Κωστής Παλαμάς - "Η φλογέρα
του Βασιλιά"
…. Ήτανε μέρα θερισμού, μεσημεριού ώρα ήταν·
ο κάμπος ο κατάσπαρτος μόλις γλυκοσαλεύει,
σαν ένα κοίμισμα παιδιού ξανθότατου στην κούνια. [100]
Το κόψανε για μια στιγμή το θέρισμα κι οι αργάτες
και δεν ακούγεται λαλιά και δε γρικιέται γούζλα:[*]
της μέρας είναι η ζωγραφιά της νύχτας η γαλήνη.
Τα περιστέρια ταιριαστά φωλιάζουν και κοιμούνται
και κάποια σα χιονόβολα που δεν τα λιώνει η φλόγα.
Μες στα χωράφια που και που και οι παπαρούνες γέρνουν
στεγνές τις πορφυρόμαυρες θωριές τους προς το χώμα,
σα να ζητάν από τη γη το δρόσος που δε βρίσκουν,
κι από τη λάβρα στέκονται σωμένες οι αγελάδες
με τα μεγάλα μάτια τους τα μαύρα που γυαλίζουν, [110]
κι από μακριά σαν πλάσματα φαντάζουνε πετρένια
κι από το διάβα του καιρού μαυροκιτρινισμένα.
Τον ίσκιο τους ανώφελο ξαπλώνουν τα πλατάνια
και σα να καρφωθήκανε τα φύλλα στα κλαδιά τους.
Στυλώνει ο γήλιος τη ματιά, ματιά πυρή φιδίσια,
τη γη, το μυριοπλούμιστο πουλί, για να βασκάνει·
και κάθε τι καλό, γερό, και λυγερό και μέγα,
σωπαίνει και ονειρεύεται και δένεται από μάγια.
…. ….
[*γούζλα: λαϊκό έγχορδο μουσικό όργανο των Σλάβων]
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου