Παύλος Ευδοκίμωφ
- Η Ελευθερία
["Χριστιανικό Συμπόσιο" τ. Α΄, εκδ. Βιβλιοπωλείον της Εστίας]
Το χριστολογικό δόγμα βλέπει μέσα στη βούληση μια λειτουργία
της φύσης.
Είναι γιατί ο ασκητισμός επιθυμεί πριν από όλα την παραίτηση από την
ίδια την βούληση, την απελευθέρωση από κάθε ανάγκη που προέρχεται από τον κόσμο
και από τη φύση.
Αλλά ακριβώς, μ’ αυτή την παραίτηση από τη φύση εκπληρώνεται η ελευθερία που
εξαρτάται από το πρόσωπο του ανθρώπου, το ελευθερώνει από κάθε ατομικό και
φυσικό περιορισμό και το καθιστά «καθολικό», άπειρα διεσταλμένο, «περιέχον τα
πάντα».
Τελικά, το πρόσωπο που είναι αληθινά ελεύθερο, τείνει να περιλάβει όλη την
ανθρώπινη φύση, όμοια προς το θείο Πρόσωπο που περιέχει όλη την τριαδική ζωή,
γιατί ο Χριστιανισμός κατά τον άγιο Γρηγόριο Νύσσης είναι μια «μίμηση της φύσης
του Θεού», και ο σκοπός ο υπέρτατος των αγίων δεν είναι μονάχα «να ενωθούν με
την Αγία Τριάδα, αλλά να την εκφράσουν και να την μιμηθούν μέσα τους».
«Ο Θεός ετίμησε τον άνθρωπο απονέμοντάς του την ελευθερία,
λέει ο αγ. Γρηγόριος Ναζιανζηνός, ώστε ν’ ανήκει το καλό στον ίδιο που το
διαλέγει, όσο και σ’ αυτόν που έθεσε τις απαρχές του καλού μέσα στη φύση».
Ο άνθρωπος είναι ελεύθερος, γιατί είναι η εικόνα της θείας ελευθερίας και γιατί
έχει την εξουσία να εκλέγει.
Εν τούτοις, ο άγιος Μάξιμος βλέπει την ατέλεια ακριβώς στην
ανάγκη της εκλογής.
Το αυτεξούσιο είναι περισσότερο μια φτώχεια παρά μια
ανεξαρτησία, είναι η αναπόφευκτη συνέπεια της πτώσης• από διαισθητική, η θέληση
γίνεται συλλογιστική.
Αντίθετα, το τέλειο ακολουθεί άμεσα το καλό, είναι
επέκεινα της εκλογής.
Είναι ενδιαφέρον να σημειωθεί η ίδια σύλληψη μέσα στη σκέψη του σύγχρονου
φιλοσόφου L. Lavelle. Γι’ αυτόν, πριν από όλα, η «ύπαρξη εδρεύει μέσα στην
άσκηση μιας ελεύθερης πράξης, που όταν δεν παράγεται, ανάγει την ύπαρξή μας στη
κατάσταση πράγματος».
Το πνεύμα μας διακρίνοντας εκλέγει μεταξύ περισσοτέρων
δυνατοτήτων για να πραγματοποιήσει το αληθινό. Αλλά «προσδιορίζει κανείς σχεδόν
πάντα την ελευθερία της εκλογής».
Που στην πιο υψηλή της μορφή είναι «μια
δραστηριότητα, που παράγει τους ίδιους της λόγους, αντί να τους υφίσταται».
Έτσι, η ελευθερία ανέρχεται στο επίπεδο όπου «οι πιο ελεύθερες πράξεις, που
είναι ταυτόχρονα οι πιο τέλειες, είναι εκείνες στις οποίες δεν υπάρχει εκλογή».
Το πρόσωπο πραγματώνεται μέσα στην ελευθερία, ανοίγεται
ελεύθερα στη χάρη που πιέζει κάθε ψυχή μυστικά, χωρίς ποτέ να την εξαναγκάζει.
«Το Πνεύμα δεν γονιμοποιεί καμιά θέληση που του αντιστέκεται.
Δεν μεταμορφώνει με θέωση, παρά εκείνη που το θέλει».
Η αγωνία που μπορεί ο άνθρωπος να αισθανθεί, προέρχεται από το αυθαίρετο που
είναι πάντα δυνατό και που την παραμονεύει, γιατί μπορεί ν’ αρνηθεί τη ζωή, να
πει όχι στην ύπαρξη.
Ο άνθρωπος κρέμεται την κάθε στιγμή ανάμεσα στο ον της προσωπικότητάς του και
την επιστροφή στο μηδέν απ’ όπου έχει προέλθει, βρίσκεται ανάμεσα στην «κένωση»
και στην «πλήρωση»·
είναι ο μεγάλος και ευγενής κίνδυνος κάθε ύπαρξης, και υπέρτατη τάση της
ελπίδας.
«Η θεία ισχύς είναι ικανή να εφευρίσκει μιαν ελπίδα εκεί
όπου δεν υπάρχει πια ελπίδα και ένα δρόμο μέσα στο αδύνατο» (Αγ. Γρηγόριος
Νύσσης ).
Το αδύνατο είναι αυτή η τάση μεταξύ του normatif και του ξεπεσμένου πραγματικού. ….
pemptousia
– 2φΑ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου