Σάββατο 8 Οκτωβρίου 2016

"Έξω από τη Μάσκα "





Γουώλτ Γουίτμαν  -  Έξω από αυτήν τη Μάσκα
(παίρνοντας θέση μπροστά σ' ένα πορτρέτο)



1.

Έξω από αυτήν την σκεβρωμένη Μάσκα, την κακότεχνη,
(απ’ όλες διαλεγμένη, κι από τις πιο καλοφτιαγμένες)
συνηθισμένη αυλαία του προσώπου, κλειστή σε μένα για μένα,
σε σένα για σένα, στον καθένα για κείνον,
(για τραγωδίες, λύπες, γέλια, δάκρυα - ω ουρανοί!
όλα τα παθιασμένα έργα, τα σκεπάζει),
αυτή η λάμψη απ' του Θεού τον πιο γαλήνιο, καθάριο ουρανό,
και η κρούστα η διαβολική στο λάκκο που κοχλάζει,
ο χάρτης τούτης της καρδιάς - απέραντη χώρα μικρή
- άηχη θάλασσα·
έξω από τις περιστροφές αυτής της σφαίρας,
το πιο δαιμόνιο ουράνιο σώμα κι από τον ήλιο και τη σελήνη
από τον Δία, την Αφροδίτης και τον Άρη·
το συμπυκνωμένο αυτό Σύμπαν
(μάλιστα, εδώ μπροστά μας το μόνο Σύμπαν, εδώ η ιδέα,
όλη σφιχτά κλεισμένη σ' αυτή τη χούφτα του μυστηρίου)·
αυτά τα σκαλισμένα μάτια, που αστράφτουν προς τα σένα,
στραμμένα σε μελλοντικούς καιρούς,
να εκτοξευτούν και να στροβιλιστούν πέρα για πέρα στο γειρτό,
το περιδίνητο διάστημα
- για να πηγάσει προς Εσένα, απ’ αυτά,
όποιος και να 'σαι,
ένα βλέμμα.


2.

Ταξιδευτής της σκέψης και του χρόνου
- ειρήνης και πολέμων
νεότητας σπαταλημένης και ξεπεσμένης μέσης ηλικίας
(όπως ο πρώτος τόμος μιας ιστορίας που μελετήθηκε άκαιρα
κι αφέθηκε στην άκρη, και αυτός εδώ ο δεύτερος,
τραγούδια, αποκοτιές, και εφευρήματα που ξεθυμαίνουν),
αργοπορώ για μια μόνο στιγμή, και ξάφνου
γυρνώ και πέφτω πάνω σου,
όπως στο δρόμο ή σε μια πόρτα κουφωτή αν τύχει
ή σε παράθυρο ανοιχτό,
στέκομαι, χαμηλώνω, σου βγάζω το καπέλο
με σεβασμό σε χαιρετώ,
στην αγκαλιά να σφίξω την ψυχή σου, για μια φορά
σώμα με τη δική μου,
κι ας φύγω έπειτα, να ταξιδέψω προς τα μπρος.

Ω Εαυτέ μου! Ω Ζωή!
Ω εαυτέ μου και ζωή των αναπάντητων ερωτημάτων
των ατελείωτων συρμών της απιστίας
- πόλεων έμπλεων με ανοήτους·
του εαυτού μου που αδιάκοπα με μέμφεται
(ποιος από μένα άραγε, πιότερο άπιστος και ανόητος;)
τυφλών ματιών που μάταια ποθούν το φως
και στόχους επονείδιστους
του αγώνα που ξαναρχίζει αέναα
των πενιχρών εκβάσεων στα πάντα
του βραδυκίνητου και ρυπαρού όχλου που μας κυκλώνει·
των αδειανών και άχρηστων χρόνων της αδράνειας,
-με τη δική μου ανεμελιά όμορφα ταιριαγμένης-
η θλιβερή απορία, εαυτέ μου, επανέρχεται
- Τι το καλό υπάρχει σ’ όλα αυτά, ω εαυτέ μου, ω ζωή;

Και μ’ απαντάς
- Ότι είσαι εδώ - ότι ζωή υπάρχει, και ταυτότητα·
πως το πανίσχυρο παιχνίδι συνεχίζεται
και πως αν θέλεις να προσθέσεις μια στροφή και συ,
μπορείς.


[απόδοση Μ Ψ]


db – [2fA]






Share

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου