωμένη από το πέρασμα του Χάρου.
Μα δεν είδε πια μάχη, ούτε τουφέκια, ούτε κανόνια. Χιόνια μόνο πολλά σκέπαζαν τη γη, και ήταν νύχτα, και κάπου -κάπου λεκέδες μαυριδεροί απλώνουνταν στην απέραντη ασπρίλα.
Έσκυψε πιο κοντά και ξεχώρισε τους λεκέδες· ήταν κορμιά ντυμένα με χακί.

Κι εκεί, δεξιά, όπου είχε πρωτοδεί τον αδελφό της, σωροί ήταν πεσμένα παλικάρια, σαν τα στάχυα που τα θέρισε η κόσα. Και πάνω τους φτερούγιζε κάτι άσπρο, κάτασπρο, πιο άσπρο και από τα χιόνια, γιατί ήταν πιο φεγγερό και χαμήλωσε, χαμήλωσε και ακούμπησε στα τρυπημένα κορμιά ένα κλαδί από δάφνη.
Και η κόρη, πνιγμένη στους λυγμούς, αναγνώρισε τη Δόξα, και ανάμεσα στα πεθαμένα παλικάρια ξεχώρισε τ' αχνό πρόσωπο του αδελφού της.

 

Βιβλιοσυλλέκτης – 2φΑ


Τρίτη 26 Οκτωβρίου 2021

"Να ξεκαθαρίσεις τι θέλεις! "

 



π. Νικόλαος Λουδοβίκος


Το μεγάλο θαύμα της Δημιουργίας έγκειται στο ότι ο Θεός έφτιαξε το αδιανόητο!
Έφτιαξε κάτι ίσο με Αυτόν! Ίσο, ίσο Του.
Όταν ακούτε έναν άνθρωπο σαν τον Άγ. Σωφρόνιο του Έσσεξ να μας λέει ότι «μας σέβεται ο Θεός σαν ίσους Του», αυτό πρέπει να το πάρετε κατά γράμμα· σαν ίσους Του· κι αυτό όλοι όσοι είναι προχωρημένοι στα πνευματικά το ξέρουνε.

Οι επιλογές μας έχουνε βάρος!
Και θα πω κάτι πολύ πιο άμεσο· είναι τα μόνα πράγματα που έχουνε βάρος!
Οι επιλογές μας είναι το μόνο πράγμα που μετράει!

Δεν είναι δικός μου ο λόγος, είναι βαρύς, είναι του Αγ. Μαξίμου του Ομολογητή.
Την ημέρα της Κρίσεως, λέει, το μόνο που θα βαρύνει είναι όχι τα έργα, όχι τα έργα!
Αλλά “ζυγός της εκάστου κρίσεως θα είναι η προαίρεσή του μόνο”.
Μόνο αυτό που θέλησε στο βάθος!

Που σημαίνει, ότι όλος ο αγώνας του ανθρώπου είναι αυτός:
να ξεκαθαρίσει τι θέλει!
Όλη η ζωή αυτή μας δίνεται -παράξενο- για να ξεκαθαρίσουμε τι θέλουμε.

 

vb - Θεόδωρος


Κυριακή 24 Οκτωβρίου 2021

"Έψυκται μου η καρδία.. "

 



-  Αββάς Ισαάκ ο Σύρος
[από τον Β΄ Ασκητικό Λόγο του]


….   Κύριε Ιησού Χριστέ ο Θεός ημών,
Ο επί Λαζάρου κλαύσας και δάκρυα λύπης και συμπαθείας στάξας επ' αυτώ,
δέξαι δάκρυα πικρίας μου.

Τοις πάθεσί σου, τα πάθη μου θεράπευσαν.
Τοις τραύμασί σου, τα τραύματα μου ιάτρευσον
τω αίματι σου, το αίμα μου καθάγνισον
και συγκέρασον τω σώματι μου την οσμήν του ζωοποιού σου σώματος.

Η χολή, ην παρά των εχθρών εποτίσθης, γλύκαναι μου την ψυχήν
από της πικρίας, ην με ο αντίδικος επότισε.
Το σώμα σου το επί ξύλου Σταυρού τανυθέν, διαπετάσαι μου τον νουν προς σε,
τον υπό των δαιμόνων κάτω ελκυσθέντα.
Η κεφαλή σου, ην επί του Σταυρού έκλινας, υψώσαι μου την κεφαλήν
την κολαφισθείσαν υπό των αντιπάλων.
Αι πανάγιοι σου χείρες αι καθηλωθείσαι υπό απίστων εν τω Σταυρώ,
αναγαγέτωσάν με προς σε εκ του χάσματος της απώλειας,
ως υπέσχετο το πανάγιόν σου στόμα.

Το πρόσωπον σου το δεξάμενον ραπίσματα και εμπτύσματα υπό των καταράτων,
στιλβωσάτω μου το πρόσωπον το χρανθέν εν ταίς ανομίαις.
Η ψυχή σου, ην επί του σταυρού ων τω Πατρί σου παρέδωκας,
οδηγησάτω με προς Σε εν τη χάριτι σου.

Ουκ έχω καρδίαν οδυνηράν προς αναζήτησίν σου,
ουκ έχω μετάνοιαν, ουδέ κατάνυξιν, τα επανάγοντα τα τέκνα
προς την ιδίαν κληρονομίαν.
Ουκ έχω, Δέσποτα, δάκρυον παρακλητικόν.

Εσκότισται μου ο νους εν τοις βιωτικοίς και ουκ ισχύει ατενίσαι προς σε εν οδύνη.
Έψυκται μου η καρδία εκ του πλήθους των πειρασμών,
και ου δύναται θερμανθήναι τοις δάκρυσι της προς σε αγάπης.

Αλλά συ, Κύριε Ιησού Χρίστε ο Θεός, ο θησαυρός των αγαθών,
δώρησαί μοι μετάνοιαν ολόκλήρον και καρδίαν επίπονον,
ίνα εξέλθω ολοψύχως εις αναζήτησίν σου.
Χωρίς γαρ σου, παντός αγαθού ξενωθήσομαι·
χάρισαι ουν μοι, ω αγαθέ, την χάριν σου.
Ο Πατήρ, ο προαγαγών σε εκ των κόλπων αυτού αχρόνως και αϊδίως,
ανακαινισάτω εν εμοί τας μορφάς της σης εικόνος.

Κατέλιπόν σε, μη με εγκαταλίπης.
Εξήλθον από σου, έξελθε εις αναζήτησίν μου και επανάγαγε με προς την νομήν σου
και συναρίθμησον με τοις προβάτοις της εκλεκτής σου ποίμνης
και διάθρεψόν με συν αυτοίς, εκ της χλόης των θείων μυστηρίων σου.


isaakosyros – 2φΑ

                                                 

Τρίτη 19 Οκτωβρίου 2021

"Σαν το ξερό χορτάρι.. "

 



-  Φιοντόρ Ντοστογιέφσκι
Επιστολή προς Φονβίζιν  (1854)


«…Δεν το ξέρω, αλλά μαντεύω από το γράμμα σας ότι επιστρέψατε στην πατρίδα με κάποια θλίψι. Αυτό το καταλαβαίνω.
Σκέφθηκα μερικές φορές ότι αν κάποτε επέστρεφα στην πατρίδα μου, θα ένοιωθα μεγάλη οδύνη και χαρά. Δεν έζησα την ζωή σας και αγνοώ γι’ αυτήν πολλά πράγματα, όπως κάθε άνθρωπος για την ζωή τού άλλου.

Αλλά η ανθρώπινη ευαισθησία είναι κοινή σε όλους και φρονώ ότι, επιστρέφοντας στην πατρίδα του ο κάθε εξόριστος, πρέπει να ζήση εκ νέου, μέσα στην μνήμη του, όλη του την παρελθούσα δυστυχία.
Αυτό μοιάζει με μια ζυγαριά, με την οποία ζυγίζουμε και γνωρίζουμε το αληθινό βάρος όλων όσων υποφέραμε, ανεχθήκαμε, χάσαμε και μάθαμε από τους άλλους.
Αλλά είθε ο Θεός να σας χαρίζει μακροημέρευση.

Άκουσα από πολλούς ότι είστε πολύ πιστός.
Όχι επειδή είστε πιστός, αλλά επειδή εγώ έζησα και δοκίμασα όσα θα σας πω σε παρόμοιες στιγμές, διψάμε για πίστη σαν το “ξερό χορτάρι”.
Κι εν τέλει την βρίσκουμε, επειδή η αλήθεια γίνεται φανερή μέσα στην δυστυχία.

Για μένα, έχω να πω ότι είμαι παιδί του αιώνος μου, τέκνο της αμαρτίας και της αμφιβολίας. Έτσι είμαι τώρα κι έτσι θα είμαι (το ξέρω), μέχρι τον τάφο.
Τι φρικτά βάσανα μου στοίχισε, και μου στοιχίζει ακόμη σήμερα, αυτή η δίψα για πίστη, που είναι τόσο έντονη μέσα στην ψυχή μου, όσο υπάρχουν μέσα μου ενάντια επιχειρήματα.

Εν τούτοις, ο Θεός μου χαρίζει στιγμές όπου είμαι ολότελα γαλήνιος.
Εκείνες τις στιγμές αγαπώ και νοιώθω ότι αγαπιέμαι από τους άλλους.
Και αυτές τις στιγμές ακριβώς σχημάτισα μέσα μου ένα πιστεύω, όπου όλα είναι φωτεινά και ιερά για μένα.

Αυτό το πιστεύω είναι απλό: Πιστεύω ότι δεν υπάρχει τίποτε πιο όμορφο, πιο βαθύ, πιο συμπαθητικό, πιο λογικό, πιο ζωντανό και τέλειο από τον Χριστό. Και λέω στον εαυτό μου, με ζηλόφθονη αγάπη, όχι μόνο ότι δεν υπάρχει τίποτε, αλλά ότι δεν μπορεί να υπάρχει.

Επί πλέον, αν κάποιος μου αποδείκνυε ότι ο Χριστός δεν ταυτίζεται με την αλήθεια κι ότι, στην πραγματικότητα, η αλήθεια είναι εκτός Χριστού, θα προτιμούσα τότε να παραμείνω με τον Χριστό, παρά να πάω με την αλήθεια…».

 

diakonima – 2fA

                                  

Δευτέρα 18 Οκτωβρίου 2021

"Λατρεία και διακονία "

 



Αναστάσιος
Αρχιεπίσκοπος Τιράνων και πάσης Αλβανίας


Λατρεία και διακονία είναι συνδεδεμένες σαν τις δύο φάσεις του ρυθμού της αναπνοής, ως εισπνοή και εκπνοή.
Δεν μπορεί να υπάρξει δυναμική εκπνοή σε διακονία χωρίς δυναμική εισπνοή στη λατρεία, και αντιστρόφως.

Δεν μπορείς να έχεις την ψευδαίσθηση ότι ζεις "ἐν Αὐτῶ", ο οποίος υπήρξε "ὁ διακονῶν" (Λκ. 22:27), ο οποίος "διῆλθεν εὐεργετών καί ἰώμενος" (Πράξ. 10:38), χωρίς η παρουσία σου στη ζωή να είναι μια δυναμική έκφραση αυτής της μεταμορφωτικής δυνάμεως, μια αντίσταση στις δαιμονικές δυνάμεις που αλλοτριώνουν και εξαχρειώνουν την ανθρώπινη ύπαρξη με την αδικία, την πλεονεξία, τη διαστρέβλωση της σκέψεως και του νοήματος της ζωής, μολύνοντας συνεχώς την ανθρώπινη φαντασία.

Δεν μπορεί κανείς να μένει αδιάφορος μπροστά στις ποικίλες μορφές καταδυναστεύσεως των ανθρώπων από την ανέχεια, τη βία, τις άδικες διακρίσεις, από τον πολύτροπο ανθρώπινο εγωισμό, που ακριβώς αυτός είναι η αμαρτία, η ανταρσία κατά της αγάπης του Τριαδικού Θεού.

 

πΖ – 2φΑ


Κυριακή 17 Οκτωβρίου 2021

"Ώ αγαθέ Σπορέα! "

 



-  Αρχιμ. Ανανίας Κουστένης
ΑΠΟ ΤΟ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ (Λουκ. η', 5-15)


Χωράφι και αγρός είναι η ψυχή μας.
Μπορεί να 'ναι καταπατημένη και πωρωμένη, μπορεί να έχει πέτρες, μπορεί να έχει αγκάθια. Όμως, ο λόγος του Θεού είναι παντοδύναμος, η θεία Του Χάρις δραστική.
Και μπορεί ένα χωράφι γεμάτο πέτρες και αγκάθια και καταπατημένο, να το κάνει πανέμορφο περιβόλι.

Μπορεί την ψυχή ενός κακούργου να τη μαλάξει η θεία Χάρις και να την κάνει αγία.
Έχομε παραδείγματα και απ' το Ευαγγέλιο με τον ληστή και από τη ζωή της Εκκλησίας και τον βίο αυτού του κόσμου.

Ώ αγαθέ Σπορέα!
Ώ Ιησού Χριστέ μας, που συνεχίζεις κάθε μέρα με γεγονότα χαρμόσυνα ή λυπηρά, και με τρόπους που εσύ ξέρεις, να σπέρνεις στις ψυχές μας!

 

Μηνύματα Ζωής – 2fA



Σάββατο 16 Οκτωβρίου 2021

"Λύπη και πειρασμοί.. "

 



Άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής
[από την Πέμπτη εκατοντάδα διαφόρων κεφαλαίων]


93. Ο Κύριος μας διδάσκει να προσευχόμαστε να αποφύγομε τους θεληματικούς πειρασμούς, γιατί προκαλούν ηδονή στη σάρκα και οδύνη στην ψυχή.
Ο μέγας Ιάκωβος μας συμβουλεύει να χαιρόμαστε στους αθέλητους πειρασμούς, γιατί αφαιρούν την ηδονή της σάρκας και την οδύνη της ψυχής.

94. Τέλειος είναι εκείνος που πολεμά με την εγκράτεια τους θεληματικούς πειρασμούς και εγκαρτερεί με υπομονή στους αθέλητους.
Ολοκληρωμένος είναι εκείνος που και την πράξη κατορθώνει με γνώση, αλλά και τη θεωρία όχι αποκομμένη από την πράξη.

95. Αφού η λύπη και η ηδονή μοιράζονται στην ψυχή και στην αίσθηση, εκείνος που φροντίζει για την ηδονή της ψυχής και υποφέρει με υπομονή τη λύπη της αισθήσεως, γίνεται δόκιμος και τέλειος και ολοκληρωμένος.
Δόκιμος, γιατί απόκτησε την πείρα εκείνων που είναι αντίθετα κατά την αίσθηση.
Τέλειος, γιατί πολεμά ανυποχώρητα εναντίον της λύπης και της ηδονής της αισθήσεως με την εγκράτεια και την υπομονή. Ολοκληρωμένος, γιατί φυλάει αλώβητες μέσα στη σταθερότητα της λογικής ταυτότητάς τους τις έξεις που πολεμούν τις αλληλομαχόμενες διαθέσεις της αισθήσεως.
Έξεις εννοώ την πράξη και τη θεωρία, τις οποίες κρατά δεμένες μαζί κι αχώριστες τη μία από την άλλη· η πράξη να προβάλλει με τα έργα τη γνώση της θεωρίας, και η θεωρία να είναι θωρακισμένη με την αρετή όχι λιγότερο από τον λόγο.

96. Εκείνος που έλαβε πείρα της λύπης και της ηδονής του σώματος, θα μπορούσε να ονομαστεί δοκιμασμένος, γιατί έλαβε πείρα των ευχάριστων και δυσάρεστων καταστάσεων που αναφέρονται στη σάρκα.
Τέλειος είναι εκείνος που κατανίκησε την ηδονή και την οδύνη της σάρκας με τη δύναμη του λογικού. Και ολοκληρωμένος είναι εκείνος που διατήρησε αμετάβλητες με τη σφοδρότητα του θείου πόθου τις έξεις της πράξεως και της θεωρίας.

97. Η ψυχική λύπη είναι δύο ειδών.
Η μία είναι για τα δικά μας αμαρτήματα, η άλλη για τα αμαρτήματα των άλλων.
Αιτία της λύπης αυτής είναι σαφώς η ηδονή της αισθήσεως είτε αυτού που λυπάται, είτε εκείνων για τους οποίους λυπάται.
Για να ακριβολογήσομε, δεν υπάρχει σχεδόν καμία αμαρτία στους ανθρώπους που δεν έχει ως αρχή της δημιουργίας της μια αλόγιστη σχέση της ψυχής με την αίσθηση για χάρη της ηδονής. Αιτία της ψυχικής ηδονής είναι φανερά η λύπη κατά την αίσθηση εκείνου που ευχαριστείται και χαίρεται για τις δικές του ή τις ξένες αρετές.
Για την ακρίβεια, δεν υπάρχει σχεδόν αρετή στους ανθρώπους που δεν έχει ως αρχή της δημιουργίας της μια λογική αποστροφή της ψυχής προς την αίσθηση.

98. Χωρίς την εμπαθή σχέση της ψυχής με την αίσθηση, δεν υπάρχει στους ανθρώπους διόλου αμαρτία. Και σε κάθε ψυχική λύπη, προηγείται σαρκική ηδονή.

99. 
Αληθινή γένεση αρετής είναι η εκούσια αποξένωση της ψυχής από τη σάρκα.
Ευφραίνει πνευματικά την ψυχή εκείνος που δαμάζει τη σάρκα του με τους θεληματικούς κόπους.

100. Όταν η ψυχή αποκτήσει για χάρη της αρετής αποστροφή προς την αίσθηση, τότε η αίσθηση θα βρεθεί κατ' ανάγκην μέσα σε πόνους, γιατί δεν έχει πια δεμένη μαζί της με εκούσια σχέση την ψυχική δύναμη που νοεί τις ηδονές.
Αντιθέτως, αποκρούει με ανδρεία την εξέγερση των ηδονών με την εγκράτεια, με την υπομονή μένει τελείως άκαμπτη στην επίθεση των παρά φύση και αθέλητων πόνων, δεν απομακρύνεται διόλου από τη θεοπρεπή αξία και δόξα της αρετής για χάρη ανυπόστατης ηδονής, και δεν πέφτει διόλου από το ύψος των αρετών από φροντίδα για τη σάρκα, για να την ανακουφίσει από τους πόνους εξαιτίας της αισθήσεως που υποφέρει.
Αιτία της λύπης της αισθήσεως είναι η αποκλειστική ασχολία της ψυχής με όσα είναι σύμφωνα με τη φύση της.
Την ηδονή της αισθήσεως την θεμελιώνει φανερά η παρά φύση ενέργεια της ψυχής, και δεν μπορεί να έχει άλλη αρχή υπάρξεως, παρά την αποβολή όσων είναι σύμφωνα με τη φύση της ψυχής.

 

anavaseis – 2φΑ

               

Παρασκευή 15 Οκτωβρίου 2021

"Ανάσα ζεστή και γλυκιά "

 



Στρατής Μυριβήλης  -  Βασίλης ο Αρβανίτης

Είναι λογής παλικαριές, είναι και λογής παλικάρια.
Το κάθε τι στη ζωή το αγναντεύεις και το χαίρεσαι μέσα στον περίγυρό του.
Όμως μέσα του είναι κ' ένας σκοπός που το κυβερνά, κι αυτός είναι που του δίνει το νόημά του. Κάθε καρπός θέλει τη γης και το κλίμα του για να μελώσει, θέλει κ' ένα στόμα να τον βυζάξει.
Κάθε καράβι θέλει τα νερά του για να παλέψει, όμως η μοίρα του, εκεί σ' ένα μακρινό λιμάνι στέκεται και το καρτερεί.

Έτσ' είναι. Μόνο το Βασίλη τον Αρβανίτη, που στάθηκε μέσα στα παιδιάτικά μου όνειρα ο αρχάγγελος της παλικαριάς, τόσα χρόνια περνούσαν από πάνω μου, μέστωναν τη στόχασή μου, και μολαταύτα δε μπορούσα να καταλάβω το θάμα της ορμής του.
Τι γύρευε, πού τραβούσε και τι πίστευε.

Και μόνο τώρα, που ωρίμασε ο καημός στην ψυχή και στέριωσε ο καιρός την αντριά μου, τον κατάλαβα. Σήμερα, από την κορφή της ζωής, γυρίζω τα μάτια προς τα περασμένα, αγναντεύω τους αλλοτινούς ανθρώπους που έφυγαν, ανιστορώ τα πρόσωπα, τις κουβέντες και τα διανέματα. Μια ανάσα ζεστή και γλυκιά, έτσι σαν από ζεστό ψωμί, έρχεται από κει, γλείφει το πρόσωπο, ψιλή φλόγα.

Μοσχοβολά αβαγιανούς και ρίγανη, σταφύλια πατημένα και τσακισμένα φύλλα της πικραμυγδαλιάς, που κανένας μας δεν άπλωνε να κόψει τα τσάγαλά της πάνω από τη στέρνα.
Είναι οι αψιές μυρουδιές της θαλασσινής εξοχής και του σπιτιού, που μου στέλνουν τα παιδιάτικα καλοκαίρια. Τα νησιώτικά μου τα καλοκαίρια.
Περνούν μπροστά από τα μάτια μου, χτυπημένα απότομα από τα ασημένια σπαθιά των μεσημεριών.

Τραγούδια Αιγαιοπελαγίτικα πάνε κι έρχουνται, ορμούν σαν τα χελιδόνια γύρω στις κούνιες, που πετάν από δέντρο σε δέντρο. Γεμίζουν βουή τις βάρκες και τις ταβέρνες.
Κάτι αγόρια τα τραγουδάνε, βασανισμένα από τη φαντασία και τα μυστικά τους οράματα.
Ακροζυγιάζουνται ξεσκούφωτα πάνω σε πανύψηλους βράχους όρθιους, που έχουν το χρώμα του φρέσκου ατσαλιού και μάλλιασαν οι σκισμές τους από το μούσκλι.   ….


2fA



Πέμπτη 14 Οκτωβρίου 2021

"Η Βασίλισσα "

 

Πάμπλο Νερούδα  -  Η ΒΑΣΙΛΙΣΣΑ


Σε ονόμασα Βασίλισσα.
Υπάρχουν ψηλότερες από σένα, ψηλότερες.
Υπάρχουν αγνότερες από σένα, αγνότερες.
Υπάρχουν ομορφότερες από σένα, πιο όμορφες,
μα εσύ είσαι η Βασίλισσα.

Όταν περπατάς στο δρόμο
κανείς δε σε αναγνωρίζει.
Κανένας δε βλέπει το κρυστάλλινο σου στέμμα,
κανένας δεν κοιτάζει
το από κόκκινο χρυσό
χαλί που πατάς
καθώς περνάς,
το χαλί δεν υπάρχει.

Αλλ’ όταν εμφανίζεσαι
όλοι οι ποταμοί παφλάζουν
στο κορμί μου, καμπάνες
σείουν τον ουρανό
κι ένας ύμνος γεμίζει τον κόσμο.
Μονάχα εσύ κι εγώ,
μονάχα εσύ κι εγώ, αγάπη μου,
τον ακούμε.

 

fb – Τρίτο Πρόγραμμα
2fA

                                              

Τετάρτη 13 Οκτωβρίου 2021

"Σαν τέτοια ώρα στο βουνό "

 



ΠΑΥΛΟΣ ΜΕΛΑΣ
Εθνομάρτυρας του Μακεδονικού Αγώνα
έπεσε υπέρ πίστεως και πατρίδος στις 13/ 10/1904


«Σαν τέτοια ώρα στο βουνό, ο Παύλος πληγωμένος
μες στο νερό του αυλακιού ήτανε ξαπλωμένος.
- Για σύρε, Δήμο μου πιστέ, στην ποθητή πηγή μου,
και φέρε μου κρύο νερό να πλύνω την πληγή μου.
Σταλαματιά το αίμα μου, για σε Πατρίς, το χύνω,
για νάχεις δόξα και τιμή, να λάμψεις σαν τον κρίνο.
Είν’ η Ελλάδα μας μικρή, μικρή και ζουλεμένη,
μα ελευθεριά έχει πολλή! Μες στο κλουβί δεν μπαίνει!
Παύλος Μελάς κι αν πέθανε, τ’ αδέλφια του ας ζήσουν,
αυτά θα τρέξουνε μαζί για να τον αναστήσουν!»

(Απόσπασμα από το βιβλίο της Πηνελόπης Δέλτα
" Τα μυστικά του βάλτου"»)

 

fb - Βιβλιο-Συλλέκτης
2fA


                               

"Δεν μπορείς να καταλάβεις "

 



-  Από "τα 10 πράγματα που πρέπει να κάνεις πριν γεράσεις", του SaneJoker

 
Βγαίνω απ’ το σπίτι και βλέπω ένα διπλωμένο σώμα στο παρτέρι μπρος στην πολυκατοικία. Μου παίρνει λίγα δευτερόλεπτα για να καταλάβω ότι είναι ένας γέρος.
Πήγε να κάτσει στο πεζούλι, έπεσε πίσω κι έμεινε εκεί, ανήμπορος να κινήσει.
“Βόηθα με”, μου λέει σαν στέκομαι μπρος του.

Τον πιάνω απ’ το χέρι να τον σηκώσω, αλλά αυτός δεν βάζει καθόλου δύναμη, δεν έχει δύναμη να βάλει. Για ν’ αποφύγω την εξάρθρωση του ώμου του και τα χειρότερα, πάω από πίσω να τον σπρώξω.
Σαν με βλέπει να φεύγω τρομάζει.
“Μη φεύγεις!” κάνει με τρόμο. “Βόηθα με να σηκωθώ”.
“Δεν φεύγω, μη φοβάστε”, του λέω.

Πάω πίσω και προσπαθώ να τον σηκώσω. Είναι βαρύς, παρότι λιπόσαρκος.
Παράξενο είναι, πόσο δύσκολα σηκώνεις έναν άνθρωπο που έχει πέσει.
Τελικά τα καταφέρνω να τον φέρω σε καθιστή στάση.
Τον στρίβω ώστε ν’ ακουμπάει σ’ ένα δέντρο, να μη φύγει πάλι πίσω.
Το πουκάμισο του έχει σκιστεί, το παντελόνι του έχει καφέ λεκέδες.
 Είναι πολύ γέρος, το δέρμα του φεγγίζει.

“Σ’ ευχαριστώ”, μου λέει.
“Τίποτα δεν έκανα.”
“Είναι άσχημα τα γηρατειά”, κάνει, σαν να το λέει στον εαυτό του.
“Το ξέρω, το ‘χω καταλάβει”, απαντάω εγώ.
“Δεν μπορείς να καταλάβεις”, μου λέει ο γέρος. “Αν δεν το ζήσεις, δεν μπορείς.”

~~

Συχνά οι άνθρωποι έχουμε αυτή την αυταπάτη.
Νομίζουμε ότι μπορούμε να καταλάβουμε μια κατάσταση, επειδή έχουμε διαβάσει βιβλία, έχουμε δει ταινίες, έχουμε σκεφτεί.
Νομίζουμε ότι ξέρουμε τι είναι η προσφυγιά, επειδή ήταν πρόσφυγες οι πρόγονοι μας ή επειδή συγχρωτιζόμαστε με πρόσφυγες.

Νομίζουμε ότι ξέρουμε τι είναι ο πόλεμος, επειδή είδαμε το Platoon και το Δουνκέρκη.
Νομίζουμε ότι μπορούμε να καταλάβουμε το δράμα ενός γονιού που έχασε το παιδί του, επειδή είμαστε γονείς κι εμείς.

Όμως τίποτα δεν μπορείς να το καταλάβεις, να το νιώσεις όπως πραγματικά είναι, αν δεν το βιώσεις, αν δεν γίνεις εσύ το υποκείμενο.
Εξ αποστάσεως, εξ ωσμώσεως, με βιβλία και φαντασίες, δεν ζεις κάτι, παριστάνεις ότι το ζεις, υποθέτεις πώς θα είναι αν το ζούσες.

~~

Αφήνω τον γέρο στο πεζούλι, πάω κι έρχομαι, και καθώς περνάω ένα φανάρι τον βλέπω ξανά. Αυτή τη φορά στέκονται δίπλα του δυο Ζητάδες.
Ο ένας αστυνομικός κρατάει μια σακούλα με πάγο.
Ο άλλος τον βοηθάει να πάρει τηλέφωνο.

Ο γέρος είναι καθισμένος σ’ ένα παγκάκι.
Το φρύδι του ματωμένο και πρησμένο. Μάλλον αυτή τη φορά έπεσε κατά πρόσωπο, χωρίς καν να βάλει χέρια για να σταματήσει την πτώση.
Με κοιτάει για λίγο, αλλά δεν με αναγνωρίζει.

~~

Κάποιες μέρες πριν βρέθηκα, για προσωπικούς λόγους, σε μια γηριατρική κλινική.
Όλοι υπερήλικες εκεί μέσα.
Οι πιο πολλοί να μην μπορούν καν να σηκωθούν απ’ το κρεβάτι τους, με καθετήρα και τη νοσοκόμα να τους ταΐζει στο στόμα σαν μωρά.

Μια γριά φωνάζει ακατάληπτες λέξεις κάθε τόσο.
Ένας γέρος ακουμπισμένος στο μαξιλάρι κοιτάει τον τοίχο.
Μια άλλη, σε καλύτερη κατάσταση, πηγαίνει πέρα δώθε στο διάδρομο με το πι. Μέχρι τον ένα τοίχο και πάλι πίσω, σαν φυλακισμένη.

Μια μικρόσωμη γριά με τσεμπέρι κάθεται δίπλα μου και με παρατηρεί που διαβάζω τον Αναρχικό των Δύο Κόσμων.
“Τι λέει;” με ρωτάει κάποια στιγμή, δείχνοντας με το πηγούνι το βιβλίο.
“Για μια αναρχική κοινωνία”, της απαντώ.
Δεν μοιάζει να καταλαβαίνει, αλλά το κοιτάει επίμονα.

“Το θέλετε;” της λέω. “Να το διαβάσετε;”
“Δεν βλέπω να διαβάζω.”
“Θέλετε να σας διαβάσω εγώ λίγο;” τη ρωτάω.

Της διαβάζω μια σελίδα.
Είναι στο σημείο όπου ο Σεβέκ ταξιδεύει με διαστημόπλοιο στον μητρικό πλανήτη.
Σκέφτομαι ότι η γριά θα αντιδράσει, θα πει κάτι για τα διαστρικά ταξίδια ή κάτι ακόμα πιο παράξενο.
Γυρνάω να δω τι εντύπωση της έχει κάνει.
Εκείνη κοιμάται, καθισμένη στην καρέκλα, σαν μωρό που το νανούρισαν με παραμύθια.

~~

Δυο μέρες μετά, βρίσκομαι ξανά στην κλινική.
Παρατηρώ τους γέρους και τους φαντάζομαι σε άλλη ηλικία.
Εκείνη η γιαγιά που λιώνει στο κρεβάτι της κάποτε ήταν παιδούλα κι έτρεχε στο χωράφι.
Ο γέρος στο άλλο δωμάτιο, που κοιτά τον τοίχο, ήταν ένας παθιασμένος έφηβος.
Ο άλλος μπορεί να πολέμησε στο Αλβανικό μέτωπο.

Κι η κοπελίτσα (έτσι τη λέει η νοσοκόμα “κοπελίτσα μου”) που δεν μπορεί να σηκώσει το χέρι της, κάποτε έκανε τους άντρες να στενάζουν σαν τη βλέπαν να περνά.
Η γιαγιά με το τσεμπέρι ίσως να ’ταν δασκάλα και να διάβαζε τον Αόρατο Άνθρωπο σε μετάφραση του Παπαδιαμάντη. Κι ο γέρος με το οξυγόνο κάποτε εγκαινίασε το πρώτο του ζαχαροπλαστείο.

Όλοι αυτοί ήταν μωρά κάποτε.
Μετά παιδιά κι έφηβοι, μετά μεγάλωσαν, αγάπησαν, παντρεύτηκαν, δούλεψαν, γέννησαν, πολέμησαν, πάντρεψαν τα παιδιά τους, διάβασαν, είδαν κινηματογράφο για πρώτη φορά, ήπιαν και μέθυσαν με την παρέα τους, έφαγαν όσο άντεχαν, γλέντησαν, θρήνησαν, έβγαλαν λεφτά, ταξίδεψαν, αρρώστησαν, έγιναν καλά, έκαναν, έπαθαν, έζησαν.

Και τώρα πια έχουν μείνει μόνο οι σκιές τους, εκείνα τα άδεια μάτια και τα άτριχα κεφάλια και τα άσαρκα κόκαλα.
Ανήμποροι.
“Δεν μπορείς να καταλάβεις”, μου είπε ο γέρος που έπεσε, “τι είναι τα γεράματα”…

 

sanejoker – 2φΑ

                                  

Τρίτη 12 Οκτωβρίου 2021

"Καταπλήττομαι θαυμάζοντας.. "

 



-  Άγιος Συμεών Νέος Θεολόγος

Κι όταν πια απελπισμένος τον θρήνο μου αρχίσω
με βλέπει και τον βλέπω, εκείνος που όλα τα εποπτεύει,
καταπλήττομαι θαυμάζοντας το κάλλος, την ομορφιά του,
και πώς ανοίγοντας τους ουρανούς σκύβει σ' εμένα πάνω
δείχνοντάς μου την πρωτόγνωρη κι ανέκφραστή του δόξα·
και ποιος άραγε μπορεί κοντύτερα σ' εκείνον να βρεθεί
ή πώς σε ύψος αμέτρητο μπορεί φτερά ν' ανοίξει;
Σκεφτόμενος αυτά εγώ, εκείνος βρίσκεται εντός μου
μεσ’ στη δόλια μου καρδιά αστράφτοντας με δόξα,
τυλίγοντάς με μέ φως από παντού, με την αθάνατή του αίγλη,
κι όλα μου τα μέλη με τις ακτίνες του τα λούζει,
όλος παντού επάνω μου με πνίγει στα φιλιά του
και σ' εμένα τον ανάξιο τον εαυτό του παραδίδει,
γεμίζω απ' την αγάπη του, απ' τη θεία ομορφιά του
ξεχείλισμα θείας ηδονής και γλυκασμού αρρήτου.
Το φως του κοινωνώ, στη δόξα του μετέχω
λάμπει το πρόσωπό μου όμοια μ' εκείνο του ποθητού μου
κι όλα τα μέλη μου το φως εκείνου ακτινοβολούνε.
Και να ’γώ που γίνομαι πιο ωραίος κι απ' τους ωραίους
πλουσιότερος των πλουσίων, πιο δυνατός απ' τούς δυνατούς
τρανότερος των βασιλιάδων
κι απ' όλη τη κτίση γύρω μου πιότερο τιμημένος
κι όχι μονάχα απ' τη γήινη αλλά κι απ' την ουρανία
γιατί εγώ τον πλάστη όλων κρατώ βαθειά στην ύπαρξή μου.
Σ' αυτόν η δόξα πρέπει και τιμή
και τώρα και πάντοτε και σ' όλους τους αιώνες.

(μτφρ.: π.Β.Χ.)

 

π.Ζ. – 2φΑ

                     

"Λόγοι Αθανασίας "

 

Άγιος Συμεών ο Νέος Θεολόγος


ΦΩΤΗΣ ΚΟΝΤΟΓΛΟΥ  -  Λόγοι Αθανασίας Πλήρεις
[Ἀσάλευτο Θεμέλιο, Ἀκρίτας 1996]


Οἱ λόγοι τοῦ ἁγίου Συμεὼν τοῦ Νέου Θεολόγου διαβάζονται στὴν Εὐρώπη σήμερα περισσότερο ἀπὸ κάθε ἄλλο πατερικὸ βιβλίο, ἀπ᾿ ὅσα μεταφρασθήκανε σὲ ξένες γλῶσσες, ὅπως ἔγραψα πρὸ λίγες μέρες.
Τοῦτος ὁ ἅγιος ἔχει κάποια χάρη νὰ κάνῃ χειροπιαστὰ τὰ πιὸ ἄπιαστα καὶ τὰ πιὸ βαθειὰ μυστήρια τῆς θρησκείας. Σὰν νὰ σοῦ τὰ δείχνη, ὁ μακάριος, μὲ τὸ δάχτυλό του, ἐπειδὴ ἀξιώθηκε νὰ ζῇ μέσα στὸ ἀνέκφραστο Φῶς τοῦ Χριστοῦ, ὄντας ἀκόμα μέσα στὸ σῶμα.

Γεννήθηκε στὴν Παφλαγονία, ποὺ βρίσκεται στὴ Μικρὰ Ἀσία, κατὰ τὸ μέρος τῆς Μαύρης Θάλασσας, ἀπὸ γονέους ποὺ εἴχανε τὸν τρόπο τους.
Κ᾿ ἐπειδὴ ἕνας θεῖος τοῦ εἶχε μεγάλο ἀξίωμα στὸ παλάτι, τὸν στείλανε στὴν Πόλη κοντά του, νὰ μάθῃ γράμματα καὶ νὰ μπῇ στὴ θέση του ἀργότερα.
Μὰ ὁ Συμεὼν δὲν ἤθελε νὰ μάθῃ πολλὰ γράμματα, γιατὶ τὰ νόμιζε ἀνώφελα, κι᾿ ὁλοένα συναναστρεφότανε μὲ καλόγερους καὶ μὲ φτωχοὺς ἐρημίτες, ποὺ κατεβαίνανε στὴν Πόλη καὶ τριγυρνούσανε σὰν τοὺς ντερβισᾶδες. Σ᾿ αὐτοὺς εὕρισκε αὐτὸ ποὺ ποθοῦσε.

Σὰν μεγάλωσε λίγο, πῆγε κ᾿ ἔγινε μοναχὸς στὸ μοναστήρι τοῦ Στουδίου, ὑποταχτικὸς σ᾿ ἕναν ἅγιον γέροντα, ποὺ τὸν λέγανε καὶ κεῖνον Συμεών, καὶ κεῖνος τὸν κυβερνοῦσε μὲ αὐστηρότητα. Ἐκεῖ, ζωντας σὰν ἄσαρκος ἄγγελος, ἔφταξε σὲ ὑψηλὰ μέτρα ποὺ προφανερώνανε ποιὸς ἤθελε νὰ κατασταθῇ στὸ τέλος. Συνήθιζε νὰ κλείνεται μέσα σὲ μιὰ μικρὴ ἐκκλησία ποὺ εἶχε ἕνα σεντούκι γεμάτο κόκκαλα. Κ᾿ ἐκεῖ ἔκανε τὴν προσευχή του.

Στὸ μεταξύ, ὁ πατέρας του πῆγε στὸ μοναστήρι νὰ τὸν πάρη, καὶ τὸν παρακαλοῦσε μὲ δάκρυα νὰ πάγῃ μαζί του, πλὴν ὁ Συμεὼν δὲν θέλησε, κ᾿ ἔκανε χαρτὶ νὰ μοιράσῃ ὁ πατέρας του στοὺς φτωχοὺς τὸ μερίδιό του, κι᾿ αὐτὸς ἀπόμεινε στὸ μοναστήρι, καὶ περίσσεψε τὴ σκληραγωγία τοῦ κορμιοῦ του, καὶ τὴν ὑπακοή του στὸν πνευματικὸ πατέρα του, μὴν ἔχοντας ὁλότελα θέλημα δικό του. Καὶ τόση ἀφοσίωση εἶχε στὸ γέροντά του, ὥστε δὲν ὑπῆρχε πρᾶγμα ποὺ νὰ τοῦ παραγγείλῃ καὶ νὰ μὴν τὸ κάνῃ, ἀκόμα κι᾿ ἂν τοῦ ἔλεγε νὰ πέσῃ στὴ θάλασσα. Τὸ γέροντά του τὸν σεβότανε σὰν ἅγιο, ὅπως κ᾿ ἤτανε ἅγιος, καὶ μετὰ τὸ θάνατό του ἔγραψε γι᾿ αὐτὸν ἀκολουθία καὶ ὕμνους, κ᾿ ἔδωσε σ᾿ ἕναν ἁγιογράφο νὰ ζωγραφίσῃ τὴν εἰκόνα του, καὶ τὴν ἔβαλε στὴν ἐκκλησία μὲ καντήλι, καὶ γιόρταζε τὴν ἡμέρα τῆς κοιμήσεώς του.

Γι᾿ αὐτὴ τὴν τιμὴ ποὺ ἔκανε στὸ γέροντα Συμεών, ἐτράβηξε πολλὰ βάσανα, ἐξορίες καὶ μαρτύρια καὶ κατατρεγμοὺς ἀπὸ κάποιους δεσποτάδες ὑποκριτὲς κι᾿ ἄπιστους, ποὺ τὸν λέγανε ἀγράμματον, αὐτοὶ οἱ γραμματισμένοι, ὅπως καὶ σήμερα κάποιοι θεολόγοι σπουδασμένοι στὰς Εὐρώπας καταφρονοῦνε τοὺς ἁπλοὺς κι᾿ ἀγράμματους καλόγερους.

Σὲ τοῦτο τὸ μεταξύ, ὁ πατέρας του δὲν ἡσύχασε, κ᾿ ἔβαλε κάθε μέσον νὰ τὸν ξεκαλογερέψῃ καὶ νὰ τὸν πάρῃ νὰ τὸν παντρέψῃ. Βλέποντας ὁ γέρο Συμεὼν πὼς δὲν εὕρισκε ἡσυχία ὁ μαθητής του, τὸν πῆγε σ᾿ ἕνα ἄλλο μοναστήρι, τοῦ ἁγίου Μάμαντος, καὶ τὸν παράδωσε στὸν ἡγούμενο Ἀντώνιο, ξακουσμένον γιὰ τὴν ἀρετήν του. Ἐκεῖ μέσα γίνηκε ὁ τύπος κ᾿ ὑπογραμμὸς τῆς μοναχικῆς πολιτείας, καὶ μὲ τὸν καιρὸ τὸν χειροτονήσανε ἱερέα, καὶ σὰν πέθανε ὁ Ἀντώνιος, τὸν ἐκλέξανε οἱ ἀδελφοὶ ἡγούμενο, ποὺ ὅποτε λειτουργοῦσε, βλέπανε τὸ ἅγιο Πνεῦμα σὰν φωτιὰ νὰ κατεβαίνῃ στὸ κεφάλι του. Αὐτὸ τὸ φρικτὸ σημεῖο τὸ βλέπανε ἐπὶ σαρανταοχτῶ χρόνια.

Ἀλλά, μὲ ὅλη τὴν ἁγιότητα ποὺ εἶχε, βρεθήκανε ἄνθρωποι ἀσεβέστατοι ποὺ τὸν βασανίσανε μὲ κάθε τρόπο, βρίζοντας τὸν καὶ λέγοντας πὼς εἶναι ὑποκριτὴς καὶ κατηγορώντας τὸν πὼς ἔκανε ἅγιο τὸ γέροντά του καὶ τὸν γιόρταζε. Κι᾿ ὁ μακάριος Συμεὼν τοὺς συγχωροῦσε, ἀλλὰ μαζί τους πολεμοῦσε μὲ τὰ πνευματικὰ ὅπλα.

Ἡ ζωή του στάθηκε γεμάτη ἀπὸ πειρασμοὺς καὶ διωγμούς, καὶ γιὰ νὰ τὴν ἐκθέσῃ κανένας καταλεπτῶς δὲν φθάνει ὄχι μονάχα τούτη ἡ στενὴ λωρίδα τοῦ χαρτιοῦ ποὺ ἔχω, ἀλλὰ βιβλίο ὁλόκληρο. Γιὰ νὰ συντομέψω λοιπόν, θὰ βάλω παρακάτω μοναχὰ κάποια σπουδαῖα περιστατικὰ ποὺ δείχνουνε τὴν ἁγιότητά του καὶ ποὺ τὰ ἔγραψε ὁ ἄξιος μαθητής του Νικήτας Στηθάτος.

Ὁ ἅγιος Συμεὼν εἶχε ἕνα καλογεροπαίδι ποὺ τὸ λέγανε Νικηφόρο, καὶ ποὺ τὸ εἶχε ἀναθρέψει ὁ ἴδιος. Αὐτὸς ὁ Νικηφόρος διηγήθηκε στὸν Νικήτα κάποια θαύματα, μὲ τὴν ἁπλότητα ποὺ εἶχε, στὴ διάνοια καὶ στὴ γλώσσα. «Μὲ ἀγαποῦσε, λέγει, ὁ γέροντάς μου τόσο πολύ, ποὺ δὲν ἄφηνε κανέναν ἄλλον, παρεκτὸς ἀπὸ ἐμένα, ν᾿ ἀπομείνῃ μαζί του στὸ κελλί του. Ἢ γιατὶ ἤμουνα ἄκακος, ἢ γιατὶ τὸν ὑπηρετοῦσα στὰ γηρατειά του, ἢ ἀπὸ οἰκονομία Θεοῦ γιὰ νὰ φανερωθοῦνε τὰ ἔργα του. Καθὼς λοιπὸν ἐκειτόμουνα, μιὰ νύχτα, σὲ μιὰ γωνιὰ τοῦ κελλιοῦ, σὰν νὰ μὲ ξύπνησε κάποιος, καὶ βλέπω ἕνα θέαμα φοβερό. Κοντὰ στὴ σκεπὴ τοῦ κελλιοῦ ἤτανε κρεμασμένη μία εἰκόνα τῆς Θεοτόκου ποὺ τὴ λένε Δέηση, καὶ μπροστά της ἔκαιγε ἕνα καντήλι. Λοιπόν, ἀντίκρυ σ᾿ αὐτὴ τὴν εἰκόνα, ὡς τέσσερες πήχεις ψηλότερα ἀπὸ τὴ γῆ, εἶδα τὸν Ἅγιο ποὺ στεκότανε στὸν ἀέρα, κ᾿ εἶχε τὰ χέρια του ἀνασηκωμένα, καὶ προσευχότανε, λάμποντας ὁλόκληρος σὰν τὸ φῶς. Κ᾿ ἐγώ, βλέποντας αὐτά, ἀπὸ τὸ φόβο μου χώθηκα μέσα στὸ σκέπασμά μου καὶ σκεπάσθηκα κατακούκουλα. Κι᾿ ἀφοῦ ξημέρωσε, διηγήθηκα στὸν Ἅγιο κρυφὰ αὐτὸ ποὺ εἶδα. Κι᾿ ὁ Ἅγιος ἀναστέναξε καὶ μοῦ παράγγειλε νὰ μὴν τὸ πῶ σὲ κανέναν».

Ἄλλη μιὰ φορὰ ξαναεῖδε τὸ ἴδιο θαῦμα, λίγο πρὶν ἀπὸ τὸ θάνατο τοῦ ἁγίου: «Ἐπειδὴ λοιπὸν ἦλθε ὁ καιρὸς τοῦ θανάτου του, ἐκείτετον ὁ μακάριος ἀπὸ κακὴ δυσεντερία, βασανιζόμενος πολλὲς μέρες, δίχως νὰ μπορῇ νὰ σαλέψῃ μόνος του, ἂν δὲν τὸν γυρίζαμε ἐμεῖς ἀπὸ τὸ ἕνα κι᾿ ἀπὸ τὸ ἄλλο μέρος. Ἐνῶ βρισκότανε σ᾿ αὐτὴν τὴν κατάσταση, μοῦ παράγγειλε ν᾿ ἀπομείνω μοναχὸς μαζί του.

Μιὰ νύχτα λοιπόν, ποὺ κοιμόμουνα ξαπλωμένος ἀπάνω σ᾿ ἕνα σεντούκι, σὰν νὰ μὲ σκούντηξε κάποιος, καὶ ξύπνησα, καὶ βλέπω ἐκεῖνον τὸν μακάριο, ποὺ πρὶν ἀπὸ λίγη ὥρα τὸν εἴχαμε γυρίσει, νὰ στέκεται στὸν ἀγέρα ὡς τέσσερες πῆχες ἀπάνω ἀπὸ τὴ γῆ καὶ νὰ προσεύχεται. Καὶ θυμούμενος τὴν πρώτη φορὰ ποὺ τὸν εἶχα δεῖ ἔτσι, θαύμαζα τὴν ἁγιότητά του, συλλογιζόμενος πὼς αὐτός, ποὺ δὲν μποροῦσε νὰ σαλέψη, πὼς σηκώθηκε ἀπ᾿ τὸ στρῶμα, κ᾿ ἐνῶ φοροῦσε σῶμα βαρύ, στεκότανε στὸν ἀγέρα. Κ᾿ ἔτσι ἀποκοιμήθηκα, καὶ πάλι ξύπνησα, καὶ τὸν βλέπω πὼς ἔπεσε στὸ κρεββάτι του καὶ σκεπάσθηκε μόνος του.

Σὰν ξημέρωσε τοῦ τὸ φανέρωσα, καὶ μοῦ ἔκανε δεσμὸ νὰ μὴν τὸ πῶ σὲ κανέναν πρὶν ἀπὸ τὸ θάνατό του».

Αὐτὸς ὁ Ἅγιος, ποὺ πολεμήθηκε πολὺ στὴ ζωή του ἀπὸ τοὺς κακοὺς ἀνθρώπους, καὶ περιφρονήθηκε σὰν ἀγράμματος ἀπὸ τοὺς σπουδασμένους τοῦ καιροῦ του, τιμήθηκε καὶ ζωντανός, ἀλλὰ περισσότερο μετὰ τὸ θάνατό του, ποὺ ἔλαμψε μὲ τὰ συγγράμματά του καὶ φώτισε τὶς ψυχὲς τῶν ἀνθρώπων, καὶ ὀνομάσθηκε Νέος Θεολόγος, κατὰ τὸ λόγο τοῦ προφήτη ποὺ λέγει «καὶ ἐν καιρῷ ἐπισκοπῆς αὐτῶν ἀναλάμψουσι καὶ ὡς σπινθῆρες ἐν καλάμῃ διαδραμοῦνται».

Κ᾿ ἐσύ, ὅποιος κι᾿ ἂν εἶσαι, στοχάσου τὰ μυστήρια του Θεοῦ: Ἐκεῖνος ὁ φτωχὸς καὶ καταφρονεμένος καλόγερος, ποὺ ἔζησε στὰ 1000 μ.X., δηλαδὴ 900 χρόνια πρὶν ἀπὸ μᾶς, ἀφοῦ διαβάστηκε μὲ δίψα ἀπὸ μυριάδες ἀνθρώπους τοῦ καιροῦ του, ἔσχισε σὰν πύρινο μετέωρο, αὐτοὺς τοὺς ἐννέα αἰῶνες, ποὺ καταβροχθίσανε καὶ ρίξανε στὸ βάραθρο τῆς λησμονιᾶς μυριάδες ἀνθρώπους ποὺ πολλοὶ ἀπ᾿ αὐτοὺς νομίζανε πὼς θὰ μείνουνε ἀθάνατοι, κ᾿ ἔφταξε ὡς τὸν καιρὸ τὸν δικό μας, φωτοβόλος κι᾿ ἄφθαρτος σὰν ἥλιος, γιὰ νὰ δώσῃ ζωὴ καὶ ἐλπίδα στοὺς σημερινοὺς ἀνθρώπους, ποὺ τὸν βρήκανε ψάχνοντας, σὰν νἆναι ὁ πιὸ πολύτιμος κι᾿ ἀθάνατος θησαυρός.

Σήμερα, σὲ καιρὸ ποὺ ἡ ἁμαρτωλὴ ζωή, ποὺ ζοῦνε οἱ ἄνθρωποι, παράλυσε σχεδὸν ὅλες τὶς πνευματικὲς δυνάμεις ποὺ ἔβαλε ὁ Θεὸς μέσα στὸν ἄνθρωπο, καὶ τὸν ἔκανε νὰ κολλήσῃ στὰ κτηνώδη πάθη καὶ νὰ παραδοθῇ σύμψυχος στὸν Μαμωνᾶ, σήμερα τρέχουνε ἕνα πλῆθος ψυχὲς νὰ πιοῦνε ἀπὸ τὸ ἀστείρευτο κι᾿ ἀθάνατο νερὸ ποὺ ἀναβρύζει ἀπὸ τὰ λόγια του ἁγίου Συμεών, καὶ ποὺ εἶναι δροσερώτατο, μ᾿ ὅλο ποὺ ἡ πηγὴ ἀπ᾿ ὅπου βγαίνει βρίσκεται 1000 χρόνια μακριὰ ἀπὸ μᾶς, μέσα στὸ σκοτάδι τοῦ καιροῦ.

Τὰ ἁγιασμένα βιβλία του διαβάζουνται μὲ δίψα σὲ κάθε χώρα, καὶ θὰ διαβάζουνται ὁλοένα καὶ περισσότερο, σὲ γλῶσσες ποὺ ἀγωνιζόμαστε ἐμεῖς νὰ μεταφράσουνε τὰ γραψίματά μας, ποὺ θὰ τὰ θάψη μεθαύριο ἡ λησμονιά, μ᾿ ὅλους τοὺς νεωτερισμοὺς καὶ τὶς δυσκολονόητες καὶ περίπλοκες θεωρίες μας.

Γιατὶ ὅλα αὐτὰ ποὺ γράφουμε ἐμεῖς, φιλοσοφίες, λογοτεχνίες, ἐπιστημονικὲς θεωρίες, βγαίνουνε ἀπὸ τὸν ὑλικὸ νοῦ μας, «τὸν νοῦν τῆς σαρκός μας», ὅπως τὸν λέγει ὁ ἀπόστολος Παῦλος, καὶ γι᾿ αὐτὸ ἔχουνε τὸ θάνατο μέσα τους, ἐνῶ ὅ,τι ἔγραψε ὁ ἅγιος Συμεὼν εἶναι «ἀθανασίας πλῆρες».

 

orthodoxianewsagency – 2fA

                                       

Δευτέρα 11 Οκτωβρίου 2021

"Χαριτωμένα Θεολογήματα "

 



Ι. Ν. Ταξιαρχών Μοσχάτου

Σύντομη παρουσίαση από τον π. Χριστόδουλο Μπίθα,
του βιβλίου της Δέσποινας Ζαμάνη και του Σωτήρη Κόλλια,
"Χαριτωμένα Θεολογήματα" (εκδ. ΕΝ ΠΛΩ)

 


 

2φΑ


Κυριακή 10 Οκτωβρίου 2021

"Όταν η γιατρός νηστεύει.. "

 



- Δρ Παναγιώτα Μάμα
[προσωπική μαρτυρία της Κύπριας Νευρολόγου]


….   Μέσα σε αυτή λοιπόν την παραζάλη, ψάχνω κι εγώ όπως όλοι, να ξαναβρώ τις δικές μου σταθερές… Από το μαγγανοπήγαδο της μνήμης ανασύρω εκείνη τη Σαρακοστή του 2002, όταν έκανα την εκπαίδευσή μου στην παιδονευρολογία στο Γ.Ν. Παίδων Πεντέλης.

Το θυμάμαι σαν σήμερα! Καθαρά Δευτέρα και εγώ να εφημερεύω και να βρίσκομαι στη δυσάρεστη θέση να γεμίζω τον θάλαμο 252 με δύσκολα και ανίατα περιστατικά – κάποια μάλιστα καταδικασμένα σε θάνατο ήδη από την πολύ βρεφική ηλικία… Περνάει η Κυριακή της Ορθοδοξίας και για μένα ήταν μια μαρτυρική 1η βδομάδα των Νηστειών… Κάθε φορά που έμπαινα στο θάλαμο κυριολεκτικά πονούσε η ψυχή μου, για τον πόνο που ήταν μαζεμένος μέσα στον θάλαμο αυτό! Κανένας ειδικευόμενος δεν ήθελε να αναλάβει τον συγκεκριμένο θάλαμο, από την συναισθηματική φόρτιση που βίωνε – τι σημασία έχει αν είμαστε ειδικοί… και οι ειδικοί είναι άνθρωποι και συμπάσχουν. Ο κλήρος έπεσε σε μένα…
«Γιατί Θεέ μου;», έλεγα! «Τι έφταιξαν αυτά τα παιδάκια; Γιατί τόσος πόνος σε αυτούς τους γονείς;». Κι ενώ αυτά τα ερωτήματα δεν έβρισκαν απαντήσεις, βαθιά μέσα μου, μια αδύναμη φωνή επαναλάμβανε: «Δεν νοιάζεσαι περισσότερο για τα παιδάκια αυτά, από Εκείνον που τα δημιούργησε, τον κοινό Πατέρα μας. Η Αγάπη Του ξέρει καλύτερα…».

Ήταν αρχή της 2ης Βδομάδας των Νηστειών, όταν μπαίνοντας μέσα για επανεξέταση των παιδιών, μια μητέρα μου προσφέρει πίτσα. Η στιχομυθία που ακολουθεί ήταν τόσο έντονη που τη θυμάμαι σαν σήμερα:
- Πάρε γιατρέ μου, από το πρωί είστε στο πάνω κάτω…
– Να με συμπαθάτε, της απαντάω, δεν θα πάρω. Αλλά μην το πάρετε σαν απόρριψη του κεράσματος, απλά νηστεύω… Πείτε ότι με κεράσατε και σας ευχαριστώ πολύ γι’ αυτό…
Με κοίταξε με συμπάθεια…
– Πιστεύεις ότι υπάρχει Θεός; με ρώτησε…
– Φυσικά, της απάντησα, χωρίς να αφήνω αμφιβολίες.
Σκέφτηκε λίγο και αμέσως κλείνει το κουτί της πίτσας με δύναμη, απευθυνόμενη προς τις άλλες μητέρες:
– Αφού η γιατρός μας νηστεύει, θα νηστέψουμε όλοι μέχρι το Πάσχα!
Είναι αλήθεια ότι η στάση της με ξάφνιασε, αλλά δεν είπα τίποτα…

Να μη σας τα πολυλογώ, οι γονείς ξεκίνησαν νηστεία και προσευχή.
Κάθε απόγευμα όλος ο θάλαμος σύσσωμος έκανε την παράκληση στην Παναγία και τον Άγιο Ραφαήλ – προστάτη του Νοσοκομείου Παίδων Πεντέλης.
Ο κοινός πόνος μετατράπηκε σε κοινή προσευχή και κοινή νηστεία!
Ο πόθος ήταν ένας: μέχρι την Ανάσταση να αναστηθούν τα παιδιά τους από τη δοκιμασία τους και να κάνουν Πάσχα στο σπίτι τους!
Πλέον δεν ήταν βαριά η ατμόσφαιρα στο θάλαμο! Υπήρχε ελπίδα, υπήρχε μια διάχυτη χαρμολύπη, χαιρόμουν να κάθομαι μαζί τους και να παίρνω δύναμη από την προσευχή τους…

Κάθε Κυριακή ζητούσαν από τον ιερέα του νοσοκομείου να κοινωνεί τα παιδιά τους, ακόμη κι αυτά που τα πλησιάζαμε με πολλή προσοχή και αντισηψία, μήπως τους μεταφέρουμε κάποια ενδονοσοκομειακή ή άλλη λοίμωξη, γιατί ήταν ανοσοκατασταλμένα!
Ο ιερέας όμως, ήταν αλλιώς…
Ο ιερέας πλησίαζε και τα κοινωνούσε με Σώμα και Αίμα Χριστού, μεταγγίζοντας τους ζωήν αιώνιο! Και όσο πλησίαζε το Μεγάλο Σάββατο… ανέλπιστα άρχισαν να υπάρχουν δείγματα βελτίωσης σε όλα τα παιδιά – ακόμη και στα ετοιμοθάνατα, ακόμη και σε αυτά που η οδηγία ήταν «αν πάθουν ανακοπή μην ανατάξετε, διότι… δεν έχει νόημα!» – οδηγία που αρνηθήκαμε να ακολουθήσουμε – μέχρι που τελικά το πρωί του Μεγάλου Σαββάτου
ο θάλαμος… ήταν άδειος!

Μ. Σάββατο πρωί έδωσα και το τελευταίο εξιτήριο!
Και τελικά εκείνη η εφημερία της Ανάστασης ήταν η πιο ήσυχη εφημερία της ζωής μου, μεταμορφούμενη σε ορόσημο και της δικής μου εσωτερικής Ανάστασης…

 

orthodoxia

vb – Ηλίας
2fA

                                                        

Σάββατο 9 Οκτωβρίου 2021

"Ιωάννης ο Ερημίτης "

 



-  Ο Όσιος Ιωάννης ο Ερημίτης και οι συν αυτώ 98 Θεοφόροι Πατέρες


Στις αρχές του 1600 ξεκίνησαν από την Αίγυπτο 36 κληρικοί και μοναχοί.
Έφτασαν στην Κύπρο και εκεί αναζήτησαν τόπο ερημικό, για να μπορέσουν να αφοσιωθούν απερίσπαστοι στην λατρεία του Θεού. Πίστευαν ότι μόνο χωρίς πολυκοσμία και μέσα στην ερημιά θα μπορούσαν να ζήσουν όπως ήθελαν. Ότι μόνο έτσι μπορεί κανείς να επικοινωνεί με τον Ύψιστο, να προσεύχεται σ’ Αυτόν και να Τον υμνεί. Όσο όμως κι αν επιδίωξαν την ερημιά οι συγκεκριμένοι εκείνοι Πατέρες στην Κύπρο, η φήμη τους εξαπλώθηκε παντού. Πολύ σύντομα ήταν δίπλα τους πλήθος κόσμου για να ακούσει την διδασκαλία τους και να θαυμάσει τον ήρεμο, άκακο και άγιο τρόπο της ζωής τους. Στην συντροφιά τους τότε προστέθηκαν κι άλλοι Πατέρες Κύπριοι 38 στον αριθμό. Η ερημιά που ζητούσαν δεν υπήρχε πλέον και έτσι οι 75 ως τώρα Πατέρες αποφάσισαν να μεταναστεύσουν πηγαίνοντας προς την Αττάλεια της Μικράς Ασίας. Όμως ούτε εκεί μπόρεσαν να βρουν την πολυπόθητη ησυχία. Οι άνθρωποι συνέρρεαν σαν μέλισσες, που ζητούσαν με επιμονή να ρουφήξουν το μέλι της διδασκαλίας τους, το άρωμα της αγιοσύνης τους. Ταυτόχρονα προστέθηκαν άλλοι 24 Πατέρες από εκεί, ντόπιοι και έτσι έφτασαν στον αριθμό 99. Οι Πατέρες δεν έπαιρναν άλλο μαζί τους, διότι πίστευαν πως τα οικονόμησε έτσι ο Κύριος, ώστε ο εκατοστός να είναι ο Ίδιος.

Αφού η κατάσταση ολοένα και χειροτέρευε, μη έχοντας άλλη επιλογή, αποφασίζουν να μεταναστεύσουν πάλι και αυτή την φορά για την Κρήτη. Καθώς έπλεαν με την βάρκα τους και οι 99 στο φουρτουνιασμένο Αιγαίο βλέπουν από μακριά την Κρήτη. Η τρικυμία δεν τους επέτρεψε να φτάσουν κοντά, καθώς κινδύνευσε το καράβι τους να χτυπήσει στα βράχια. Έτσι μετά από μια περιπλάνηση ημερών στις ακτές του νησιού έφτασαν τελικά στο νησί Γαύδο. Αξίζει να πούμε ότι οι Πατέρες είχαν σκοπό να αποβιβαστούν στο ανατολικότερο σημείο της μεγαλονήσου, στην Σητεία που είναι ποιο κοντά στην Μικρά Ασία όπου ξεκίνησαν. Η φουρτούνα όμως τους ανάγκασε να τραβήξουν νότια και ύστερα δυτικά και έτσι περνώντας από Ιεράπετρα και Καλούς Λιμένες, αφού ηρέμησε ο καιρός κατάφεραν να αράξουν σε κάποιο μικρό κόλπο στην Γαύδο.

Στην Γαύδο οι Πατέρες έμειναν 24 μέρες και αφότου ηρέμησε η θάλασσα μπήκαν στη βάρκα τους και γύρισαν στην Κρήτη. Έφτασαν απέναντι στα Σφακιά που είναι περίπου είκοσι μίλια απόσταση, μετά που κατέβηκαν διαπίστωσαν ότι έλειπε ένας και αυτός ήταν ο Ιωάννης ο Ερημίτης. Έτσι έχουμε το εξής θαύμα: Θέλοντας ο Θεός να δοξάσει τον Άγιο Ιωάννη και να φανερώσει στους ανθρώπους την αρετή του, τον σκέπασε με νέφος εκεί που κοιμόταν όταν έφευγαν οι Πατέρες και έτσι δεν τον είδαν. Δεν φτάνει όμως αυτό αλλά όταν το αντιλήφθηκαν δεν μπορούσαν να γυρίσουν πίσω γιατί άρχισε και πάλι τρικυμία, έτσι συγκεντρώθηκαν στην παραλία των Σφακίων και περίμεναν. Το θαύμα αυτό ολοκληρώνεται όταν ο Ιωάννης μετά από αρκετή προσευχή ηρέμησε την θάλασσα και απλώνοντας το μανδύα του στο νερό άρχισε να πλέει σαν βάρκα, μετά ανέβηκε πάνω, έβαλε το ραβδί του για κατάρτι και το ράσο του για άρμενο. Με το θαυμαστό αυτό τρόπο έφτασε μετά από μερικές ώρες εκεί που τον περίμεναν οι υπόλοιποι 98 Πατέρες, οι οποίοι έκθαμβοι από το θαύμα που είδαν τον αγκάλιασαν και όλοι μαζί έψαλαν ύμνους στον Θεό.

Αφού περιπλανήθηκαν στις ακτές και τα βουνά των Σφακίων οι Πατέρες αναζήτησαν κατάλυμα. Κατευθύνθηκαν δυτικότερα και μπήκαν στην επαρχία Σελίνου. Εκεί βρήκαν μια σπηλιά στο βουνό του μεγάλου χάρακα, κοντά στο χωριό Αζωγυρέ και δίπλα σε ένα ποτάμι. Ύστερα από τόσες ταλαιπωρίες βρήκαν επιτέλους την ησυχία που αναζητούσαν. Επειδή η σπηλιά δεν ήταν τόσο μεγάλη που να χωρέσει και τους 99 μοιράστηκαν. Οι 36 πέρασαν απέναντι από το ποτάμι σε μια άλλη σπηλιά. Μοναδικό φαγητό για αυτούς ήταν χαρούπια και οι καρποί του σκίνου και δεν έκαναν τίποτα άλλο από το να προσεύχονται. Ενώ οι λοιποί Πατέρες ήταν ευχαριστημένοι με το κοινόβιο, ο Άγιος Ιωάννης ήταν θερμός υποστηρικτής του απόλυτου μοναχικού βίου. Θεωρούσε την παρουσία ακόμη και σεβάσμιων ανθρώπων εμπόδιο στην προσπάθεια ολόψυχης αφιερώσεως και επικοινωνίας με τον Θεό. Στην τελευταία κοινή προσευχή τους, οι Πατέρες, πριν φύγει ο Ιωάννης παρακάλεσαν τον Θεό να τους εκπληρώσει μια επιθυμία που ήταν καθολική. Ζήτησαν να πεθάνουν όλοι μαζί την ίδια μέρα.

Φεύγοντας ο Άγιος Ιωάννης από τον Αζωγυρέ και αφήνοντας πίσω του τους 98 πατέρες μετά από πολύ ταλαιπωρία, έφτασε στο ακρωτήρι Χανίων.
(Σύμφωνα με την παράδοση, ο Άγιος πηγαίνοντας για τα Χανιά πέρασε και σταμάτησε για να ξεκουραστεί στην Μαραθοκεφάλα Κισάμου, όπου κι εκεί υπάρχει σπήλαιο το οποίο έχει ένα εκκλησάκι και εορτάζει στην μνήμη του).
Φτάνοντας στο Ακρωτήρι ο Όσιος Ιωάννης βρήκε ένα σπήλαιο, όπου και έζησε πολλά χρόνια. Μια μέρα που ο Άγιος βγήκε να βρει μερικά χόρτα κάποιος βοσκός τον πέρασε για θήραμα πίσω από τους θάμνους που ήταν και τον χτύπησε με το τόξο του. Ακολουθώντας τα αίματα ο βοσκός έφτασε στη σπηλιά όπου με δυσκολία είχε συρθεί ως εκεί ο Άγιος. Στεναχωρημένος ο βοσκός ζητούσε να τον συγχωρήσει και τότε με ήρεμη φωνή του απάντησε ο Άγιος Ιωάννης: «εγώ σε συγχωρώ, μα το σπουδαιότερο είναι πως ο Θεός που αγαπά την σωτηρία των ανθρώπων θα δεχθεί την μετάνοια σου….»

Τα πλήθη που συγκεντρώθηκαν στη σπηλιά είδαν τον Άγιο, άκουσαν ψαλμωδίες και ένοιωσαν την ευωδία του λιβανιού που απλωνόταν τριγύρω. Άνθρωποι πίστεψαν, όσοι ασθενείς πήγαν θεραπεύτηκαν. Χτίστηκε εκκλησία εκεί δίπλα την οποία αφιέρωσαν στον Άγιο και από τότε και στην Εκκλησία και στο σπήλαιο υπάρχει μαρτυρία θαυμαστών γεγονότων. Από τον 18o αιώνα στην περιοχή όπου κοιμήθηκε ο Όσιος Ιωάννης κτίστηκε Μοναστήρι, το οποίο λειτουργεί μέχρι και σήμερα.

Σύμφωνα με την παράδοση και τα ιερά βιβλία, με τους λοιπούς 98 Πατέρες έγινε αυτό που ζήτησαν από τον Θεό. Την ίδια ώρα που πέθανε ο Άγιος Ιωάννης, πέθαναν και οι 98 Πατέρες στο σπήλαιο. Μάλιστα ήταν τόσο αιφνίδιος ο θάνατος, που άλλοι ήταν καθιστοί και ακουμπισμένοι στα ραβδιά τους, άλλοι κοιμώμενοι όπως ήταν και άλλοι σε στάση προσευχής.

Όλα αυτά συνέβησαν την 6ην Οκτωβρίου του 1632.
Η Εκκλησία μας τους τιμά στις 7 Οκτωβρίου με απόφαση του Οικουμενικού Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Κυρίλλου Λουκάρεως, του Κρητός, αφού την 6ην του αυτού μηνός εορτάζει την μνήμη του Αγίου ενδόξου Αποστόλου Θωμά.

 

fb - Ι.Μ.Καλύμνου

2fA

                                

Πέμπτη 7 Οκτωβρίου 2021

"Η Καρδιά του Ρόδου "

 



Robin S. Sharma  - "Ο ΜΟΝΑΧΟΣ ΠΟΥ ΠΟΥΛΗΣΕ ΤΗ FERRARI ΤΟΥ"


….   «Ταρακούνησε λίγο τη ζωή σου. Καθάρισε λίγο τούς ιστούς της αράχνης.
Βγες από την πεπατημένη και ανακάλυψε νέους δρόμους.
Οι περισσότεροι άνθρωποι ζουν μέσα στους περιορισμούς της περιοχής τους, όπου νιώθουν ασφάλεια.
Ο δάσκαλος Ραμάν ήταν ο πρώτος άνθρωπος που μου εξήγησε, πως το καλύτερο πράγμα που μπορείς να κάνεις για τον εαυτό σου είναι να μετακινηθείς πέρα από εκεί.
Αυτή είναι η δίοδος προς την αιώνια αυτογνωσία και τη συνειδητοποίηση της πραγματικής δυνατότητας των ανθρώπινων χαρισμάτων».

- «Και ποια θα μπορούσε να είναι αυτά;»
- «Ο νους, το σώμα και η ψυχή σου».
- «Λοιπόν, τι είδους ρίσκα θα πρέπει να πάρω;»
- «Πάψε να λειτουργείς τόσο πρακτικά. Ξεκίνα να κάνεις τα πράγματα που πάντοτε ήθελες να κάνεις. Γνωρίζω δικηγόρους που εγκατέλειψαν το επάγγελμά τους για να γίνουν ηθοποιοί και λογιστές που έγιναν μουσικοί της τζαζ. Κατά τη διάρκεια της διαδικασίας, ανακάλυψαν τη βαθιά ικανοποίηση που είχαν στερηθεί για τόσο μεγάλο διάστημα.
Τι σημασία έχει, λοιπόν, αν δεν είχαν πλέον τη δυνατότητα να κάνουν διακοπές δύο φορές το χρόνο ή να έχουν πολυτελή έπαυλη στα νησιά Κέιμαν; Η επιχείρηση ενός εύλογου ρίσκου εμποδίζει πολύ υψηλά μερίσματα. Πώς θα μπορέσεις ποτέ να βρεθείς στο τρίτο σκαλοπάτι, κρατώντας ταυτόχρονα το ένα σου πόδι στο δεύτερο;».

- «Καταλαβαίνω τι Θέλεις να πεις».
- «Κάτσε λοιπόν και σκέψου με την ησυχία σου. Ανακάλυψε τον πραγματικό λόγο της έλευσής σου στη ζωή και στη συνέχεια βρες το θάρρος να τον πραγματώσεις».
- «Με όλο τον σεβασμό που σου έχω, Τζούλιαν, πρέπει να σου πω ότι το μόνο που κάνω είναι να σκέπτομαι. Για να είμαι ειλικρινής, ένα μέρος τον προβλήματός μου είναι ότι σκέπτομαι υπερβολικά πολύ.
Το μυαλό μου δεν σταματά ποτέ. Είναι γεμάτο από νοητικές φλυαρίες - σε σημείο που να με τρελαίνει ορισμένες φορές».

- «Αυτό που προτείνω εγώ είναι διαφορετικό. Όλοι οι Σοφοί της Σιβάνα αφιέρωναν καθημερινά χρόνο να στοχαστούν σιωπηλά όχι μόνο για το πού βρίσκονταν, αλλά και το πού όδευαν. Ξόδευαν πολύ χρόνο ώστε να συλλογιστούν τον σκοπό τους, αλλά και τον τρόπο με τον οποίο κυλούσε η ζωή τους, κάθε μέρα.
Το πιο σημαντικό είναι ότι σκέπτονταν βαθιά και ουσιαστικά με μεγάλη ειλικρίνεια, τον τρόπο με τον οποίο θα μπορούσαν να βελτιώσουν την επόμενη ημέρα. Οι καθημερινά σωρευτικές βελτιώσεις αποφέρουν διαρκή αποτελέσματα, τα οποία με τη σειρά τους οδηγούν στη θετική αλλαγή».

- «Θα πρέπει, λοιπόν, να συλλογίζομαι τη ζωή μου συχνά;»
- «Ναι. Ακόμη και δέκα λεπτά προσηλωμένης σκέψης την ημέρα, θα έχουν έντονη επίδραση στην ποιότητα της ζωής σου».
- «Καταλαβαίνω πολύ καλά τι εννοείς, Τζούλιαν. Το πρόβλημα είναι ότι από τη στιγμή που ξεκινά το "μαγκανοπήγαδο" κάθε μέρας, δεν είναι λίγες οι φορές που δεν μπορώ να βρω ούτε δέκα λεπτά για κολατσιό».
- «Φίλε μου, λέγοντας ότι δεν έχεις ούτε δέκα λεπτά χρόνο, προκειμένου να βελτιώσεις τις σκέψεις σου και τη ζωή σου, είναι σαν να λες ότι δεν έχεις χρόνο να σταματήσεις για βενζίνη, επειδή είσαι πολύ απασχολημένος οδηγώντας.
Τελικά, θα αναγκαστείς να το κάνεις».

- «Ναι, το ξέρω. Νόμιζα όμως, ότι θα μου αποκάλυπτες και κάποιες τεχνικές, Τζούλιαν, είπα ελπίζοντας να μάθω κάποιους πρακτικούς τρόπους, με τους οποίους θα μπορούσα να κάνω πράξη τη σοφία για την οποία άκουγα.
- «Υπάρχει μια τεχνική για να δαμάσει κάποιος τον νου, η οποία υπερτερεί έναντι όλων των άλλων. Πρόκειται για την αγαπημένη των Σοφών της Σιβάνα, οι οποίοι και μου τη δίδαξαν με μεγάλη πίστη και εμπιστοσύνη.
Έπειτα από εξάσκηση μόλις είκοσι μίας ημερών, αισθάνθηκα πιο ενεργητικός, ενθουσιώδης και δραστήριος απ' όσο είχα αισθανθεί τα τελευταία χρόνια.
Η ηλικία της πρακτικής αυτής ξεπερνά τα τέσσερις χιλιάδες χρόνια.
Και το όνομά της είναι, η Καρδιά του Ρόδου».

- «Πες μου περισσότερα».
- «Τα μόνα που χρειάζεσαι για να εκτελέσεις αυτή την άσκηση είναι ένα φρέσκο τριαντάφυλλο και ένα ήσυχο μέρος. Το φυσικό περιβάλλον θα ήταν ό,τι καλύτερο, όμως και ένα ήσυχο δωμάτιο είναι μια χαρά.
Άρχισε να κοιτάς το τριαντάφυλλο στο κέντρο, στην καρδιά του.
Ο δάσκαλος Ραμάν μου είπε ότι το τριαντάφυλλο μοιάζει πολύ με τη ζωή: θα συναντήσεις αγκάθια στην πορεία, αν όμως έχεις πίστη και πιστεύεις στα όνειρά σου, τελικά θα προσπεράσεις τα αγκάθια και θα συναντήσεις τη μεγαλοπρέπεια του άνθους.
Συνέχισε να κοιτάς το τριαντάφυλλο. Παρατήρησε το χρώμα, την υφή και το σχέδιό του.
Απόλαυσε το άρωμά του και σκέψου μόνο αυτό το υπέροχο αντικείμενο μπροστά σου.
Στην αρχή, άλλες σκέψεις θα αρχίσουν να μπαίνουν στο μυαλό σου, αποσπώντας σε από την καρδιά του λουλουδιού. Αυτό είναι ένδειξη απαίδευτου νου. Δεν χρειάζεται ν' ανησυχείς όμως, σύντομα θα υπάρξει βελτίωση. Απλά επανάφερε την προσοχή σου στο αντικείμενο που εστιάζεις.
Σύντομα το μυαλό σου θα αποκτήσει την απαραίτητη δύναμη και πειθαρχία».

- «Αυτό είναι όλο; Φαίνεται πολύ εύκολο».
- «Αυτή είναι και η ομορφιά του, Τζον», απάντησε ο Τζαύλιαν.
Όμως, αυτό το τελετουργικό θα πρέπει να επαναλαμβάνεται καθημερινά για να γίνει αποτελεσματικό. Τις πρώτες μέρες θα το βρίσκεις κουραστικό να αφιερώνεις έστω και πέντε λεπτά σε αυτή την άσκηση.
Οι περισσότεροι ζούμε σε τέτοιους φρενήρεις ρυθμούς, ώστε η γαλήνη και η ησυχία μοιάζουν σαν κάτι ξένο και άβολο. Πολλοί άνθρωποι ακούγοντας τα λόγια μου θα έλεγαν πως δεν έχουν χρόνο να καθίσουν και να κοιτάνε ένα λουλούδι. Πρόκειται για τους ίδιους ανθρώπους που θα σου πουν ότι δεν έχουν χρόνο ν' απολαύσουν το γέλιο ενός παιδιού ή να περπατήσουν ξυπόλυτοι στη βροχή.
Οι άνθρωποι αυτοί ισχυρίζονται ότι είναι πολύ απασχολημένοι, για να κάνουν τέτοια πράγματα. Δεν έχουν καν τον χρόνο να δημιουργήσουν φιλίες, γιατί οι φιλίες επίσης χρειάζονται χρόνο».

- «Γνωρίζεις πολλά γι' αυτούς τους ανθρώπους».
- «Ήμουν ένας από αυτούς», είπε ο Τζούλιαν. Έκανε μια παύση και έμεινε ακίνητος, καθώς η ματιά του καρφωνόταν στο ρολόι του παππού μου, το οποίο είχε δωρίσει η γιαγιά μου στην Τζένη και σ’ εμένα για τα καλορίζικα του σπιτιού μας.
«Όταν σκέπτομαι εκείνους που ζουν τη ζωή τους με αυτό τον τρόπο, θυμάμαι τα λόγια ενός παλιού Βρετανού νομπελίστα, του οποίου τη δουλειά αγαπούσε πολύ ο πατέρας μου:
"Κανείς δεν πρέπει να επιτρέπει στα ρολόγια και στα ημερολόγια να του κρύβουν το γεγονός, πως κάθε στιγμή της ζωής είναι ένα θαύμα - και ένα μυστήριο"».
«Επέμεινε και πέρνα όλο και μεγαλύτερες περιόδους απολαμβάνοντας την καρδιά του τριαντάφυλλου», συνέχισε ο Τζούλιαν με βραχνή φωνή.

«Έπειτα από μία ή δύο εβδομάδες θα πρέπει να μπορείς να ασκείς αυτή την τεχνική για είκοσι λεπτά, χωρίς να παρεκτρέπεται το μυαλό σου σε άλλα πράγματα.
Αυτή θα είναι η πρώτη ένδειξη ότι αρχίζεις να ξαναποκτάς τον έλεγχο στο κάστρο του νου σου.
Στη συνέχεια θα μπορεί να εστιάζεται σε οτιδήποτε του ζητάς να εστιαστεί, θα είναι τότε ένας θαυμάσιος υπηρέτης, ικανός να κάνει για σένα απίστευτα πράγματα.
Να θυμάσαι, είτε εσύ θα ελέγχεις τον νου σου, είτε αυτός εσένα.»   ….

 

2fA