- Από το Μεγάλο Γράμμα του Τίτου Πατρίκιου
Πρέπει να σου μιλήσω…
Δίχως σκιάδι στα μάτια,
δίχως μάτια που ν’ απαντούν στον πρωινό σου χαιρετισμό,
μέναμε όρθιοι όταν
ο ήλιος πυρπολούσε βράχια, βλέφαρα, καρδιές,
όταν μες στη βροχή τη νύχτα ξεκλέβαμε μια μακρινή μουσική,
κι όμως με το μάγουλο πάντα μες στη ζεστή σας παλάμη,
ακόμα κι όταν την τραβούσατε μακριά,
ακόμα κι όταν καν δεν την απλώνατε,
ακόμα κι όταν λέγαμε:
Καλύτερα έτσι,
καλύτερα!..
Κανείς ποτέ δε μπόρεσε να μας αποστερήσει
την παλάμη αυτή…
Μα τώρα το καλοκαίρι μπήκε μέσα
στο καλύβι μας.
Ίσως να ήρθε ξαφνικά.
Ίσως να πέρασε το φράχτη
όταν εμείς βρισκόμαστε στο πλοίο
και πώς να δεις εκεί τα χόρτα που κιτρίνισαν…
Όμως ήρθε…
Οι σκιές σκληρύνανε μαζί με το κριθάρι.
Και οι πέτρες κάτω στο ποτάμι καίνε.
Δε μπορείς άλλο να ρωτάς τον άνεμο…
Όταν γλυκαίνουν τα σταφύλια,
το αύριο πηδάει πίσω απ’ τη μάντρα τ’ αμπελιού και φεύγει.
Οι σκιές σκληρύνανε.
Οι λέξεις τεντώσανε και τρίζουν.
Απαιτούν να ειπωθούν…
Θα σου μιλήσω μπροστά στο πέλαγος
και η φωνή μου θα σε φτάσει…
…Αλήθεια, έχεις σκεφτεί ποτέ,
τι ‘ναι για μας αυτή η μακρινή ομιλία;
Φυσικά, δεν ξέρεις το πόσο σ’ αγαπώ.
Ίσως καμιά φορά να συλλογιέσαι:
…Μα ναι.., θα ’πρεπε!..
Ίσως καμιά φορά να λες..-
μα τι να λες;..
Ένα κλωνί της σκέψης σου δεν μπορώ να πιάσω…
Οι καθημερινές φροντίδες, λέει…
Η ζωή με τις απαιτήσεις της, λέει…
Άλλωστε δεν είναι εκείνη που φαντάζεσαι…
Μα ποιος είπε πως εγώ φαντάζομαι;
poiimata –
2fA
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου