Τρίτη 1 Νοεμβρίου 2011

02. "Dead Man Walking"






Dead Man Walking  [USA – 1995] 

 

Η πολυβραβευμένη (και με Oscar γυναικείου ρόλου) ταινία του Tim Robbins, είναι μια ταινία σκληρή, ιδιαίτερη, εξαιρετική, βασισμένη σε πραγματικά γεγονότα που περιγράφει στο ομότιτλο αυτοβιογραφικό βιβλίο της η μοναχή Helen Prejean.
“Τα βιβλία που έχουμε ανάγκη”, είχε πει κάποτε ο Kafka, “είναι εκείνα που πέφτουν σαν το τσεκούρι στην παγωμένη θάλασσα της ψυχής μας”. Μια τέτοια αίσθηση διαχέει η ταινία στους θεατές, μέσα από ποικίλες αντιθέσεις που εναλλάσσονται και τους καθηλώνουν.
Η ίδια η γοητεία του Αμερικανικού Νότου οφείλεται στις αντιθέσεις του. Η ζωή όμως δεν είναι μόνο μια σκηνή ξένοιαστων παιδιών που παίζουν σχοινάκι σε μια φτωχογειτονιά του Σαιντ Τόμας ή μια jazz ανάμνηση από τη μπάντα κηδείας, που σαν μικρή ρυθμική εορτάσιμη τελετή των μαύρων για τον νεκρό και ελεύθερο πια αδελφό τους, χαρακτηρίζει τη γραφική μεγαλούπολη της Λουϊζιάνα. Πάντοτε και σε όλα τα επίπεδα υπάρχει και η «άλλη» πλευρά.


                                                         Η πραγματική μοναχή Helen Prejean.

Νέα Ορλεάνη, 1982. Ο Μάθιου, ένας νεαρός λευκός, έχει καταδικαστεί σε θάνατο για τη στυγνή δολοφονία ενός ζευγαριού εφήβων και για τον αποτρόπαιο βιασμό της κοπέλας. Με ένα γράμμα του από τη φυλακή, ζητά λίγη ανθρώπινη επαφή και συμπαράσταση στις δύσκολες ώρες που περνά και μπαίνει έτσι στη ζωή της αδελφής Έλεν.
Εκείνη, μεγαλωμένη σε ένα ήρεμο και άνετο περιβάλλον, σε μια ατμόσφαιρα αλληλοσεβασμού και κατανόησης, διατηρεί τον νεανικό της ενθουσιασμό που την οδήγησε στο δρόμο του Θεού και στη μοναχική ζωή. Ζει εκούσια τη φτώχεια των «έγχρωμων», προσφέροντας εργασία και αγάπη. Αποφεύγει να ξεχωρίζει από τους γύρω της, γίνεται ένα με τους ανθρώπους που υπηρετεί και η γαλήνη που αντλεί από την προσφορά της στους άλλους, φωτίζει το πρόσωπο της και το τίμιο βλέμμα της.

Εκείνος, κλειστός και στυλιζαρισμένος, από τους «άτυχους» της ζωής, κρατιέται απεγνωσμένα από την επίπλαστη εικόνα που δημιούργησε για τον εαυτό του. Σκληρός, αδίστακτος, ατομιστής, αλαζόνας, έτοιμος να αντιμετωπίσει το καλύτερο ή το χειρότερο στη ζωή του, με ψυχραιμία αρπακτικού. Η ανάγκη του να ανήκει κάπου στην κοινωνία, σε μια ομάδα που τον αποδέχεται, τον οδηγεί στο να συντονίσει τη συμπεριφορά του με το πρότυπο του, ένα γνωστό κακοποιό. Παρέα αλληλοωθούνται στο περιθώριο, στην ασυδοσία, σε πράξεις βίας και φτάνουν μέχρι το έγκλημα. 



Εκείνος θα προσπαθήσει να χειριστεί την αδελφή Έλεν, σύμφωνα με τις εμπειρίες του και τις σημερινές του ανάγκες. Εκείνη θα ανταποκριθεί στο κάλεσμα του νεαρού Μάθιου, ελπίζοντας με τη βοήθεια του Θεού, να προσπελάσει το νοσηρό και αμαρτωλό του κέλυφος, να αγγίξει την ψυχή του. Όταν ο Θεός σου δίνει μια ευκαιρία να μετέχεις στα σχέδια Του, δεν μπορείς να αδιαφορήσεις.

Οι επισκέψεις της στη φυλακή, οι αποτυχημένες προσπάθειες τους να μετατραπεί η ποινή του σε ισόβια, ο χρόνος γνωριμίας τους που αυξάνεται, ο χρόνος ζωής του που εξαντλείται, προάγουν τη σχέση τους σε ουσιαστικότερη επικοινωνία.


 
Τα ψυχολογικά δυναμικά ανάμεσα στην Έλεν και τον Μάθιου, τη μοναχή και τον μελλοθάνατο, εξελίσσονται σε τρία στάδια. Οι πρώτες συναντήσεις ενός άντρα με μια γυναίκα είναι αναγνωριστικές. Η αθώα, συντηρητική, μετρημένη, ελεγχόμενη και ειλικρινής Έλεν, φαντάζει σαν ιδανικό θήραμα στον ανερμάτιστο, επιπόλαιο και στερημένο από αγάπη Μάθιου. Η ακεραιότητα όμως και η ευθύτητα με την οποία εκείνη τον αντιμετωπίζει, δεν του αφήνουν περιθώρια για ανόητες μεθοδεύσεις. Δεν του ζητά να τη σεβαστεί μόνο σαν μοναχή. Οφείλουμε να φερόμαστε με σεβασμό στον κάθε άνθρωπο γύρω μας. Ο Μάθιου ακούει κάποια πράγματα, ίσως για πρώτη φορά στη ζωή του.

Μέσα από το διακριτικό και χωρίς πιέσεις πλησίασμα της Έλεν στη συνέχεια, αναπτύσσεται προοδευτικά και ασυνείδητα η επόμενη σχέση, μητέρας και γιου, η πανίσχυρη και καταλυτική αυτή σχέση εμπιστοσύνης και οικειότητας, που αποτελούν και τη βάση για να αναπτυχθεί το τελικό στάδιο επικοινωνίας, αυτό της συνομιλίας προσώπων, που θα καρποφορήσει την ταύτιση και την αμοιβαία αγάπη.

Βήμα-βήμα η ειλικρίνεια και η γεμάτη στοργή προσέγγιση της Έλεν, οι προτροπές της και οι αναφορές της στη Βίβλο, η συγκινητική συμπαράσταση της, γκρεμίζουν τα τείχη του Μάθιου και την παραμορφωμένη εικόνα του στον καθρέφτη της ψυχής του, ζεσταίνουν την καρδιά του, δυναμώνουν την προσωπικότητα του. Δεν νοιώθει να απειλείται από παντού. Η συμπεριφορά του γλυκαίνει, αρχίζει να βλέπει και πέρα από τον εαυτό του.
Η υπεραναπλήρωση της ευαισθησίας, της αδυναμίας και της ανασφάλειας του, με την υιοθέτηση και την προκλητική προβολή ρατσιστικής και ναζιστικής ιδεολογίας, παύει να του είναι απαραίτητη. Αντιμετωπίζει τη μητέρα και τ’ αδέλφια του σαν ένας άλλος άνθρωπος. Το πλαστό είδωλο του εαυτού του καταρρέει. Η Έλεν άγγιξε πραγματικά τη ψυχή του. Τώρα μπορεί να δει τον εαυτό του όπως πραγματικά είναι, ευάλωτος, τρομοκρατημένος. Αποκτά την ικανότητα να λυπηθεί για το δρόμο που ακολούθησε στη ζωή του, να μεταμεληθεί για το τυφλό κυνήγι της μάταιης ικανοποίησης και όταν πια δεν του απομένουν παρά λίγα λεπτά ακόμα ζωής, να ξεσπάσει στο λυτρωτικό κλάμα της μετάνοιας, να ανοίξει την πόρτα της ψυχής του χωρίς φόβο, στον Θεό.
 
 
Παράλληλα, οι στιγμιαίες αναδρομές στο ειρηνικό παρελθόν της Έλεν, εναλλάσσονται με τις σκληρές λεπτομέρειες της εγκληματικής νύχτας του Μάθιου στο δάσος και οι συγκριτικές εναλλαγές των εικόνων, αντί να αμβλύνουν τις δεύτερες, αντίθετα τις επιτείνουν οδυνηρά, σαν αλλεπάλληλες γροθιές στο στομάχι του θεατή. Τελικά η μετάνοια δεν ακολουθεί ιστορικά το έγκλημα. Οι σκηνές της φρίκης είναι πάντα εκεί, παρούσες ξανά και ξανά, στο κλάμα της μετάνοιας του, στην ώρα της συγγνώμης του, στη διαδικασία του θανάτου του. Και απρόσωπα, ψυχρά, στα πρόσωπα των δύστυχων συγγενών των θυμάτων, που παρακολουθούν από το τζάμι την απονομή δικαιοσύνης με ανάμικτα συναισθήματα μίσους και ικανοποίησης.

Είναι τάχα πιο εύκολη η μετάνοια από την συγχώρεση; Η ανθρώπινη δικαιοσύνη που ακολουθεί το δημόσιο αίσθημα, δεν διαιωνίζει το μίσος και αναπαράγει το έγκλημα; Δεν αποτελεί έγκλημα η εφαρμογή της θανατικής ποινής;
Το έργο τελείωσε, γεννήθηκαν ερωτήματα αμείλικτα για επεξεργασία και ο θεατής αποκομίζει πλούσια ερεθίσματα για να επεξεργαστεί στο μυαλό του και διδάγματα σημαντικά για να αφομοιώσει στο χαρακτήρα του. Ένα έργο στιβαρό, δυνατό, με πλούσιο πνευματικό περιεχόμενο, «ένα τσεκούρι στην παγωμένη επιφάνεια της ψυχής μας».
Η Susan Sarandon υπήρξε υπέροχη στο ρόλο της, διάφανη και γνήσια, δίνοντας μια ερμηνεία της sister Helen άξια για Oscar, που δίκαια της απονεμήθηκε.
Ο Sean Penn, ανταποκρίθηκε άριστα στον δύσκολο ρόλο του. Η μουσική επένδυση τέλος, συνόδευσε με τις κατάλληλες αποστάσεις το σενάριο και ολοκλήρωσε την αίσθηση πληρότητας που προσφέρει η ταινία.


                                                     Ο Τιμ Ρόμπινς και η Σ. Σάραντον

O Tim Robbins δημιούργησε με τη σκηνοθεσία του ένα συγκλονιστικό έργο.
Ο θεατής είναι τόσο επηρεασμένος από το συνεχές σφυροκόπημα των συγκινησιακών ερεθισμάτων που δέχθηκε, ώστε θεωρεί τη ταινία ολοκληρωμένη ήδη από το κλάμα της συντριβής του Matthew.
Το έργο είναι πραγματικά σημαντικό, από αυτά που θυμάται κανείς σε όλη του τη ζωή.
Ας φέρνουμε συχνά στο νου μας τη φωνή του δεσμοφύλακα να αναγγέλλει επίσημα: “Dead man walking, dead man walking here!” και ας αναρωτιόμαστε  μήπως αυτή τη φορά η αναγγελία είναι για μας, άλλωστε αυτή είναι η αλήθεια, κάθε φορά η ψυχρή, απόκοσμη φωνή αφορά και σ’ εμάς.
Προτού κλείσουμε τον φάκελο της ταινίας, γυρίζουμε ξανά στην αρχική σκηνή των παιδιών που παίζουν στο δρόμο σχοινάκι. Νοιώθουμε την παρουσία του ελεήμονα Θεού την ώρα της μετάνοιας, νοιώθουμε την πατρική παρουσία Του την ώρα της προσευχής, μα νοιώθουμε πιο τρυφερή τη θεϊκή παρουσία, στις αθώες καρδιές των παιδιών που παίζουν στη νέγρικη φτωχογειτονιά του Σαιντ Τόμας, αγαπούν τη λευκή δασκάλα τους, την αδελφή Έλεν και όλα είναι απλά, ήρεμα κι’ ευλογημένα.


Μ. Ψ.

 



Share

1 σχόλιο: