- Άγιος Συμεών Νέος Θεολόγος
Κι όταν πια απελπισμένος τον θρήνο μου αρχίσω
με βλέπει και τον βλέπω, εκείνος που όλα τα εποπτεύει,
καταπλήττομαι θαυμάζοντας το κάλλος, την ομορφιά του,
και πώς ανοίγοντας τους ουρανούς σκύβει σ' εμένα πάνω
δείχνοντάς μου την πρωτόγνωρη κι ανέκφραστή του δόξα·
και ποιος άραγε μπορεί κοντύτερα σ' εκείνον να βρεθεί
ή πώς σε ύψος αμέτρητο μπορεί φτερά ν' ανοίξει;
Σκεφτόμενος αυτά εγώ, εκείνος βρίσκεται εντός μου
μεσ’ στη δόλια μου καρδιά αστράφτοντας με δόξα,
τυλίγοντάς με μέ φως από παντού, με την αθάνατή του αίγλη,
κι όλα μου τα μέλη με τις ακτίνες του τα λούζει,
όλος παντού επάνω μου με πνίγει στα φιλιά του
και σ' εμένα τον ανάξιο τον εαυτό του παραδίδει,
γεμίζω απ' την αγάπη του, απ' τη θεία ομορφιά του
ξεχείλισμα θείας ηδονής και γλυκασμού αρρήτου.
Το φως του κοινωνώ, στη δόξα του μετέχω
λάμπει το πρόσωπό μου όμοια μ' εκείνο του ποθητού μου
κι όλα τα μέλη μου το φως εκείνου ακτινοβολούνε.
Και να ’γώ που γίνομαι πιο ωραίος κι απ' τους ωραίους
πλουσιότερος των πλουσίων, πιο δυνατός απ' τούς δυνατούς
τρανότερος των βασιλιάδων
κι απ' όλη τη κτίση γύρω μου πιότερο τιμημένος
κι όχι μονάχα απ' τη γήινη αλλά κι απ' την ουρανία
γιατί εγώ τον πλάστη όλων κρατώ βαθειά στην ύπαρξή μου.
Σ' αυτόν η δόξα πρέπει και τιμή
και τώρα και πάντοτε και σ' όλους τους αιώνες.
(μτφρ.: π.Β.Χ.)
π.Ζ. – 2φΑ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου