Alain de Botton - «ΠΕΡΙ ΤΟΥ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΥ STATUS»
…. Όταν άρχιζε ο 5ος π.Χ. αιώνας, εμφανίστηκαν στην περιοχή της Ελλάδας ορισμένοι άνθρωποι, πολλοί από αυτούς γενειοφόροι, οι οποίοι ξεχώριζαν επειδή δε βαρύνονταν από το άγχος του γοήτρου που ταλάνιζε τους σύγχρονούς τους.
Αυτοί οι φιλόσοφοι όχι μόνο παρέμεναν ανεπηρέαστοι από τις ψυχικές ή τις υλικές επιπτώσεις της φτώχειας, αλλά και διατηρούσαν την ψυχραιμία τους όταν δέχονταν προσβολές ή διαπόμπευση.
Λέγεται ότι ο Σωκράτης είδε κάποτε στους δρόμους της Αθήνας, να μεταφέρουν ένα σωρό από χρυσάφι και κοσμήματα και αναφώνησε:
«Για κοίτα πόσα πράγματα υπάρχουν που δεν τα θέλω!».
Σε μια άλλη περίσταση, ένας περαστικός που τον είδε να δέχεται προσβολές στην αγορά τον ρώτησε: «Δεν σε πειράζει που σε βρίζουν;».
Κι αυτός απάντησε:
«Για ποιο λόγο; Εσύ θα το έπαιρνες προσωπικά αν σε κλοτσούσε ένας γάιδαρος;».
Παρόμοια ήταν και η στάση ενός νεότερου, του Αντισθένη· όταν
τον πληροφόρησαν ότι πολύς κόσμος στην Αθήνα είχε αρχίσει να τον εγκωμιάζει,
ρώτησε:
«Γιατί; Έκανα τίποτα κακό;».
Παρά την ατυχή κατάληξη ορισμένων, φαίνεται πως το ρεύμα αυτό είχε έρεισμα, γιατί εκατό και πλέον χρόνια αργότερα, όταν ο Μέγας Αλέξανδρος πέρασε από την Κόρινθο κι επισκέφτηκε το φιλόσοφο Διογένη, τον βρήκε να κάθεται κάτω από ένα δέντρο, ρακένδυτος αλλά αμετάπειστος.
Ο πανίσχυρος Αλέξανδρος τον ρώτησε πώς μπορούσε να κάνει κάτι γι’ αυτόν.
«Αρκεί να κάνεις λίγο στο πλάι» αποκρίθηκε ο φιλόσοφος «γιατί μου κρύβεις τον ήλιο».
Οι στρατιώτες του Αλέξανδρου τρομοκρατήθηκαν, περιμένοντας ότι θα ξεσπούσε ο διαβόητος θυμός του ηγέτη τους.
Εκείνος όμως απλώς γέλασε και είπε πως αν δεν ήταν ο Αλέξανδρος, θα ήθελε το δίχως άλλο να είναι ο Διογένης.
«Γιατί; Έκανα τίποτα κακό;».
Παρά την ατυχή κατάληξη ορισμένων, φαίνεται πως το ρεύμα αυτό είχε έρεισμα, γιατί εκατό και πλέον χρόνια αργότερα, όταν ο Μέγας Αλέξανδρος πέρασε από την Κόρινθο κι επισκέφτηκε το φιλόσοφο Διογένη, τον βρήκε να κάθεται κάτω από ένα δέντρο, ρακένδυτος αλλά αμετάπειστος.
Ο πανίσχυρος Αλέξανδρος τον ρώτησε πώς μπορούσε να κάνει κάτι γι’ αυτόν.
«Αρκεί να κάνεις λίγο στο πλάι» αποκρίθηκε ο φιλόσοφος «γιατί μου κρύβεις τον ήλιο».
Οι στρατιώτες του Αλέξανδρου τρομοκρατήθηκαν, περιμένοντας ότι θα ξεσπούσε ο διαβόητος θυμός του ηγέτη τους.
Εκείνος όμως απλώς γέλασε και είπε πως αν δεν ήταν ο Αλέξανδρος, θα ήθελε το δίχως άλλο να είναι ο Διογένης.
Όλα αυτά δε σημαίνουν, ότι οι φιλόσοφοι εκείνοι δεν
αντιλαμβάνονταν την διαφορά ανάμεσα στο να είσαι καλός και στο να γίνεσαι αστείος
ή ανάμεσα στην επιτυχία και στην αποτυχία.
Απλώς είχαν κατασταλάξει σ’ έναν ιδιαίτερο τρόπο για να αντιμετωπίζουν τη δυσάρεστη πλευρά της εξίσωσης, σε μιαν απόκριση πολύ διαφορετική από τον παραδοσιακό κώδικα τιμής, που υπονοεί ότι η γνώμη των άλλων για εμάς πρέπει να καθορίζει πώς επιτρέπεται να βλέπουμε τον εαυτό μας ή ότι κάθε προσβολή επιβάλλεται να μας θίγει, ασχέτως αν είναι ορθή ή αβάσιμη.
Απλώς είχαν κατασταλάξει σ’ έναν ιδιαίτερο τρόπο για να αντιμετωπίζουν τη δυσάρεστη πλευρά της εξίσωσης, σε μιαν απόκριση πολύ διαφορετική από τον παραδοσιακό κώδικα τιμής, που υπονοεί ότι η γνώμη των άλλων για εμάς πρέπει να καθορίζει πώς επιτρέπεται να βλέπουμε τον εαυτό μας ή ότι κάθε προσβολή επιβάλλεται να μας θίγει, ασχέτως αν είναι ορθή ή αβάσιμη.
Η φιλοσοφία εισήγαγε ένα νέο στοιχείο στη σχέση μας με τη
γνώμη των άλλων.
Μπορούμε να το φανταστούμε σαν ένα κουτάκι, μέσα στο οποίο θα έπρεπε να τοποθετούμε κάθε ξένη εκτίμηση, αρνητική ή θετική, ώστε να την αποτιμούμε ψυχρά.
Τότε θα μπορούσαμε να τη διοχετεύουμε προς τον εαυτό μας ενισχυμένη, αν ήταν αληθής ή να την αποβάλλουμε ανώδυνα στην ατμόσφαιρα, αν ήταν εσφαλμένη, χαμογελώντας ή ανασηκώνοντας τους ώμους.
Μπορούμε να το φανταστούμε σαν ένα κουτάκι, μέσα στο οποίο θα έπρεπε να τοποθετούμε κάθε ξένη εκτίμηση, αρνητική ή θετική, ώστε να την αποτιμούμε ψυχρά.
Τότε θα μπορούσαμε να τη διοχετεύουμε προς τον εαυτό μας ενισχυμένη, αν ήταν αληθής ή να την αποβάλλουμε ανώδυνα στην ατμόσφαιρα, αν ήταν εσφαλμένη, χαμογελώντας ή ανασηκώνοντας τους ώμους.
Οι φιλόσοφοι ονόμασαν αυτό το κουτάκι «λογική».
Σύμφωνα με τους νόμους της λογικής, το συμπέρασμά μας πρέπει να θεωρείται αληθές αν, και μόνο αν, προκύπτει από μια λογική επαγωγή σκέψεων που βασίζονται σε ακριβείς συλλογισμούς.
Οι φιλόσοφοι θεωρούσαν τα μαθηματικά υπόδειγμα ορθής σκέψης
και βάλθηκαν να βρουν τρόπους για να μεταφέρουν και στο ήθος μια αντίστοιχη
αντικειμενική βεβαιότητα.
Με τη βοήθεια της λογικής, υποστήριξαν, μπορούσε κανείς να αποτιμά το γόητρό του μέσω της νόησής του, αντί να είναι έρμαιο αγοραίων αισθημάτων και καπρίτσιων.
Αν λοιπόν η λογική προσέγγιση αποκάλυπτε ότι η κοινότητα μας αδικεί, οι φιλόσοφοι συνιστούσαν να αδιαφορούμε για την στάση της, κατά τον ίδιο τρόπο που παραμένουμε ψύχραιμοι, όταν μας πλησιάζει κάποιος παραπλανημένος και θέλει με το ζόρι να αποδείξει ότι δύο και δύο κάνει πέντε…
Με τη βοήθεια της λογικής, υποστήριξαν, μπορούσε κανείς να αποτιμά το γόητρό του μέσω της νόησής του, αντί να είναι έρμαιο αγοραίων αισθημάτων και καπρίτσιων.
Αν λοιπόν η λογική προσέγγιση αποκάλυπτε ότι η κοινότητα μας αδικεί, οι φιλόσοφοι συνιστούσαν να αδιαφορούμε για την στάση της, κατά τον ίδιο τρόπο που παραμένουμε ψύχραιμοι, όταν μας πλησιάζει κάποιος παραπλανημένος και θέλει με το ζόρι να αποδείξει ότι δύο και δύο κάνει πέντε…
lecturesbureau
– [2fA]
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου