Σάββατο 16 Ιανουαρίου 2016

"Μικρές κυψέλες συγκίνησης"





Ο κινηματογράφος σε μικρές, ενοριακές κυψέλες συγκίνησης

π. Βασίλειος Χριστοδούλου
- Από το  περιοδικό ΣΥΝΑΞΗ τχ 135, Ιούλιος-  Σεπτέμβριος 2015 -


[….]

Ο κινηματογράφος αυτού του επιπέδου, υπαρξιακός και ποιητικός, στοχαστικός μαζί και λογοτεχνικός, δεν αποτελεί ένα αντικείμενο θέαμα που το παρακολουθείς, είναι κατ’ εξοχήν μυητικός. Ζωντανεύει, και σε προσκαλεί σε μετοχή.
Σαν τη ζωή. Την διαμορφώνεις εσύ, δεν την δέχεσαι.

Διόλου τυχαίο, ότι πολλές από τις ταινίες αυτές δεν έχουν ορισμένο τέλος, έτοιμα δοσμένο από τον σκηνοθέτη, αλλά έξοδο σε μία πραγματικότητα που ο καθένας μας με τον δικό του τρόπο δημιουργεί.

Μεγάλο μάθημα για όλους τους συμμετέχοντες, να αντιδρούν στην παθητική θέαση, να «δραστηριοποιούνται» από την πρώτη σκηνή, να μην περιμένουν την εξέλιξη και το τέλος, αλλά να ζουν το παρόν της κάθε κινηματογραφικής στιγμής.[15]

Την ώρα που τα φώτα σβήνουν, αισθάνομαι ότι ο καθένας απομακρύνεται από τον διπλανό του και ξεκινά μια προσωπική, αυτόνομη σχέση με την ταινία. Μια από τις μεγαλύτερες, για μένα, γοητείες αυτού του εγχειρήματος, βρίσκεται στο τέλος, όταν με το άναμμα των φώτων, η προσωπική πορεία του καθενός συναντάται μ’ εκείνη των άλλων.

Είναι πραγματικά συγκλονιστικό να διαπιστώνεις, το πόσο ιδιαίτερα και μοναδικά θεάται το ίδιο γεγονός από τον κάθε ένα χωριστά.[16]
Άλλωστε η ποιμαντική αξία μιας τέτοιας προσπάθειας διαπιστώνεται στη συζήτηση που προκύπτει μετά την προβολή της ταινίας.

Πολλές φορές (για να μην πω τις περισσότερες) ο χρόνος συζήτησης είναι ο ίδιος μ’ αυτόν της ταινίας. Η ταινία δημιουργείται και πάλι, στη δική μας εκδοχή, μ’ εμάς σκηνοθέτες, τα βιώματα και τις σκέψεις μας ηθοποιούς.

Η εξέλιξη της συζήτησης φανερώνει και τις λογοτεχνικές αδυναμίες μας.
Η δυσκολία εντοπισμού μιας πραγματικότητας καλά κρυμμένης κάτω από την επιφάνεια, και ιδιαίτερα σε ταινίες αλληγορικές και σουρεαλιστικές, υπαρξιακές και αναγωγικές, αναδεικνύει την έλλειψη λογοτεχνικής παιδείας του νεοέλληνα.

Τα επίπεδα ανάγνωσης αυτών των ταινιών είναι πολλαπλά, και το μόνο σίγουρο είναι, πως η εξιστόρηση σε πρώτο πλάνο δεν εξαντλεί την ταινία, αλλά λειτουργεί ως πύλη εισόδου στα ενδότερα της.
Ο κινηματογράφος αυτός «διαβάζεται» με τον τρόπο που διαβάζεται η λογοτεχνία.


Ο ποιοτικός κινηματογράφος θέλει υπομονή να πας μέχρι το τέλος, ακριβώς σαν το καλό λογοτέχνημα. Θέλει κόπο και αφοσίωση, δεν είναι διασκεδαστικός.

Η καταιγιστική δράση, ο έντονος συναισθηματισμός, η ομαλή εξέλιξη της ιστορίας και το χαρούμενο και προσδοκώμενο απ’ όλους τέλος, τα κυρίαρχα αυτά στοιχεία του εμπορικού κινηματογράφου, σκεπάζουν καλά την απώλεια της ουσίας και της ποιότητας του, και σακατεύουν στην κυριολεξία την ευαισθησία και την διεισδυτική ματιά του ανθρώπου, φτιάχνοντάς τον χορτασμένο παρατηρητή.

Σε πολλές από τις ταινίες του ξεκινήματός μας πιστεύω ότι οι περισσότεροι θα είχαν φύγει από το πρώτο δεκάλεπτο αν δεν μ’ αγαπούσαν και δεν μ’ εμπιστεύονταν.
Σε παρόμοιες όμως, με τη δική μας προσπάθειες, τα κινηματογραφικά αριστουργήματα χρειάζονται την κατάθεση από μέρους των μετεχόντων μιας εμπιστοσύνης στο πρόσωπο που τα συστήνει και τα παρουσιάζει, ότι είναι πορεία που δεν θα σε βγάλει σε γκρεμό.

Γι’ αυτό και είναι απαραίτητο να γίνεται μια εισαγωγή στο ξεκίνημα της ταινίας, ώστε να δίνονται τα κατάλληλα εργαλεία για την αποκωδικοποίησή της, αλλά και μία υποψία του τοπίου της.

Ιδίως τον πρώτο καιρό, μετά την ταινία χρειάζονταν μια πρώτη τοποθέτηση δική μου, για να δοθεί ένας άξονας κατεύθυνσης στην κουβέντα και να μην σκορπιστεί η συζήτηση σε λεπτομέρειες ανωφελείς.
Μια τέτοια ειδική κινηματογραφική εκπαίδευση - ποιμαντική, ακονίζει τη ματιά, εγείρει την ευαισθησία, προκαλεί την υπομονή, οδηγεί τον άνθρωπο στην εγκατάλειψη του φθηνού και εύκολου.

Κλείνει η τηλεόραση.
Μπέργκμαν, Ταρκόφσκι, Κουροσάβα και Ντράγιερ μπορούν πλέον να συνομιλούν μαζί μας.

Αρκετές παρόμοιες προσπάθειες εξελίσσονται στα ενοριακά σπλάγχνα της Αρχιεπισκοπής, αλλά και άλλων Μητροπόλεων από παπάδες ποιητές και λογοτέχνες, φιλόμουσους και φιλότεχνους, φιλαναγνώστες και αναζητητές.

Με τον κινηματογράφο ως κοινή συνισταμένη πολλών τεχνών-συνιστωσών, μια δίωρη προβολή τέτοιας ταινίας εξελίσσεται τελικά σε εμπειρία ποιητική, μουσική, λογοτεχνική και φιλοσοφική.
Κτίζονται γέφυρες, δημιουργούνται αναχώματα ποιότητας στην πλημμυρίδα της ευτέλειας, η Εκκλησία αγκαλιάζει ξανά την σύγχρονη τέχνη.

Από τις ενοριακές αυτές χαραμάδες ξεχύνεται ένα μελτέμι ελπίδας, φυσώντας κατάστηθα του κόσμου...  



- Η μετατροπή του κειμένου σε μονοτονικό, έγινε για την διευκόλυνση φίλων ομογενών στο εξωτερικό.

- Το πρωτότυπο κείμενο, πλήρες και πολυτονικό, με τις παραπομπές και σημειώσεις του π. Βασίλειου, βρίσκεται στο: antifono

[2fA] 







Share

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου