- Γήσης Παπαγεωργίου
ΤΙΤΑΝΙΚΟΣ – ΑΡΜΑΤΩΛΟΣ
(ΙΔΙΑ ΓΕΥΣΗ)
Τον Οκτώβρη του '56, σε κείνο το πρώτο μας ταξείδι με τον ΑΡΜΑΤΩΛΟ, για εμάς
τους μηχανικούς, έφθασεν η ώρα για την επιμόρφωσή μας επί τα μηχανικά.
Μια βάρδια τετράωρη στο λεβητοστάσιο κι άλλη μια στο μηχανοστάσιο κι ότι
προλάβουμε.
Τι να προλάβουμε, που με το που κατεβήκαμε στο λεβητοστάσιο και μας
έπιασεν η λάβα του καζανιού, ποτάμι ο ιδρώτας κι αρχίσαμε να χάνουμε κιλά σε
ρυθμό σαρανταδυό γραμμάρια το λεπτό.
Μα θα μου πεις υπήρχανε κι οι ανεμιστήρες που κατεβάζανε αέρα στα κάποια
μπόλικα Μποφώρ, μα τι να το κάνεις. Τον καυτό τον αέρα κυκλοφοράγανε, που να
επιτυγχάνεται ομοιόμορφος κατανομή της υψηλής θερμοκρασίας ανά τα κορμάκια μας.
Τότε ήτανε που άρχισα να μετανιώνω που το πήγαινα για μηχανικός, κι όχι
μετεωρολόγος.
Και προτού προλάβω να το καλοσκεφτώ, ο τεταρτοετής που ήτανε στην
βάρδια μου μ’ έστειλε και κουτουπώθηκα στον «θρόνο».
Στο πάνω δεξιά του καζανιού βγαίνει ο ατμός που πάει στις
μηχανές και μέσα από αγωγό τυλιγμένο με χοντρό αμίαντο. Εκεί πάνω στον αμίαντο
βάζουνε οι μηχανικοί το ψωμάκι τους να γίνει φρυγανιά κι άμα περάσουνε τα δέκα
οχτώ λεπτά γίνεται παξιμάδι.
Εκεί μ’ έβανε ο άλλος να βγάνω την βάρδια μου, που να εκπαιδευτώ περί τους
λέβητες του Βασιλικού μας του Ναυτικού.
Τέσσερεις ώρες ολόκληρες έμεινα κει πάνω σαν το χοιρινό στο φούρνο χωρίς
πατάτες κι εκεί να δεις μόρφωση περί τους λέβητες, τον ατμό και τα
λεβητοστάσια.
Κι όταν κάποιαν ώρα τέλειωσεν η βάρδια μου στον προθάλαμο της κόλασης, δεν
επρόλαβα να βγω στο κατάστρωμα, και φλουπ μου πέφτει το παντελόνι.
Από τη ζέστη φαίνεται θα μαλάκωσε η ζώνη και λασκάρισε, αλλιώς δεν εξηγιέται.
Η επόμενη βάρδια και μετά από οχτώ ώρες, ήτανε στο
μηχανοστάσιο.
Εκεί να δεις γνώσεις και μόρφωση που μαζέψαμε, που δεν μας εφτάνανε οι τσέπες
μας για να τις παραχώσουμε. Εκεί κάτω μπορεί να μην σε τσουρούφλαγεν η κάψα του
ατμού, μα δεν ήτανε δα και κάνα περβόλι στην εξοχή.
Κάψα του κερατά κι εκεί κάτω από τους ατμούς που πηγαίνανε στις μηχανές και στα
μηχανήματα, για να τα κουνάνε. Κι άμα οι μηχανές και τα μηχανήματα κουνάνε όλα
μαζί, σου βγάζουνε ένα σαματά σα να δουλεύουνε εφτά τραίνα χωρίς ρόδες, σε
υπόγειο.
Δυο παλινδρομικές μηχανές είχε το καραβάκι για να κουνάνε οι
προπέλες του και ν’ αρμενίζει, κι αυτές πρέπει να’ ταν οι μόνες και τελευταίες
των ανά τον κόσμον πολεμικών πλοίων. Τέτοιες μηχανές είχε κι ο ΤΙΤΑΝΙΚΟΣ το 1912, όταν εκουτούλησε στην παγοκοτρώνα
κι εβούλιαξε.
Αυτό το τελευταίο με τον ΤΙΤΑΝΙΚΟ το είδα στο σινεμά, σαράντα χρόνια μετά από
κείνο το ταξείδι με τον ΑΡΜΑΤΩΛΟ, και ως μηχανικός, έστω κι απόστρατος, πολύ το
καμάρωσα για τις γνώσεις μου και το θυμητικό μου.
Ήταν όταν σε κάποια στιγμή που ο ΤΙΤΑΝΙΚΟΣ άρχισε να μπάζει νερά, μας έδειξε το
μηχανοστάσιο κι εκεί πρόλαβα και είδα τις μηχανές του.
Παλινδρομικές κι αυτές όπως και του ΑΡΜΑΤΩΛΟΥ, αλλά κάπου δεκαεφτά φορές
μεγαλύτερες.
Δεν έχει όμως σημασία, αφού από μακριά το ίδιο δείχνανε, κι εκεί
μέσα στην καργαρισμένη από κόσμο αίθουσα, ήμουνα σίγουρα ο μόνος που το ‘ξερα.
Και τότε είπα από μέσα μου όλο καμάρι, πως χαλάλι κείνο το
Σαββατοκύριακο του ’56 που είχαμε μάθει πως ο ΤΙΤΑΝΙΚΟΣ είχε κι αυτός μηχανές
παλινδρομικές, όπως κι ο δικός μας ο τότε ΑΡΜΑΤΩΛΟΣ.
[Απόψε: ΜΟΝΟΓΡΑΜΜΑ - ΓΗΣΗΣ ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΑ 17 ΜΑΪΟΥ - ΕΡΤ2 - 20:00΄]
fb – 2fA
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου