O άγιος Νεκτάριος χειροτονήθηκε Επίσκοπος το 1889.
Βρήκε όλους τους Αιγυπτιώτες έλληνες της Αλεξανδρείας και του Καΐρου, τους γνώρισε, μίλησε μαζί τους, άκουσε τα βάσανά τους, πήρε τις αμαρτίες τους, τους έδειξε δρόμους, τους έδωσε άφεση, τους έβαλε στην Εκκλησία και όχι μόνον αυτούς. Όλους όσους είχαν ανάγκη.
Ακόμη και τους φελάχους βοηθούσε ο άγιος Νεκτάριος, που ήσαν παραπεταμένοι και υπηρέτες και βορά του καθενός. Τους φρόντιζε, τους αγαπούσε, τους ελεούσε και τον αγαπούσαν κι εκείνοι. Κι έλεγαν τα καλύτερα λόγια γι’ αυτόν.
Αυτό κίνησε τον φθόνο και τη ζηλοτυπία των άλλων συγκληρικών, που ήθελαν να τα έχουν καλά με όλους. Να είναι ήσυχοι κι ας είναι ο λαός στο σκοτάδι και στην άγνοια, στη φτώχεια και στη μιζέρια και στη δυσκολία. Σου λέει, τώρα αυτός μας δίνει τα φώτα του Χριστού και εμείς οφείλουμε να τον ακολουθήσουμε, να τον μιμηθούμε.
Και δεν το άντεξαν οι καημένοι και τον συκοφάντησαν. Τον συκοφάντησαν
ότι τάχα ήθελε να πάρει τον θρόνο του γηραιού πατριάρχου Αλεξανδρείας Σωφρονίου.
Αυτό έπιασε και εξεμάνη ο πατριάρχης, έκαμε σύνοδο και τον εκήρυξε ανεπιθύμητο.
Με την απόφαση εκείνη του πατριάρχου, ο άγιος Νεκτάριος κηρύχθηκε ανεπιθύμητος στην Εκκλησία της Αλεξανδρείας και ηδύνατο να υπάγει όπου ήθελε, εκτός του Πατριαρχείου Αλεξανδρείας.
Με την απόφαση εκείνη του πατριάρχου, ο άγιος Νεκτάριος κηρύχθηκε ανεπιθύμητος στην Εκκλησία της Αλεξανδρείας και ηδύνατο να υπάγει όπου ήθελε, εκτός του Πατριαρχείου Αλεξανδρείας.
Και ο άγιος τι να κάνει, πού να προσφύγει; παρά μονάχα στο Χριστό και στην
Παναγία και στον άγιο Νικόλαο, στου οποίου τον ναό είχε χειροτονηθεί επίσκοπος στο
Κάιρο.
Συγχώρεσε τους εχθρούς του και ήρθε εδώ στην Αθήνα φτωχός, πικραμένος, αδικημένος, δεν είχε ούτε που να μείνει, δεν είχε τι να φάει κι όπου πήγαινε τον ακολουθούσε η συκοφαντία.
Και υπέφερε ο άγιος τα πάνδεινα και περισσότερο την
κατακραυγή, τα υπονοούμενα των άλλων και τις μισοκουβέντες. Και ήταν τελείως
αθώος!
Κάποτε σε μια δύσκολη ώρα από κείνες που περνούσε της
εξορίας του και της συκοφαντίας του και ενώ ευρίσκετο στην Αθήνα, τον
επεσκέφθησαν κάποιοι γνωστοί του που τον αγαπούσαν και τον είδαν να είναι
ήρεμος, γαλήνιος, ήσυχος.
Του λένε, "Σεβασμιώτατε, πώς είστε τόσο ήρεμος και ήσυχος και γαλήνιος με τόσο μεγάλο κακό που σας βρήκε;"
Του λένε, "Σεβασμιώτατε, πώς είστε τόσο ήρεμος και ήσυχος και γαλήνιος με τόσο μεγάλο κακό που σας βρήκε;"
"Ναι", λέει, "αλήθεια είναι αυτό. Αλλά εγώ τα άφησα όλα, στον
Κύριό μου".
"Αν θες Εσύ Κύριε, να
με συκοφαντούν και να μου φέρονται έτσι, ας είναι έτσι. Αφού Εσύ ορίζεις έτσι, ας είναι έτσι."
Εγώ αφέθηκα και Τον ευχαριστώ και Τον δοξολογώ, που μπορώ να φροντίζω τους αδελφούς μου. Τους ανθρώπους τους πικραμένους και αδικημένους, να τους βοηθήσω και να τους ελαφρώσω το βάρος της θλίψεως και του πόνου και της αδικίας και να εύχομαι γι’ αυτούς και να τους καλομιλώ.
Εγώ αφέθηκα και Τον ευχαριστώ και Τον δοξολογώ, που μπορώ να φροντίζω τους αδελφούς μου. Τους ανθρώπους τους πικραμένους και αδικημένους, να τους βοηθήσω και να τους ελαφρώσω το βάρος της θλίψεως και του πόνου και της αδικίας και να εύχομαι γι’ αυτούς και να τους καλομιλώ.
* από το βιβλίο του Αρχιμ. Ανανία Κουστένη «Λόγοι». [επεξ.]
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου