Χρήστος
Γιανναράς
Από
το άρθρο: Ερωτική πρόσβαση σε «νόημα», Καθημερινή, 24 Δεκ. 2012
…….
Τι
σημαίνει στη γλώσσα της κοινής μας συνεννόησης η λέξη «Θεός»;
Ίσως απλά, ότι η ύπαρξη των υπαρκτών, αλλά και η λογικότητα του ανθρώπου δεν είναι προϊόντα τυφλής αναγκαιότητας.
Ότι η σοφία και το κάλλος («ως πάντα προς εαυτό καλούν, όθεν και κάλλος λέγεται») παραπέμπουν στην προσωπική ετερότητα ενός δημιουργού, όπως παραπέμπει η ζωγραφική στον ζωγράφο, η μουσική στον μουσουργό, το ποίημα στον ποιητή.
Είναι αυτή μια εμπειρική προσωπική πιστοποίηση που απηχείται στη λέξη «Θεός».
Δεν συνιστά είδηση, δεν μεταβιβάζεται ως πληροφορία.
Ίσως απλά, ότι η ύπαρξη των υπαρκτών, αλλά και η λογικότητα του ανθρώπου δεν είναι προϊόντα τυφλής αναγκαιότητας.
Ότι η σοφία και το κάλλος («ως πάντα προς εαυτό καλούν, όθεν και κάλλος λέγεται») παραπέμπουν στην προσωπική ετερότητα ενός δημιουργού, όπως παραπέμπει η ζωγραφική στον ζωγράφο, η μουσική στον μουσουργό, το ποίημα στον ποιητή.
Είναι αυτή μια εμπειρική προσωπική πιστοποίηση που απηχείται στη λέξη «Θεός».
Δεν συνιστά είδηση, δεν μεταβιβάζεται ως πληροφορία.
Στους
Έλληνες η θρησκεία έμοιαζε να υπηρετεί περισσότερο τη μεταφυσική αναζήτηση και
λιγότερο την ατομοκεντρική ψυχολογική ανάγκη.
Οι αρχετυπικοί συμβολισμοί της μυθολογίας, ο φιλόσοφος λόγος, κάθε μορφή Τέχνης και κυρίως το «κοινόν άθλημα» για την πραγμάτωση της «πόλεως», ολοφάνερα σκόπευαν στη φανέρωση της «αλήθειας».
Οι αρχετυπικοί συμβολισμοί της μυθολογίας, ο φιλόσοφος λόγος, κάθε μορφή Τέχνης και κυρίως το «κοινόν άθλημα» για την πραγμάτωση της «πόλεως», ολοφάνερα σκόπευαν στη φανέρωση της «αλήθειας».
Η
θρησκευτική εικονολογία συχνά λειτουργούσε ως «γλώσσα» υπαινικτική αυτής της
φανέρωσης. Γιατί η αλήθεια δεν ήταν ιδεολόγημα ή ψυχολόγημα.
Ήταν «τρόπος»: «ο τρόπος της του παντός διοικήσεως» (Ηράκλειτος), δηλαδή η «κατά λόγον» τάξη και αρμονία της συμπαντικής κοσμιότητας. Και ο «τρόπος» δεν γνωρίζεται ως πληροφορία, ως είδηση. Μετέχεται, λέει ο μέγας Eφέσιος, τον γνωρίζουμε «κατά μετοχήν».
Ήταν «τρόπος»: «ο τρόπος της του παντός διοικήσεως» (Ηράκλειτος), δηλαδή η «κατά λόγον» τάξη και αρμονία της συμπαντικής κοσμιότητας. Και ο «τρόπος» δεν γνωρίζεται ως πληροφορία, ως είδηση. Μετέχεται, λέει ο μέγας Eφέσιος, τον γνωρίζουμε «κατά μετοχήν».
Στη
σπουδή του «τρόπου» της αλήθειας συναντιώνται ο Ελληνισμός με τον Χριστιανισμό.
Ο Χριστιανισμός δεν εμφανίστηκε στην Ιστορία σαν νέα θρησκεία, αυτοπροσδιορίστηκε ως «εκκλησία». Η εκκλησία των πολιτών στους Έλληνες ήταν η πραγμάτωση και φανέρωση του «τρόπου» της «πόλεως», τρόπου «κατ’ αλήθειαν» ύπαρξης και συνύπαρξης. Το ίδιο και η εκκλησία των Χριστιανών.
Ο Χριστιανισμός δεν εμφανίστηκε στην Ιστορία σαν νέα θρησκεία, αυτοπροσδιορίστηκε ως «εκκλησία». Η εκκλησία των πολιτών στους Έλληνες ήταν η πραγμάτωση και φανέρωση του «τρόπου» της «πόλεως», τρόπου «κατ’ αλήθειαν» ύπαρξης και συνύπαρξης. Το ίδιο και η εκκλησία των Χριστιανών.
Μόνο
που στους Χριστιανούς ο «τρόπος» της αλήθειας δεν ήταν η νομοτελειακά δεδομένη
αναγκαιότητα λογικής αρμονίας και τάξης του σύμπαντος. Ήταν η ελευθερία της
σχέσης, η αγάπη: η ύπαρξη ελεύθερη από κάθε προκαθορισμό, κάθε αναγκαιότητα.
Η
ιστορική αφετηρία του χριστιανικού «τρόπου» απολύτως ρεαλιστική: «αυτό που
είδαμε με τα μάτια μας, αυτό που ακούσαμε με τα αφτιά μας και ψηλάφισαν τα χέρια
μας, αυτό μαρτυρούμε». Ένα ιστορικό πρόσωπο, σε ακριβέστατες χρονολογικές και
γεωγραφικές συντεταγμένες, πραγματώνει και φανερώνει τον «τρόπο» της υπαρκτικής
ελευθερίας.
Παραπέμπει
με την ύπαρξή του στην Αιτιώδη Αρχή της ύπαρξης: είναι ο ένσαρκος Λόγος της. Ευαγγελίζεται
ως Αιτιώδη Αρχή μιαν ενσυνείδητη «προσωπική» ελευθερία, η οποία υπάρχει επειδή
θέλει να υπάρχει, και θέλει να υπάρχει επειδή αγαπάει.
Στην
περίπτωση της Ελεύθερης Αυθυπαρξίας η αγάπη δεν είναι συμπεριφορά που απλώς
συνοδεύει την ύπαρξη, είναι ο «τρόπος» της ύπαρξης.
Ο Αίτιος της ύπαρξης «υποστασιάζει» την ύπαρξη του ως αγαπητική κοινωνία:
«γεννώντας» τον Υιό και «εκπορεύοντας» το Πνεύμα.
Δεν είναι η θεότητά του που τον κάνει ελεύθερα αυθύπαρκτο, είναι η πατρότητα.
Η θεότητα θα ήταν αναγκαστικός προκαθορισμός, η πατρότητα (αγάπη) είναι επιλογή του, η ελευθερία του.
Ο Αίτιος της ύπαρξης «υποστασιάζει» την ύπαρξη του ως αγαπητική κοινωνία:
«γεννώντας» τον Υιό και «εκπορεύοντας» το Πνεύμα.
Δεν είναι η θεότητά του που τον κάνει ελεύθερα αυθύπαρκτο, είναι η πατρότητα.
Η θεότητα θα ήταν αναγκαστικός προκαθορισμός, η πατρότητα (αγάπη) είναι επιλογή του, η ελευθερία του.
Ελεύθερος
από τη θεότητά του ο Θεός μπορεί να υπάρξει και ως άνθρωπος.
Τα Χριστούγεννα είναι Γιορτή, έκρηξη χαράς μέσα στους αιώνες, για όσους στο βρέφος της Βηθλεέμ βλέπουν την ελευθερία του μανικού έρωτα να γίνεται «νόημα» (αιτία και σκοπός) της ύπαρξης.
Τα Χριστούγεννα είναι Γιορτή, έκρηξη χαράς μέσα στους αιώνες, για όσους στο βρέφος της Βηθλεέμ βλέπουν την ελευθερία του μανικού έρωτα να γίνεται «νόημα» (αιτία και σκοπός) της ύπαρξης.
Στη
φάτνη ψηλαφούν τον Θεό ελεύθερον από τη θεότητά του και στην Ανάσταση τον άνθρωπο
ελεύθερον από την ανθρωπότητά του.
Με τον «τρόπο» του έρωτα, τον τριαδικό «τρόπο», χαρίζεται στον άνθρωπο των ποθητών το ακρότατο: Να υπάρχει, επειδή ελεύθερα θέλει να υπάρχει και να θέλει να υπάρχει, επειδή αγαπάει.
Με τον «τρόπο» του έρωτα, τον τριαδικό «τρόπο», χαρίζεται στον άνθρωπο των ποθητών το ακρότατο: Να υπάρχει, επειδή ελεύθερα θέλει να υπάρχει και να θέλει να υπάρχει, επειδή αγαπάει.
«Πού
εστιν η κόλασις η εκφοβούσα ημάς πολυμερώς και νικώσα την ευφροσύνην της αγάπης
αυτού; Και τι εστίν η γέεννα προς την χάριν της αναστάσεως αυτού; Η ανταπόδοσις
των αμαρτωλών οποία τις εστίν;
Αντί της ανταποδόσεως της δικαίας, αυτός ανάστασιν ανταποδίδει αυτοίς και τον πεσόντα εις τον άδην εγείρει αυτόν εν δόξη».
Αντί της ανταποδόσεως της δικαίας, αυτός ανάστασιν ανταποδίδει αυτοίς και τον πεσόντα εις τον άδην εγείρει αυτόν εν δόξη».
[2fA]
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου