Δευτέρα 24 Ιουλίου 2017

"Αριστογένης και Εύανδρος "





-  Γράφει ο Nick Zygomalas


Όταν ήμουν αρχιπλοίαρχος στην εταιρεία M.A. Karageorgis S. A., πήγα στις 14 Απριλίου του 1996 στη Βραζιλία να δω το «ARISTOGENIS». 
Το πλοίο είχε όλο το πλήρωμα Φιλιππινέζους από τον καπετάνιο Jorge P. Rivera, μέχρι το τελευταίο τζόβενο.

Το «ARISTOGENIS» ήταν ένα πλοίο μας το οποίο είχε ναυλωθεί με έναν περίεργο τρόπο σε ένα Νορβηγικό pool, που η εταιρεία Ωνάση ποτέ δεν ναύλωνε έτσι κανένα από τα πλοία της. 
Το πλοίο οι Νορβηγοί το υποναύλωσαν να κάνει για 6 μήνες ταξίδια από Portο Trobetas με βωξίτη για το Porto Vila do Conde, που είναι κοντά στο λιμάνι της Βόριας Βραζιλίας, το Μπελέμ ντου Παρά (Belem της επαρχίας Barcarena στην πολιτεία Para).

Το Belem είναι σχετικά μεγάλο λιμάνι ενώ το Vila do Conde είναι ένα μικρό λιμανάκι, πιο μέσα σε ένα κανάλι-παραπόταμο του Αμαζονίου. 
Εκεί υπάρχει ένα μεγάλο εργοστάσιο παραγωγής αλουμινίου. 
Και τα δύο λιμάνια Vila do Conde και Belem, βρίσκονταν στη νότια εκβολή στο δέλτα του ποταμού Αμαζονίου, αλλά για να πας στο Portο Trobetas θα πρέπει το πλοίο να βγει στη θάλασσα και μετά να μπει από την βόρεια εκβολή του ποταμού Αμαζονίου, που ήταν και η είσοδος στο κυρίως ποτάμι.

Από την πλευρά των Νορβηγών είχε έρθει ένας άλλος καπετάνιος, συνταξιούχος. 
Θα κάναμε δυο ταξίδια για να παρακολουθήσουμε το όλο operation και θα αναφέραμε τα αποτελέσματα. 
Στο Vila do Conde το πλοίο ξεφόρτωνε με τα κρένια του.

Αφού παρακολουθήσαμε και κάναμε τις αλλαγές που έπρεπε, ετοιμαστήκαμε στις 12 Μαΐου 1996 για να γυρίσουμε πίσω. 
Ο Νορβηγός μου είπε: «Τώρα εσύ captain Nick θα πας στην Αθήνα που θα είναι ο καιρός καλός, ενώ εγώ θα γυρίσω πάλι στα χιόνια».

Μου είχε πει πως όταν ταξίδευε ως πλοίαρχος, είχε έρθει και στην Πάτρα με πλοίο. 
«Εκείνο που μου είχε κάνει εντύπωση τότε», είπε, «ήταν πως ο πράκτορας του πλοίου με καλούσε να πάμε έξω για φαγητό και διασκέδαση ξαφνικά και χωρίς πρόγραμμα και οι ταβέρνες και τα κέντρα διασκεδάσεως ήταν γεμάτα».

Του άρεσε πολύ αυτό, που οι Έλληνες κανόνιζαν ξαφνικά να πάνε να φάνε έξω. 
Στη Νορβηγία, μου έλεγε, πρέπει για να πάνε έξω για φαγητό να είναι κάποια γιορτή ή να υπάρχει κάποιος σπουδαίος λόγος και το προγραμμάτιζαν πολλές μέρες πριν. 
Από μέσα μου έλεγα: «Και να είναι και Παρασκευή ή Σάββατο και αν υπάρχει και εστιατόριο εκεί που μένεις», γιατί στα δύο από τα τρία λιμάνια της Νορβηγίας που είχα πάει, στα μικρά λιμάνια, δεν είχε τίποτε απολύτως έξω.

Θυμάμαι ένα περιστατικό στο λιμανάκι Vila do Conde. 
Απέναντι από εμάς ήταν ένα ελληνικό φορτηγάκι και φόρτωνε ξυλεία για Φιλιππίνες. 
Πήγα λοιπόν να επισκεφτώ τον καπετάνιο που ήταν Έλληνας και μάλιστα ο μοναδικός Έλληνας στο πλοίο, οι υπόλοιποι ήταν Πολωνοί μεθύστακες.

Ο καπετάνιος γύριζε κάθε μέρα με ένα σορτσάκι και ένα Τ-shirt. 
Μου λέει: «Όλα όσα έχω, είναι αυτό το σορτσάκι και αυτό το μπλουζάκι. 
Στο προηγούμενο λιμάνι, στο Rio de Janeiro, ανέβηκαν κοστουμαρισμένοι κλέφτες και ήρθαν κατευθείαν στο γραφείο μου, με έδεσαν στην καρέκλα και με την απειλή όπλου μου έκλεψαν τα πάντα.

Και να σκεφτείς είχα ψωνίσει αρκετά πράγματα, γιατί παντρεύω την κόρη μου και πρόκειται να ξεμπαρκάρω από το Cape Town που θα πιάσουμε για καύσιμα. 
Τώρα θα βγω εκεί να ψωνίσω ρούχα για μένα και κανένα δώρο πριν φύγω για Ελλάδα!».

Έλεγα από μέσα μου πως ήμουν πολύ τυχερός που δεν μου είχε συμβεί τέτοιο κακό τόσα χρόνια. 
Η Βραζιλία όπως και όλη η νότια και η κεντρική Αμερική έχει μεγάλες αντιθέσεις, από τη μια μεγάλη φτώχια και εγκληματικότητα και από την άλλη υπάρχει πολύς πλούτος και χλιδή, και σε αυτό φταίνε κυρίως οι ΗΠΑ.

Έφυγα από το Μπελέμ για το Ρίο ντε Ζανέϊρο, την «πόλη του Θεού», όπως τη λένε, με κάποια βραζιλιάνικη αεροπορική εταιρεία εσωτερικών γραμμών, δεν θυμάμαι το όνομά της. 
Κάναμε πάλι, όπως και όταν πήγαινα για το Belem, ένα σορό στάσεις στο Sao Luis, στη Fortaleza, στην Olinda, στο Aracaju, στο Belo Horizonte και δεν θυμάμαι που αλλού, μέχρι να φτάσουμε στο Rio de Janeiro. 
Γαλατάδικο, που λέμε.

Από το Rio de Janeiro είχα εισιτήριο με τη Luftahnsa για Αθήνα μέσω Φρανκφούρτης για την 18η Μαΐου 1996, οπότε έμεινα σε ξενοδοχείο. 
Ο πράκτορας, ένας μιγάς Βραζιλιάνος που είχε αρχαιοελληνικό όνομα, όπως πολλοί στη Βραζιλία, τον έλεγαν Evandro (Εύανδρο), μου έκανε το μεσημέρι της επόμενης από την άφιξή μου στο Ρίο ντε Ζανέϊρο το τραπέζι, σε μια churrascaria σε έναν κάθετο δρόμο που βγαίνει στην Avenida Atlantica, μπροστά στην περίφημη πλαζ της Copacabana




                                                             





Share

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου