- Ντοστογιέφσκι
[Από «Τό ἔγκλημα καί ἡ τιμωρία» (1866)
κατά μετάφραση του Αλεξάνδρου Παπαδιαμάντη]
«Ὁ Ρασκολνικὼφ διῆλθεν εἰς τὸ νοσοκομεῖον ὅλον τὸ τέλος τῆς
Τεσσαρακοστῆς καὶ τὴν ἑβδομάδα τοῦ Πάσχα. Ἀναλαβὼν τὴν ὑγείαν, ἀνεπόλησε τὰ ὄνειρα
τὰ ὁποῖα ἐπεφοίτον κατὰ τὸν πυρετὸν εἰς τὴν κεφαλήν του.
Τῷ ἐφαίνετο τότε ὅτι ἔβλεπε τὸν κόσμον ὅλον μαστιζόμενον ὑπὸ φοβερᾶς καὶ
πρωτοφανοῦς ἐπιδημίας, ἥτις ἐλθοῦσα ἐκ τοῦ βάθους τῆς Ἀσίας, μετεδόθη εἰς τὴν Εὐρώπην.
Ὅλοι ἔμελλον νὰ θερισθῶσι, πλὴν μικροῦ ἀριθμοῦ προνομιούχων.
Ἔντομα νέου εἴδους, μικροσκοπικὰ ὄντα, εἰσέδυον εἰς τὰ σώματα τῶν ἀνθρώπων.
Ἀλλὰ
τὰ ὄντα ταῦτα ἦσαν πνεύματα, πεπροικισμένα μὲ νοῦν καὶ θέλησιν.
Οἱ προσβαλλόμενοι ὑπ’ αὐτῶν ἄνθρωποι καθίσταντο εἰς τὴν στιγμὴν παράφρονες καὶ
μανιώδεις. Ἐν τούτοις, παράδοξον πρᾶγμα, οὐδέποτε ἄνθρωποι ἐπίστευσαν ἑαυτοὺς
τόσον φρονίμους, τόσον ἀσφαλῶς κατέχοντας τὴν ἀλήθειαν, ὅσον ἐπίστευον ὅτι ἦσαν
οἱ δυστυχεῖς ἐκεῖνοι.
Οὐδέποτε εἶχον πλείονα πεποίθησιν εἰς τὸ ἀλάνθαστον τῆς
κρίσεώς των, εἰς τὸ ἑδραῖον τῶν ἐπιστημονικῶν συμπερασμάτων των καὶ τῶν ἠθικῶν ἀρχῶν
των.
Πόλεις, χῶραι, λαοὶ ὁλόκληροι προσεβάλλοντο ὑπὸ τοῦ δεινοῦ τούτου καὶ ἔχανον
τὰς φρένας. Ὅλοι ἦσαν ἐν παροξυσμῷ καὶ ἀνίκανοι νὰ ἐννοήσωσιν ἀλλήλους.
Πᾶς τις ἐνόμιζεν ὅτι κατέχει μόνος τὴν ἀλήθειαν, καὶ βλέπων
τοὺς ὁμοίους του, τοὺς ᾤκτειρεν, ἀπηλπίζετο, ἔτυπτε τὸ στῆθος, ὠδύρετο, καὶ ἔσχιζε
τὰς χεῖρας.
Δὲν ἠδύναντο νὰ συνεννοηθῶσι περὶ τοῦ ἀγαθοῦ καὶ τοῦ κακοῦ, δὲν ἤξευραν
ποῖον νὰ καταδικάσωσι καὶ ποῖον ν’ ἀθωώσωσιν. Ἐφόνευον ὁ εἷς τὸν ἄλλον ὑπὸ ὁργῆς
καὶ λύσσης. […]
Εἰς τὰς πόλεις ὁ κώδων τοῦ κινδύνου ἐσήμαινε πανημέριος,
φόβος καὶ τρόμος ἐπέπεσε τῇ κτίσει, ἀλλὰ πόθεν καὶ διατὶ ἐσημαίνετο ὁ κίνδυνος;
οὐδεὶς ἐγίνωσκε καὶ ὁ κόσμος ὅλος διετέλει ἐν ταραχῇ. [...]
Ἕκαστος ἐπρότεινε τὰς ἰδέας του, τὰς μεταρρυθμίσεις του καὶ δὲν ἠδύναντο νὰ
συμφωνήσωσιν […].
Οἱ ἐμπρησμοί, οἱ λιμοὶ συνεπλήρουν τὴν θλιβερὰν εἰκόνα. […]
Ἐν ὅλῳ τῷ κόσμῳ ἠδύναντο νὰ σωθῶσιν ἁγνοί τινες ἄνθρωποι
προωρισμένοι ν’ ἀναπλάσωσι τὸ ἀνθρώπινον γένος, ν’ ἀναζωπυρήσωσι τὸν κόσμον καὶ
νὰ καθάρωσι τὴν γῆν· ἀλλ’ οὐδεὶς οὐδαμοῦ ἔβλεπε τοὺς ἀνθρώπους τούτους, οὐδεὶς ἤκουε
τοὺς λόγους καὶ τὴν φωνὴν αὐτῶν». ….
vb – db
2fA
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου