Παρασκευή 15 Αυγούστου 2025

Η Κοίμησις της Θεομήτορος

 


Η ΘΕΟΜΗΤΩΡ

Κάλυμνος, 14/8/1928


Χαίρετε, ὦ τέκνα μου,

Τὸ τέλειον τῆς μεγάλης ἁρμονίας ἐφέρετο πλησίον τῶν ἡμερῶν, ὅτε ἔμελλεν ὁ ἀγαπητός μου Υἱός, ὁ Πρωτότοκος τῶν ἀνθρώπων, νὰ προσέλθῃ πλησίον τοῦ Ὄρους τῶν Ἐλαιῶν, ἵνα λάβῃ τὴν ταπεινὴν Δούλην πλησίον Του. 2 Τοῦτο τὸ τέλειον τῆς Ἀγαθότητος ποία διάνοια, ὦ τέκνα μου, δύναται νὰ συλλάβῃ ;

3 Ὅτε πρὸς τὸν Γαβριὴλ ἔδωσα τὴν ἐπιθυμίαν τῆς ψυχῆς μου, εἶδον τοὺς οὐρανοὺς ὡς βιβλίον νὰ ἀνοίγωνται καὶ τὸ ἄπειρον πλῆθος τῶν ἀστέρων πρόσωπα Ἀγγέλων πλησίον τοῦ Κυρίου μου νὰ προσέρχωνται ἐν τῇ ταπεινῇ κλίνῃ μου. 4 Πλησίον τῆς ταπεινότητος ἐκλείετο ἡ Δόξα τοῦ αἰωνίου καὶ πλησίον τῆς προσευχῆς ἐδίδετο τὸ ὅραμα τῆς μεγάλης Σκηνῆς.

5 Ὅτε εἰς τὸν κόσμον προσῆλθον, εἶδον τὰ ὄρη νὰ ἐκτείνωνται εἰς ὕψος ταπεινὸν πρὸ τῶν ὀφθαλμῶν μου καὶ τὴν χλόην νὰ φύηται ὡς μέγα δημιούργημα τοῦ Παντοδυνάμου. 6 Ἐζήτησα νὰ ὁμοιώσω τὴν ζωήν μου μὲ τὴν χλόην καὶ τὸν προορισμόν μου, νὰ ἀναβῶ εἰς τὴν κορυφὴν τοῦ Ὄρους, οὕτω νὰ ὁρίσω τὸν προορισμὸν τῆς ζωῆς μου. 7 Καὶ ἤρχισα, ὦ τέκνα μου, νὰ ἀγρυπνῶ εἰς τὴν ἐκμηδένισιν καὶ νὰ ζητῶ εἰς τὰς ἡμέρας μου τὴν γνῶσιν τοῦ ὑψηλοῦ Ὄρους τοῦ Παντοδυνάμου. 8 Εἰς τὴν μελέτην μου τὸν νόμον τοῦ Κυρίου ἐζήτουν καὶ εἰς τὴν σκέψιν μου ἡ χλόη ἐφέρετο ἐνώπιόν μου ὡς ὁμοίωμα τῆς ζωῆς μου. 9 Ἡ μελέτη αὕτη ἐνέκλειεν ἀπειρότητα καὶ καιρὸς εἰς ταύτην τὴν σκέψιν ἐδίδετο.

10 Καὶ οὕτω αἱ ἡμέραι τῆς ζωῆς ἐξηλείφοντο καὶ δὲν ὑπῆρχε χῶρος νὰ εἰσέλθῃ ἡ σκέψις τῆς μηδαμινότητος, τῆς ἁμαρτίας. Αὕτη ἡ σκέψις μὲ παρηκολούθησε καὶ ἐκεῖ ἀκόμη, ὅτε πρὸς τὴν πηγὴν ἐβάδιζα. 11 Τὴν σκέψιν τῆς ταπεινότητος διέλυσεν ἡ μεγάλη ὀπτασία τοῦ Γαβριήλ. Ἤνοιξε τὸ Ὄρος τῆς Δόξης τοῦ Κυρίου ὑψηλὸν πρὸ τῶν ὀφθαλμῶν μου καὶ μετὰ τοῦτο τὸ ἄνοιγμα ἡ ψυχή μου ἐταπεινώθη σφόδρα. 12 Ἐζήτησα νὰ κλίνω μετὰ φόβου εἰς τὸν νόμον τοῦ Κυρίου τὸ γόνυ τῆς ψυχῆς μου καὶ τοῦτο μὲ ἐκράτησεν εἰς ἁγνότητα, ἕως οὗ ἐτέχθη ὁ Πρωτότοκος τῆς ἀνθρωπότητος, ὁ μέγας Συμφιλιωτὴς τοῦ ἀνθρώπου καὶ τὸ Βλαστάρι τῆς ψυχῆς μου, ὦ τέκνα μου. 13 Ὅτε δὲ εἶδον καὶ Ἐκεῖνον, εἰς τὸν Ὁποῖον παρέδωσα τὴν ψυχήν μου καὶ τὴν ταπείνωσιν τοῦ βίου μου, νὰ ἵπταται μεταξὺ τῶν ἀνθρώπων καὶ νὰ μὲ φωνῇ ὡς μετέωρον τῶν ἑτέρων γυναικῶν, ἐταπεινώθην, ὦ τέκνα μου.

14 πεθύμησα ἐπιθυμίαν ἀνωτέραν τοῦ ὁρίου τῆς Τελειότητος· ἐζήτησα εἰς τὰς ἀγκάλας μου νὰ κατέχω Ἐκεῖνον, Ὅστις ἐντὸς τῶν βραχιόνων Αὐτοῦ ἔκλειε τὸ Σύμπαν. 15 Θὰ ἐκράτει τοὺς δυστυχεῖς καὶ πεφορτισμένους, θὰ ἐκράτει ἀκόμη καὶ τοὺς εὐσεβεῖς καὶ πλησίον ὅλων τούτων θὰ συνεχώρει καὶ τοὺς διώκτας Αὐτοῦ 16 καὶ ἐγὼ ἐζήτησα εἰς τὴν ἐπιθυμίαν τῆς ψυχῆς μου νὰ κλείσω μίαν Τελειότητα ἐντὸς τῆς ἀγκάλης μου, ἡ ὁποία ἐκράτει τοῦτο τὸ μυστηριῶδες θέαμα, ὅτε ἔπρεπε νὰ κρατηθῇ ὑπ᾿ ἀνθρώπου. Καὶ ἐκεῖ ἐταπεινώθην. 17 Μοὶ ἔδειξεν, ὅτι τὸ ὅριον τοῦ Ἀπείρου οὐ κρατεῖται, οὐ τελειοποιεῖται εἰς βραχίονας ἀδυνάτους, ἀλλὰ διατρέχει τὸ αἰώνιον καὶ ἐκεῖ πλησιάζει πρὸς τὸ ἀθάνατον, τὸ ὁποῖον διατρέχει εἰς τὰ ὅρια τῆς εὐφροσύνης, 18 καὶ κατενόησα τὴν ἐπιθυμίαν μου ταπεινήν, ἔκλεισε δὲ ἐντός μου τὴν ὀδύνην τοῦ χωρισμοῦ τὸ μειδίαμα τῆς Ἀγάπης, ἡ ὁποία κατέβαινεν ἐκ τοῦ χώρου τοῦ οὐρανοῦ καὶ ἐπότιζε τὴν ψυχήν μου.

19 Τοιαύτη ἦτο ἡ ἐπιθυμία μου, ὦ τέκνα μου, ἀπέναντι τοῦ Ἰησοῦ μου. Εἰς τὴν γλυκύτητα Ἐκείνου ἔφερον εἰς λήθην τὸν πενιχρὸν ἄνθρωπον 20 καὶ ἐκεῖ ἐστάθην καὶ ἐμνήσθην διὰ τοῦ βλέμματος τῆς Ἀγάπης, τὸ ὁποῖον ἐχύνετο πρὸς πᾶσαν τὴν οἰκουμένην, καὶ εἶπον, ὅτι τὸ ὅριον τῆς Τελειότητος ἂς μὴ ἐγγίζη ἡ ἐπιθυμία μου.

21 Ὅτε ὅμως ἦλθεν ἡ ὥρα, ὅτε τὰ χάη ἐζήτησα νὰ διέλθω τῇ προσταγῇ τοῦ Κυρίου διὰ μέσου τοῦ Γαβριήλ, ἐμνήσθην τῆς γλυκύτητος τοῦ Υἱοῦ μου καὶ ἐπεθύμησα μετ᾿ Ἐκείνου νὰ πορευθῶ εἰς τὸν κόσμον τῆς ἀθανασίας. 22 Ταπεινῶς ἐζήτησα τοῦτο καὶ τοῦτο δὲν ἀπεμακρύνθη τῆς ἐπιθυμίας μου. Ἦλθε πλησίον τῆς κλίνης μου, ἐνῷ τὸ πλῆθος τῶν μαθητῶν Αὐτοῦ, τῶν ἠγαπημένων τέκνων Αὐτοῦ, ἦσαν πλησίον, καὶ μοὶ ἐφώνησεν :

23 –«Ὦ Μῆτερ καὶ Δούλη τοῦ Παντοκράτορος, ἐλθὲ μετ᾿ Ἐμοῦ νὰ ἀναβῶμεν τὴν κλίμακα τῆς Δόξης καὶ θέλεις αἰσθανθῇ τὴν ἀγαλλίασιν εἰς αἰῶνας ἀτελειώτους.»-

24 Ὅτε τοῦτο ἡ ἀκοή μου ᾔσθάνθη καὶ οἱ ὀφθαλμοί μου ἠτένισαν, ἐμνήσθην τῶν πενθούντων καὶ εἶπον :

25 – «Κύριέ μου καὶ Υἱέ μου, Ὅστις τὴν διεύθυνσιν τοῦ ἀνθρώπου κατέχεις, ζητεῖ ἡ ψυχή μου νὰ δώσῃς τὸ φῶς εἰς τοὺς ἐσκοτισμένους καὶ θέλω νὰ ἀναπετάσῃς τὰς πύλας τοῦ δου καὶ ἐκεῖ νὰ πορευθῶ.» –

26 Καὶ πορευθεῖσα ἐκεῖ, ὦ τέκνα μου, εἶδον τὸν πόνον καὶ τὴν ὀδύνην καὶ λέγω εἰς ὑμᾶς, καιρὸς τοῦ ἀγαπᾶσθαι καὶ καιρὸς νὰ ῥίψητε τὸν σπόρον εἰς τὴν ψυχήν σας, ἵνα καλλιεργηθῇ ἐν γονίμῳ χώρῳ. Φοβηθῆτε, ὦ τέκνα μου, τὴν ὀδύνην.

27 Σὺν τῷ χρόνῳ ἐθρήνησα, ὅτε τὴν ἀπεριόριστον Δόξαν ἠτένισα. 28 Μακρυνθῆτε τῆς ἀδικίας καὶ ἀγαπήσατε, ὦ τέκνα μου, τὴν δικαιοσύνην. Εἶναι τὸ Δένδρον εὐσκιόφυλλον καὶ ἡ σκιὰ αὐτοῦ εὐφραίνει. Εἶναι ἡ Δόξα ἄρρητος καί, ὅταν ἀτενίσητε ταύτην. θέλετε ἀλαλάξει.

29 Ζητεῖτε σοφίαν καὶ σύνεσιν. Μακρυνθῆτε τῆς μωρίας, τὴν ὁποίαν φέρει ἡ ἁμαρτία. 30 Δὲν δύναταί τις νὰ σταθῇ εἰς τὴν ὀδύνην, διότι αὕτη κατατρώγει τὰς σάρκας, φθείρει τὰ ὀστᾶ καὶ τὰς αἰσθήσεις εἰς τὸ σκότος ῥίπτει.

31 Καιρός, ὦ τέκνα μου, τῆς ἐπανορθώσεως· μὴ ἀμελήσητε. 32 Καιρὸς τῆς σωτηρίας, διότι αὕτη ἔρχεται εὐκόλως εἰς τὰ ὦτα τοῦ Κυρίου, Ὅστις Ἀγαθότητα ὠνόμασε τὰ σκηνώματα τῆς Βασιλείας Αὐτοῦ. 33 Ἑνώσατε τὴν προσευχὴν εἰς τὴν ψυχήν σας καὶ εἰπέτε μετὰ θάρρους εἰς τὸν Πατέρα τοῦ Σύμπαντος, ὅτι :-«Ἠγνοήσαμεν τὴν μεγαλοπρέπειαν τοῦ οἴκου Σου καὶ ἐζητήσαμεν νὰ φιλοξενηθῶμεν εἰς τὸν οἶκον τῆς ἁμαρτίας. 34 Ἐμνήσθημεν ὅμως τούτου, ὅτι ὁ οἶκος τῆς ἁμαρτίας φέρει φιλοξενίαν τοῦ συντριμμοῦ καὶ εἴπομεν, ὅτι ἐπιθυμοῦμεν νὰ φιλοξενηθῶμεν εἰς τὸν οἶκον τῆς Σοφίας καὶ τῆς Ἀγάπης, τὸν ὁποῖον ἡτοίμασας διὰ τοὺς ἀγγέλους καὶ διὰ τὸν ἄνθρωπον. 35 Ἐρεύνησον εἰς τὰς καρδίας μας, Κύριε, καὶ δεῖξον εἰς αὐτὰς τὴν ὁδὸν τῆς Ἀληθείας.» —

36 Καὶ τότε θέλει ἔλθει εἰς τὴν σκέψιν σας, ὦ τέκνα μου, ἡ ἐσκοτισμένη παρελθοῦσα ἡμέρα καὶ θέλετε θρηνήσει· 37 καὶ αὕτη θέλει λησμονηθῇ διὰ τοῦ θρήνου ἀπὸ τὸν Κύριον καὶ θέλει ὑψωθῇ ὡς θυμίαμα εὐχαριστίας ἡ αἴτησις τῶν ψυχῶν ὑμῶν. 38 Καιρός, ὦ τέκνα μου, νὰ λησμονήσητε τὸν παλαιὸν νόμον, τὸν ὁποῖον ἐθέσατε εἰς τὰς ψυχάς σας, τὸν νόμον τῆς ἁμαρτίας, 39 καὶ νὰ ἀκολουθήσητε τὸν νόμον τῆς δικαιοσύνης, ὅστις θέλει συλλέξει ὑμᾶς εἰς τὴν Δόξαν τὴν ἄρρητον, εἰς τὸν κόσμον τῶν Ἀγγέλων καὶ εἰς τὸ αἰώνιον μυστήριον τοῦ Παντοδυνάμου. Μὴ στερηθῆτε τῆς Δόξης, φοβηθῆτε τὴν ὀδύνην.

40 Ἐν κλαυθμῷ ἐφώνησα πρὸς τὸν Υἱόν μου :

-«Υιέ μου, ἄφες εἰς αὐτοὺς τὸ φῶς, διότι θρῆνος μὲ κατέχει. Ἄφες τὴν συγγνώμην εἰς τοὺς δυστυχεῖς, διότι τὸ φῶς τῆς Δόξης σου ἀδυνατεῖ νὰ προσέλθῃ μὲ ἀγαλλίασιν, ἐν ᾗ ἂν ὥρᾳ θέλω μνησθῇ τῆς ὀδύνης.»-

41 –«Ἦτο τὸ ὅριον τοῦ Πατρός Μου, ὦ Μῆτερ, νὰ χωρισθῇ τὸ κακὸν ἀπὸ τὸ ἀγαθόν, καὶ τὸ μὲν ἀγαθὸν νὰ αἰσθανθῇ τὴν ἀγαλλίασιν, τὸ δὲ κακὸν τὴν ὀδύνην. 42 Βάδισε πρὸς τὸ ὄνομα τοῦ Πατρὸς καὶ ἐκεῖ ἱκέτευε ὑπὲρ τοῦ ἀνθρώπου. Τοῦτο σοὶ δίδεται, ὦ Μῆτερ.»– . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .

 

---------------


ΕΠΑΓΓΕΛΙΑ ΕΛΕΟΥΣ

2φΑ


Τετάρτη 13 Αυγούστου 2025

Μνήμη Ξανθίππης


ΑΓΓΕΛΟΙ ΚΥΡΙΟΥ

                                                                                           Κάλυμνος, 10/8/1925


Ἐξ ὕψους ἀκατανοήτου, ἤτοι ἀνάρχου Ἐξουσίας, Ἀρχῆς καὶ Δυνάμεως, ἐστάλημεν ὁμιληταὶ πρὸς τὸν ἄνθρωπον, ὅστις ἀγνοεῖ τὴν δέησιν. 2 Ἐφθάσαμεν πρὸ προσώπου Εκείνου, ἐξ Ἀρχῆς, ἥτις κατέχει πᾶσαν τὴν ἀόρατον καὶ ὁρατὴν κτίσιν. 3 Προσήλθομεν ἐκ Πατρός, ὅστις ἵσταται ἐπὶ πτερύγων ἀνέμων. 4 Εἰσήλθομεν εἰς τοῦτο ἀπὸ Ὄντος, τοῦ ὁποίου τὴν μορφὴν ἠτενίσαμεν καὶ τοῦ ὁποίου πέριξ ἵστανται τὰ τάγματα τῶν Ἀρχῶν, Κυριοτήτων, Δυνάμεων καὶ Ἐξαπτερύγων. 5 Ἐκρούσαμεν τὴν θύραν τῶν ἐλαχίστων ὄντων ἀπὸ προσώπου Ἐκείνου, ὅστις κατέχει πλησίον Του εἰς τὰ μυστήρια τῶν πνευμάτων καὶ τὴν ῥομφαίαν τὴν δίστομον.

6 Ἐφιλοξενήθημεν ἐνταῦθα ἀπὸ Οἶκον Ἀρχῆς. 7 Κατήλθομεν ἀπὸ βασιλείαν εὐπρεπείας, ἐπαρουσιάσθημεν ἀπὸ Μέγαν καὶ τέλειον καὶ ἀνώτερον τῶν γηΐνων σας βασιλέων. 8 Διετάχθημεν τῇ Βουλῇ Ἐκείνου καὶ ἤλθομεν. 9 Ἐξ Ἐκείνου γεννᾶται τὸ φῶς, ἐξ Ἐκείνου τὸ πᾶν, ἐξ Ἐκείνου ἀνατέλλει ἡ ἡμέρα, ἐξ Ἐκείνου καὶ τὸ εὐδαῖμον μέρος τοῦ ἀνθρώπου. 10 Ἐξ Ἐκείνου ἡ ἄφεσις τῶν ἁμαρτιῶν, ἐξ Ἐκείνου ἀνοίγονται αἱ καρδίαι, ἐξ Ἐκείνου ἕπονται τὸ πάντα. 11 Ἐξ Ἐκείνου ὁ ὠκεανὸς ἐπλημύρησεν, ἐξ Ἐκείνου οἱ ὀφθαλμοὶ ἀνοίγονται. Ἐξ Ἐκείνου ἡ ζωὴ καὶ ἐξ Ἐκείνου ὁ θάνατος. 12 Ἰδοὺ ἀνερχόμεθα· μὴ θελήσητε νὰ πλημμυρήσητε τῶν ἁμαρτιῶν ἀφ᾽ ἑτέρου.


----------------


2021 - 2022 - 2023 - 2024

2φΑ


Κυριακή 3 Αυγούστου 2025

Παναγία Μητέρα...

 


«Μέσα στην αφθονία του Αυγούστου, όταν η γη σκορπά τα δώρα της απλόχερα,
επιλέγουμε την εσωτερική σιωπή. Αποσύρουμε τις φωνές του κόσμου από τις αισθήσεις μας,
για να ακούσουμε τη δική Σου φωνή στην ψυχή μας, Παναγία μου.
Σου προσφέρουμε την καρδιά μας σαν στάλα πρωινής δροσιάς, γεμάτη λαχτάρα για φως.

Μακριά από κάθε ερμηνεία στέρησης, η χαρά της νηστείας είναι ο δρόμος που οδηγεί στην καθαρότητα, στην ταπείνωση, στην αλήθεια.
Κάθε μέρα που περνά με προσευχή, είναι ένα μικρό βήμα προς Εσένα.
Κάθε σκέψη που εξαγνίζεται, είναι ένα λουλούδι στο προσκυνητάρι Σου.

Και όταν φτάσει η μέρα της Κοίμησής Σου, θα γιορτάσουμε την αιώνια παρουσία Σου,
την μητρική Σου αγκαλιά που δεν κοιμάται ποτέ, την ελπίδα που γεννάς σε κάθε ψυχή
που Σε επικαλείται.

Παναγία Μητέρα, δέξου την προσφορά μας. Είναι αληθινή.
Κράτησέ μας κοντά Σου, όπως κρατάς κάθε παιδί που Σε φωνάζει με πίστη.»


2φΑ