Μια ιστορία για γερά νεύρα
Γύρισε σπίτι του απ’ τη δουλειά κι αντίκρισε ένα τρομακτικό
θέαμα.
Τα παιδιά του ήταν στην αυλή με σχισμένες πιτζάμες και
έπαιζαν βουτηγμένα στη λάσπη. Παντού υπήρχαν σκορπισμένα περιτυλίγματα από
πατατάκια και σοκολάτες. Η πόρτα του αυτοκινήτου της γυναίκας του ήταν ανοιχτή,
όπως ανοιχτή ήταν και η μπροστινή πόρτα του σπιτιού.
Ο σκύλος τους δεν ακουγόταν, δεν έτρεξε όπως συνήθως.
Μπαίνοντας στο σπίτι, βρήκε ένα πραγματικό χάος.
Η λάμπα στο χολ ήταν σπασμένη και το χαλί ήταν γεμάτο από μικρά κομμάτια γυαλί.
Μπαίνοντας στο σπίτι, βρήκε ένα πραγματικό χάος.
Η λάμπα στο χολ ήταν σπασμένη και το χαλί ήταν γεμάτο από μικρά κομμάτια γυαλί.
Στο σαλόνι η τηλεόραση ήταν ανοιχτή στη διαπασών και μια καρέκλα ανάποδα.
Παντού
υπήρχαν πεταμένα παιχνίδια, ρούχα και χαρτιά.
Στην κουζίνα τα πιάτα και τα ποτήρια ξεχείλιζαν από το
νεροχύτη, το τραπέζι ήταν γεμάτο με χυμένο γάλα κι αποφάγια, η πόρτα του
ψυγείου ήταν ανοιγμένη διάπλατα, κροκέτες σκύλου υπήρχαν διαλυμένες στο πάτωμα
και ένα σπασμένο ποτήρι βρίσκονταν κάτω από το τραπέζι.
Ανατρίχιασε. Έτρεξε στη σκάλα για τον πάνω όροφο.
Η γυναίκα
του δεν φαινόταν πουθενά. Κάτι σοβαρό είχε σίγουρα συμβεί. Κάτι είχε πάθει.
Έξω από το μπάνιο είδε νερά στο πάτωμα. Άνοιξε την πόρτα.
Στο πάτωμα πετσέτες, σαπουνάδες, παιχνίδια και η βρύση ανοιχτή.
Δίπλα στη μπανιέρα τρία ρολά χαρτί τουαλέτας ξετυλιγμένα, κι ένα σωληνάριο οδοντόκρεμα αδειασμένο στον καθρέφτη και στους τοίχους.
Στο πάτωμα πετσέτες, σαπουνάδες, παιχνίδια και η βρύση ανοιχτή.
Δίπλα στη μπανιέρα τρία ρολά χαρτί τουαλέτας ξετυλιγμένα, κι ένα σωληνάριο οδοντόκρεμα αδειασμένο στον καθρέφτη και στους τοίχους.
Δεν ήξερε τι να σκεφτεί. Έντρομος έτρεξε στην κρεβατοκάμαρα.
Περίμενε να αντικρίσει τα χειρότερα.
Δεν μπόρεσε ν’ αντιληφθεί αμέσως, πώς είχαν τα πράγματα.
Περίμενε να αντικρίσει τα χειρότερα.
Δεν μπόρεσε ν’ αντιληφθεί αμέσως, πώς είχαν τα πράγματα.
Η γυναίκα του ήταν κουλουριασμένη στο κρεβάτι με τις
πιτζάμες της, σαν να μη συνέβαινε τίποτα και διάβαζε το μυθιστόρημα της.
Σήκωσε το βλέμμα της, του χαμογέλασε και τον καλωσόρισε.
Σήκωσε το βλέμμα της, του χαμογέλασε και τον καλωσόρισε.
Σαστισμένος την κοίταξε με απορία κι εκνευρισμό:
«Μα τι στο καλό έγινε εδώ σήμερα;» φώναξε.
«Μα τι στο καλό έγινε εδώ σήμερα;» φώναξε.
Εκείνη του χαμογέλασε και πάλι: «Κάθε μέρα, όταν γυρνάς στο
σπίτι από τη δουλειά, δεν με ρωτάς, τι στο καλό έκανα όλη μέρα;»
«Ε, λοιπόν;» της απάντησε εκείνος μπλοκαρισμένος.
«Ε, λοιπόν;» της απάντησε εκείνος μπλοκαρισμένος.
Με ακόμη πιο πλατύ χαμόγελο εκείνη, συνέχισε:
«Λοιπόν σήμερα, δεν έκανα τίποτα!»
«Λοιπόν σήμερα, δεν έκανα τίποτα!»
newsone –
ep[2fA]
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου