Nebraska
- π. Χριστόδουλος Μπίθας
- π. Χριστόδουλος Μπίθας
Από παρουσίαση της ταινίας,
μετά την προβολή της
στο Πολιτιστικό κέντρο της Ι. Αρχιεπισκοπής Αθηνών
Η αφήγηση στις ιστορίες δρόμου’’ και ο μύθος
τους ως ένα υπαρξιακό ταξίδι στις γειτονιές του κόσμου, ξεκίνησε
τρεις χιλιάδες χρόνια πριν με την Οδύσσεια του Ομήρου.
Έκτοτε, τροφοδότησε την παγκόσμια λογοτεχνία με πλήθος ιστοριών,
ποιημάτων, μυθιστορημάτων και διηγημάτων και αποτέλεσε προσφιλή
αφηγηματική φόρμα για να στοχασμό πάνω σε ιδέες σημαντικές. Από
τούς περιπλανώμενους κυνικούς φιλοσοφούντες στην Αθήνα μέχρι τους
Shramanas δασκάλους στην Ινδία, οι εμπειρίες της περιπλάνησης τροφοδοτούν
την ανθρώπινη σκέψη.
Στην Χριστιανική
μας παράδοση οι Συνοπτικοί ευαγγελιστές θα περιγράψουν τα γεγονότα
της συνοδοιπορίας τους με τον Χριστό στην Παλαιστίνη, ενώ επί αιώνες
η Ορθοδοξία θα εμπλουτίζεται με οδοιπορικά όπως το Λαυσαϊκό, το
Λειμωνάριο ή το πιο πρόσφατο Ρωσικό
αφήγημα "Περιπέτειες ενός προσκυνητού", όπου περιγράφονται
οι ζωές περίφημων ασκητών και πνευματικές εμπειρίες.
Ο κινηματογράφος, η 7η τέχνη που εμπεριέχει
όλες τις άλλες τέχνες, γέννησε πάμπολλες ταινίες, περιπέτειες, έπη,
μα πάνω απ' όλα ταξίδια πνευματικής ωρίμανσης με φόντο, πόλεις, ερήμους
και χώρες πολλές και διάφορες.
Λίγη σημασία έχει εάν οι πρωταγωνιστές θα ταξιδεύουν
με αυτοκίνητο, με πλοίο, ή τρένο - με άλογα ή με τα πόδια, όπως λίγη
σημασία έχει τελικά και ο προορισμός – το καθοριστικό στην μυθολογία
του δρόμου είναι η μετάβαση που λαμβάνει χώρα με ταυτόχρονο τρόπο,
εσωτερικά και εξωτερικά.
Οι Κύκλωπες και οι Λαιστρυγόνες, η Κίρκη και η
Καλυψώ, θα αποτελούν διαχρονικά σύμβολα, πάντα θα παραπέμπουν στην
ανθρώπινη αμαρτία, στην φυγή, στην αναζήτηση, στην ελευθερία, στην αυτογνωσία.
Καθώς ξεκινά η ανασυγκρότηση του δυτικού κόσμου
μετά από τις πληγές του Β' Παγκοσμίου Πολέμου και οι άνθρωποι αρχίζουν
πάλι να ταξιδεύουν, το είδος των αποκαλούμενων road movies εξελίσσεται.
Με επιρροές από τα γουέστερν και βέβαια από
κλασσικούς συγγραφείς όπως ο Μάρκ Τουαίν, ο Τζών Στάινμπεκ, αλλά και
επίκαιρους όπως ο Τζακ Κερουακ με το μυθιστόρημα του Στον Δρόμο (1951), δημιουργείται μια σειρά ταινιών όπου βλέπουμε ανήσυχους ήρωες να περιπλανώνται
στην Αμερικάνικη ενδοχώρα ή εκπροσώπους μιας επαναστατημένης γενιάς
να περιφέρεται με μοτοσυκλέτες και αυτοκίνητα αναζητώντας εμπειρίες
και ελευθερία.
Ταινίες όπως το Bonnie and Clyde, το Easy Rider δίνουν
την εκκίνηση την δεκαετία του 70 για πλήθος ταινίες δρόμου, φτηνού
προϋπολογισμού αλλά και εμπορικές, και δημιουργούν την ευκαιρία
για Ευρωπαϊκά και διεθνή αριστουργήματα όπως το Week end του Ζαν Λυκ Γκοντάρ,
το "Παρίσι Τέξας" του Βιμ Βεντερς καθώς και οι πρώτες ταινίες
του, το Pαssenger του Αντονιόνι και πολλά άλλα.
Στην 24 φορές βραβευμένη μαυρόασπρη περιπλάνηση
που φέρει τον τίτλο Nebraska, o Αλεξάντερ Πέην ή αλλιώς Αλέξανδρος
Παπαδόπουλος, περιδιαβαίνει μαζί με τους ήρωες του τα λιβάδια της καρδιάς της Αμερικής. Το έχει ξανακάνει πάλι, στα επίσης βραβευμένα
"Πλαγίως" και "Σχετικά με τον Σμίντ".
Η απλή ιστορία τού ηλικιωμένου με αρχή άνοιας,
που πιστεύει πως το διαφημιστικό χαρτί που κρατά θα τού λύσει όλα τα
οικονομικά προβλήματα, είναι πρόσχημα για να μιλήσει μέσα από
το υπέροχο σενάριο του Bob Nelson για πολλά θέματα, όπως τα παιδικά
τραύματα, η συμφιλίωση με τους
γονείς, η πορεία προς την ωριμότητα,
η οικογένεια, η συγχώρεση.
Παράλληλα, η περιπλάνηση στην καρδιά της Αμερικανικής
επαρχίας θα αποκαλύψει ένα κόσμο που ζει παραιτημένος από τους χυμούς
της ζωής. Χιλιάδες άνθρωποι ξεχασμένοι μπροστά σε μια τηλεόραση, παθητικοί
θεατές ανόητων θεμάτων, πίνουν διαρκώς σε πληκτικά μπαρ και συζητούν
για πράγματα ανούσια, ζώντας αδιάφορες οικογενειακές σχέσεις, όπου
η ρουτίνα κι η έλλειψη αληθινής αγάπης χαρακτηρίζει το κενό.
1450 χιλιόμετρα ανάμεσα σε μονότονες πόλεις
και απέραντα χωράφια.
Όλα μελαγχολικά, αποχρωματισμένα, δίχως την
παλέτα των χρωμάτων τού Πλάστη που δίνουν ευχαρίστηση και προσκαλούν
σε ταξίδι αναψυχής. Μαυρόασπρα, όπως οι ζωές και τα συναισθήματα
των κατοίκων.
Το τοπίο πρωταγωνιστεί κι αυτό σε όλη την διάρκεια
της ταινίας.
Το ταξίδι είναι εσωτερικό, και το τοπίο αποτελεί
το φόντο, όπως καταντά η ζωή μας όταν είναι δίχως νόημα.
Ο επίσης Έλληνας φωτογράφος Φαίδωνας Παπαμιχαήλ,
κινηματογραφεί την Αμερικανική ενδοχώρα χωρίς να χρησιμοποιεί τεχνικές
που εντυπωσιάζουν τα μάτια. Κανένα στυλιζάρισμα, ούτε περίτεχνοι
φωτισμοί, μόνο υψηλό κοντράστ στην φωτογραφία για να τονίζεται η
δραματικότητα της ιστορίας.
Τίποτα που να διασπά την αίσθηση του θεατή από
τους ήρωες.
Η ταινία είναι γυρισμένη σε σινεμασκόπ με αναμορφικούς
φακούς, ώστε μέσα στο μεγάλο κάδρο να αναδεικνύονται οι απέραντες
πεδιάδες και να τονίζεται η μοναξιά και η απομόνωση των ηρώων.
Γενικά
κάδρα και συνθέσεις που δημιουργούν ατμόσφαιρα, κοντινά πλάνα που περιγράφουν πρόσωπα με αδρά χαρακτηριστικά.
Και η σκηνοθεσία,
όπως μας λέει ο ίδιος Πέην, είναι σαν μια ντοκυμαντερίστικη προσέγγιση
της μυθοπλασίας. Όλα είναι ρεαλιστικά, οι πόλεις, τα χωριά, οι άνθρωποι.
Τίποτε ψεύτικο, πουθενά δεν θα δούμε πλαστικούς Χολλυγουντιανούς
ήρωες και ιδεατές καταστάσεις.
Αυτή η ρεαλιστική προσέγγιση, όμως, θα επενδυθεί με εικόνα, ατμόσφαιρα και αφήγηση ποιητική.
Αυτή η ρεαλιστική προσέγγιση, όμως, θα επενδυθεί με εικόνα, ατμόσφαιρα και αφήγηση ποιητική.
Η ταινία μοιάζει σαν μία Οδύσσεια όπου ο πρωταγωνιστής
μπορεί να πήγε στον πόλεμο, όμως σε τούτη την ζωή δεν είναι καθόλου ηρωϊκός,
αλλά νικημένος. Η ματιά του σκηνοθέτη είναι ανθρωποκεντρική. Οι
κωμικοτραγικές φιγούρες αντιμετωπίζονται με συμπάθεια, ο άνθρωπος
μοιάζει αβοήθητος μέσα στις δυσκολίες της βιοτής, αλλά κατά βάσιν
είναι καλός.
Όπως και στις άλλες ταινίες του, έτσι και εδώ ο
Πέην, έχει μια Παπαδιαμαντική ματιά στους ήρωές του, τους αγαπά μέσα
στα πάθη τους, στην μικρότητά τους, βλέπει την αστειότητα της ανοησίας τους, τούς συγχωρεί.
…. …. ….
Σε μια πρώτη ανάγνωση η ταινία μοιάζει με σάτιρα
στον αμερικανικό ψευδοπαράδεισο, στην χτυπημένη από την οικονομική
κρίση καρδιά της χώρας. Όμως, βαθύτερα, η ταινία μάς βάζει μπροστά στην
πραγματικότητά μας. Και τότε ο τίτλος μπορεί να παραλλαχτεί.
Η ταινία θα μπορούσε να λεγόταν Σπάρτη, Κατερίνη, Λαμία.
Η ταινία θα μπορούσε να λεγόταν Σπάρτη, Κατερίνη, Λαμία.
Από όπου κι αν προέρχεσαι, νιώθεις σα να στοχάζεσαι
κοιτώντας τις φωτογραφίες των δικών σου γονιών.
Που καταλαβαίνεις πως δεν τους ξέρεις καλά, πως δεν ξέρεις πολλά πράγματα για την ζωή τους. Και πως έχει έρθει ίσως η ώρα να μάθεις κάτι παραπάνω γι αυτούς, να τους συγχωρήσεις αν σε πληγώσανε.
Που καταλαβαίνεις πως δεν τους ξέρεις καλά, πως δεν ξέρεις πολλά πράγματα για την ζωή τους. Και πως έχει έρθει ίσως η ώρα να μάθεις κάτι παραπάνω γι αυτούς, να τους συγχωρήσεις αν σε πληγώσανε.
Γιατί τώρα έχεις αρχίσει να συνειδητοποιείς
και την δική σου αμαρτία.
Γιατί αν είσαι Χριστιανός Ορθόδοξος εν μετανοία,
έχεις αρχίσει να καταλαβαίνεις τον λόγο που οι συμπατριώτες σου ζουν έτσι.
Γιατί σου αποκαλύφθηκε εκείνο το "ο αναμάρτητος
πρώτος βαλέτω λίθον" που αναφώνησε ο γλυκύτατος Γαλιλαίος και
κατανόησες συντετριμμένος τι θα πει πνευματικός θάνατος και θέλεις
να ξεφύγεις απ' αυτόν, να αναστηθείς, γιατί αποφάσισες να αναλάβεις
την ευθύνη της ζωή σου, και συν Θεῷ απέκτησες την επίγνωση πως δεν υπάρχει
λόγος να κατηγορείς τους άλλους.
Μόνο να τους περιχωρείς και να τους συγχωρείς.
Η Νεμπράσκα
είναι μια ρεαλιστική και ποιητική ταινία, που όπως κάθε καλό έργο
τέχνης υπενθυμίζει, συγκινεί, προβληματίζει.
Σκηνοθεσία: Alexander Payne, Σενάριο: Bob Nelson.
Παίζουν: Bruce Dern, Will Forte Διάρκεια: 114'
Πλήρες το κείμενο:
[2fA]
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου