- ΠΟΥ ΚΑΘΕΣΑΙ;
Ασφυκτικό το πλήθος
κι αυτός αντίθετος στο ρεύμα
παρατηρούσε φυσιογνωμίες,
πλησίαζε και ρωτούσε
εμπιστευτικά:
- πού κάθεσαι;
Δεν εννοούσε δρόμο κι αριθμό
συνοικία ή προάστιο,
κάτι φαινομενικά απλό κι αθώο
-το διευκρίνιζε άμεσα με τις κινήσεις του-
κάθεσαι ποτέ στο πεζοδρόμιο
σε σκαλοπάτι εξώπορτας
σε σκαμνάκι κουζίνας
ή μόνο σε πολυθρόνα σαλονιού
ή εξουσίας, γραφείου, αίθουσας
αναμονής και προθαλάμους;
Η ερώτηση γινόταν άμεσα
κι αιφνιδιαστικά κι ο καθένας σκεφτόταν
ασυναίσθητα, τη θέση του
στο παρελθόν και στο μέλλον του.
Καθώς δεν ανέμενε απάντηση
όλοι τον περνούσαν για τρελό·
εκτός από δυο-τρεις άστεγους, πολλούς διωγμένους
και ένοχους, κάποιους ξεχασμένους
περιθωριακούς και τους πραγματικά τρελούς, επίσης.
Όλοι αυτοί απορούσαν έκπληκτοι,
πώς ο άγνωστος
τους κατάλαβε – και τον ένοιωθαν δικό τους
φίλο, αδερφό, προφήτη
κι ένας οργανωμένος παρανοϊκός
-πάντα παρών στους ανώνυμους-
αντιφρονούντα συνωμότη.
2φΑ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου