Έρνεστ
Χέμινγουει
Η
Μικρασιατική Καταστροφή όπως την έζησε και την κατέγραψε σε δημοσιεύσεις του
και αργότερα σε διηγήματα, ο 20χρονος τότε πολεμικός ανταποκριτής της «Τορόντο
Σταρ» στην Ευρώπη.
Σχετικά
αποσπάσματα:
«Ο άντρας σκεπάζει με μια κουβέρτα την ετοιμόγεννη γυναίκα του πάνω στον αραμπά για την προφυλάξει από τη βροχή. Εκείνη είναι το μόνο πρόσωπο που βγάζει κάποιους ήχους [από τους πόνους της γέννας]. Η μικρή κόρη τους την κοιτάζει με τρόμο και βάζει τα κλάματα. Και η πομπή προχωρά...
Δεν
ξέρω πόσο χρόνο θα πάρει αυτό το γράμμα να φτάσει στο Τορόντο, αλλά όταν εσείς
οι αναγνώστες της Σταρ το διαβάσετε, να είστε σίγουροι ότι η ίδια τρομακτική,
βάναυση πορεία ενός λαού που ξεριζώθηκε από τον τόπο του, θα συνεχίζει να τρεκλίζει
στον ατέλειωτο λασπωμένο δρόμο προς τη Μακεδονία».
«Το
χειρότερο, ήταν οι γυναίκες με τα νεκρά παιδιά. Δε μπορούσαμε να τις πείσουμε
να μας δώσουν τα πεθαμένα παιδιά τους. Είχαν τα παιδιά τους, νεκρά ακόμα και
έξι μέρες, αλλά δεν τα εγκατέλειπαν. Δε μπορούσαμε να κάνουμε τίποτα. Τελικά
έπρεπε να τους τα πάρουμε με τη βία.»
«Είχαμε
ρητές εντολές να μην επέμβουμε, να μη βοηθήσουμε... Το πλοίο μας είχε τόση
δύναμη που θα μπορούσαμε να βομβαρδίσουμε όλη τη Σμύρνη και να σταματήσουμε το
μακελειό, αλλά η εντολή ήταν να μην κάνουμε τίποτα... Το παράξενο ήταν, είπε [ο
υποτιθέμενος αξιωματούχος του αμερικάνικου πολεμικού που διηγείται την
ιστορία], πως ούρλιαζαν κάθε νύχτα τα μεσάνυχτα.
Δεν ξέρω γιατί ούρλιαζαν αυτή την ώρα. Ήμασταν στο λιμάνι κι αυτές στην προκυμαία και τα μεσάνυχτα άρχιζαν να ουρλιάζουν. Στρέφαμε πάνω τους προβολείς και κι αυτές τότε σταματούσαν. ...».
Δεν ξέρω γιατί ούρλιαζαν αυτή την ώρα. Ήμασταν στο λιμάνι κι αυτές στην προκυμαία και τα μεσάνυχτα άρχιζαν να ουρλιάζουν. Στρέφαμε πάνω τους προβολείς και κι αυτές τότε σταματούσαν. ...».
«Ό,τι
και να πει κανείς για το πρόβλημα των προσφύγων στην Ελλάδα, δεν πρόκειται να
είναι υπερβολή. Ένα φτωχό κράτος με μόλις 4 εκατομμύρια πληθυσμό, πρέπει να
φροντίσει για άλλο ένα τρίτο των κατοίκων. Και τα σπίτια που άφησαν οι
Μουσουλμάνοι που έφυγαν, δεν επαρκούν σε τίποτα, χώρια η διαφορά στο επίπεδο
κουλτούρας που είχαν συνηθίσει οι Έλληνες στην Κωνσταντινούπολη».
«Ποιος
θα θρέψει τόσο πληθυσμό; Κανένας δεν το ξέρει και μέσα στα επόμενα χρόνια ο
χριστιανικός κόσμος θα ακούει μια σπαρακτική κραυγή που ελπίζω να φτάσει και ως
τον Καναδά: «Μην ξεχνάτε τους Έλληνες!».
«Η
υποχώρηση του ελληνικού στρατού ήταν μια θλιβερή υπόθεση, αλλά δεν χρειάζεται
να κατηγορούμε γι’ αυτό τον απλό Έλληνα φαντάρο. Ακόμα και όταν γινόταν
εκκενώσεις περιοχών, οι Έλληνες δρούσαν ως πραγματικοί στρατιώτες. Ο Κεμάλ θα
είχε μεγάλο πρόβλημα, αν ήταν να τους αντιμετωπίσει στη Θράκη.
Ο λοχαγός Wittal του Ινδικού Ιππικού, που βρισκόταν στην Ανατόλια ως παρατηρητής κατά τη διάρκεια του πολέμου των Ελλήνων με τον Κεμάλ, μου είπε: «Οι Έλληνες στρατιώτες ήταν μαχητές πρώτης κατηγορίας. Οι αξιωματικοί τους ήταν άριστοι.... Θα μπορούσαν να έχουν καταλάβει την Άγκυρα και να τελειώσουν τον πόλεμο, αν δεν είχαν προδοθεί».
Ο λοχαγός Wittal του Ινδικού Ιππικού, που βρισκόταν στην Ανατόλια ως παρατηρητής κατά τη διάρκεια του πολέμου των Ελλήνων με τον Κεμάλ, μου είπε: «Οι Έλληνες στρατιώτες ήταν μαχητές πρώτης κατηγορίας. Οι αξιωματικοί τους ήταν άριστοι.... Θα μπορούσαν να έχουν καταλάβει την Άγκυρα και να τελειώσουν τον πόλεμο, αν δεν είχαν προδοθεί».
«Όλη
μέρα περνούν δίπλα μου, λεροί, εξαντλημένοι, αξύριστοι, ανεμοδαρμένοι
στρατιώτες που βαδίζουν στη γκρίζα γυμνή ύπαιθρο της Θράκης.
Χωρίς
μπάντες, χωρίς [ανθρωπιστικές] οργανώσεις να τους ανακουφίσουν, χωρίς τόπο να
ξαποστάσουν, παρά γεμάτοι ψείρες, με βρώμικες κουβέρτες και κουνούπια όλη τη
νύχτα.
Είναι
οι τελευταίοι από αυτό, που ήταν κάποτε η δόξα της Ελλάδας. Κι αυτό, είναι το
τέλος της δεύτερης πολιορκίας της Τροίας»
«Βρίσκομαι
σε ένα άνετο τρένο, αλλά με τη φρίκη της εκκένωσης της Θράκης, όλα μου
φαίνονται απίστευτα. Έστειλα τηλεγράφημα στη «Σταρ» από την Αδριανούπολη. Δεν
χρειάζεται να το επαναλάβω. Η εκκένωση συνεχίζεται....
Ψιχάλιζε.
Στην άκρη του λασπόδρομου έβλεπα την ατέλειωτη πορεία της ανθρωπότητας να
κινείται αργά στην Αδριανούπολη και μετά να χωρίζεται σ’ αυτούς που πήγαιναν
στη Δυτική Θράκη και τη Μακεδονία. .. Δε μπορούσα να βγάλω από το νου μου τους
άμοιρους ανθρώπους που βρίσκονταν στην πομπή, γιατί είχα δει τρομερά πράγματα
σε μια μόνο μέρα.
Η
ξενοδόχισσα προσπάθησε να με παρηγορήσει με μια τρομερή τούρκικη παροιμία: «Δεν
φταίει μόνο το τσεκούρι, φταίει και το δέντρο».
«Δε
θέλω να κοιμηθώ, γιατί έχω τη προαίσθηση ότι αν κλείσω τα μάτια μου στο σκοτάδι
και αφεθώ στον εαυτό μου, η ψυχή μου θα βγει από το σώμα».
palmografos.com
fb – [2fA]
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου