π. Αἰμιλιανού τοῦ Σιμωνοπετρίτου
«Ἡ προσευχὴ τοῦ Ἁγίου Ὄρους χθὲς καὶ σήμερον» (απόσπασμα)
Ἡ
νοερὰ προσευχὴ εἶναι ἀδιάλειπτος ἐνέργεια τῶν ἀγγελικῶν ταγμάτων, ὁ ἄρτος, ἡ ζωὴ
καὶ ἡ γλῶσσα τῶν ἀΰλων αὐτῶν ὄντων, εἶναι ἔκφρασις τῆς ἀγάπης των πρὸς τὸν
Θεόν.
Οὕτω
καὶ οἱ μοναχοί, ἐν σαρκὶ μιμούμενοι καὶ ἀγωνιζόμενοι, βιοῦν τὴν ἀγγελικὴν
πολιτείαν, ζωπυροῦν τὸν θεϊκὸν αὐτῶν ἔρωτα διὰ τῆς ἀδιαλείπτου νοερᾶς προσευχῆς.
Τὴν
προσευχὴν τοῦ Ἁγίου Ὄρους ποιὸς δὲν τὴν γνωρίζει;
Ἀποτελεῖται
ἀπὸ μίαν φράσιν μικρᾶν, ἀπὸ μετρημένας τὰς λέξεις.
- Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησόν με τὸν ἁμαρτωλόν -
Μὲ τὴν
βοερᾶν κραυγὴν «Κύριε», δοξολογοῦμεν τὸν Θεόν, τὴν ἔνδοξον μεγαλειότητά Του, τὸν
βασιλέα τοῦ Ἰσραήλ, τὸν δημιουργόν της ὁρατῆς καὶ ἀοράτου κτίσεως, ὃν φρίττουσι
τὰ Σεραφεὶμ καὶ τὰ Χερουβείμ.
Μὲ τὴν
γλυκυτάτην ἐπίκλησιν καὶ πρόσκλησιν «Ἰησοῦ», μαρτυροῦμεν, ὅτι εἶναι παρὼν ὁ
Χριστός, ὁ σωτὴρ ἡμῶν, καὶ εὐγνωμόνως τὸν εὐχαριστοῦμεν, διότι μας ἡτοίμασε ζωὴν
αἰώνιον.
Μὲ τὴν
τρίτην λέξιν «Χριστέ», θεολογοῦμεν, ὁμολογοῦντες ὅτι ὁ Χριστὸς εἶναι αὐτὸς ὁ Υἱὸς
τοῦ Θεοῦ καὶ Θεός. Δὲν μᾶς ἔσωσε κάποιος ἄνθρωπος, οὔτε ἄγγελος, ἀλλὰ ὁ Ἰησοῦς
Χριστός, ὁ ἀληθινὸς Θεός.
Ἐν
συνέχειᾳ, μὲ τὴν ἐνδόμυχον αἴτησιν «ἐλέησόν με», προσκυνοῦμεν καὶ παρακαλοῦμεν
νὰ γίνῃ ἴλεως ὁ Θεός, ἐκπληρῶν τὰ σωτήρια αἰτήματά μας, τοὺς πόθους καὶ τὰς ἀνάγκας
τῶν καρδιῶν μας.
Καὶ ἐκεῖνο τὸ «με», τί εὖρος ἔχει!
Δὲν
εἶναι μόνον ὁ ἑαυτός μου, εἶναι πάντες οἱ πολιτογραφηθέντες εἰς τὸ κράτος τοῦ
Χριστοῦ, εἰς τὴν ἁγίαν Ἐκκλησίαν, εἶναι ὅλοι αὐτοὶ ποὺ ἀποτελοῦν μέλος τοῦ ἰδικοῦ
μου σώματος.
Καί διὰ νὰ εἶναι πληρεστάτη ἡ προσευχή μας, κατακλείομεν μὲ τὴν λέξιν «τὸν ἁμαρτωλόν»,
ἐξομολογούμενοι - πάντες γὰρ ἁμαρτωλοί ἐσμεν - καθὼς ἐξωμολογοῦντο καὶ ὅλοι οἱ Ἅγιοι
καὶ ἐγίνοντο διὰ ταύτης τῆς φωνῆς υἱοὶ φωτὸς καὶ ἡμέρας.
Ἐξ αὐτῶν
ἀντιλαμβανόμεθα, ὅτι ἡ εὐχὴ ἐμπεριέχει δοξολογίαν και εὐχαριστίαν, θεολογίαν,
παράκλησιν καὶ ἐξομολόγησιν.
[2φΑ]
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου