Κωστής Παλαμάς - Τό καλοκαίρι
Ὁ κόσμος λάμπει σὰν ἕνα ἀστέρι,
βουνὰ καὶ κάμποι, δένδρα, νερά,
γιορτάζουν πάλι, καθὼς προβάλει
τὸ καλοκαίρι. - Θεοῦ χαρά!
Φωνοῦλες γέλια φέρνει τ᾿ ἀγέρι
μέσ᾿ ἀπ᾿ τ᾿ ἀμπέλια τὰ καρπερά.
Παιδιὰ ἀγγελούδια ψέλνουν τραγούδια
στὸ καλοκαίρι. - Θεοῦ χαρά!
μέσ᾿ ἀπ᾿ τ᾿ ἀμπέλια τὰ καρπερά.
Παιδιὰ ἀγγελούδια ψέλνουν τραγούδια
στὸ καλοκαίρι. - Θεοῦ χαρά!
Τὴν ὥρα τούτη σκορπᾶ ἕνα χέρι
χάδια καὶ πλούτη, κι ἡ γῆ φορᾶ,
σὰν μιὰ πορφύρα. Ζωῆς πλημμύρα
τὸ καλοκαίρι. - Θεοῦ χαρά!
χάδια καὶ πλούτη, κι ἡ γῆ φορᾶ,
σὰν μιὰ πορφύρα. Ζωῆς πλημμύρα
τὸ καλοκαίρι. - Θεοῦ χαρά!
Ἡ φύσις πέρα ὦ νέοι καὶ γέροι,
σὰ μιὰ μητέρα μᾶς καρτερᾶ.
Ἡ φύσις ὅλη σὰν περιβόλι
τὸ καλοκαίρι. - Θεοῦ χαρά!
σὰ μιὰ μητέρα μᾶς καρτερᾶ.
Ἡ φύσις ὅλη σὰν περιβόλι
τὸ καλοκαίρι. - Θεοῦ χαρά!
- Στις 26 Ιουνίου 1888, στην πρώτη σελίδα της εφημερίδας
"Το Άστυ"
δημοσιεύτηκε ένα ποίημα για το καλοκαίρι, που έφερε την υπογραφή
"Φλώρα Μυράμπελη".
Πίσω από το γυναικείο αυτό ψευδώνυμο κρυβόταν ο Κωστής Παλαμάς.
Το συγκεκριμένο ποίημα, ανήκει στην πρώιμη, ρομαντική και λιγότερο
καταξιωμένη φάση του ποιητή.
δημοσιεύτηκε ένα ποίημα για το καλοκαίρι, που έφερε την υπογραφή
"Φλώρα Μυράμπελη".
Πίσω από το γυναικείο αυτό ψευδώνυμο κρυβόταν ο Κωστής Παλαμάς.
Το συγκεκριμένο ποίημα, ανήκει στην πρώιμη, ρομαντική και λιγότερο
καταξιωμένη φάση του ποιητή.
Κωστής Παλαμάς - ΤΟ
ΚΑΛΟΚΑΙΡΙ
Στου λαμπρού Καλοκαιριού την απλωμένη λαύρα
Καίει τα διάφανα φτερά η παιγνιδιάρα Αύρα.
Ο τζίτζικας παραλαλεί κρυμμένος μες στα φύλλα
Είναι τα ρόδα λιγοστά και περισσά τα μήλα.
Καίει τα διάφανα φτερά η παιγνιδιάρα Αύρα.
Ο τζίτζικας παραλαλεί κρυμμένος μες στα φύλλα
Είναι τα ρόδα λιγοστά και περισσά τα μήλα.
Όλη την κτίση σκλάβα του τραβά το Καλοκαίρι.
Εγγίζει και τον άνθρωπο με το βαρύ του χέρι,
Κι ο άνθρωπος αλλάζει ευθύς και δίχως να το νιώθει,
Ξυπνούν μέσα του παλιοί και ξεχασμένοι πόθοι!
Εγγίζει και τον άνθρωπο με το βαρύ του χέρι,
Κι ο άνθρωπος αλλάζει ευθύς και δίχως να το νιώθει,
Ξυπνούν μέσα του παλιοί και ξεχασμένοι πόθοι!
Καημός πανάρχαιου καιρού - τον σέρνει σα μαγνήτης,
Που ήταν παιδί της φύσεως και βασιλιάς μαζί της,
Παρθένος, δεν εγνώριζε στα δάση τα παρθένα
Τις χώρες πολυθόρυβες, τα σπίτια μολυσμένα.
Που ήταν παιδί της φύσεως και βασιλιάς μαζί της,
Παρθένος, δεν εγνώριζε στα δάση τα παρθένα
Τις χώρες πολυθόρυβες, τα σπίτια μολυσμένα.
Και σα να θέλει στον καιρό εκείνο να γυρίσει,
Ξεφεύγει απ' την οχλοβοή, την πόλη, και τη φθίση,
Και με χαρά παράξενη, με παιδιακίσια γέλια,
Κρύβεται μες στη μοναξιά, σκορπίζεται στ' αμπέλια.
Ξεφεύγει απ' την οχλοβοή, την πόλη, και τη φθίση,
Και με χαρά παράξενη, με παιδιακίσια γέλια,
Κρύβεται μες στη μοναξιά, σκορπίζεται στ' αμπέλια.
Ο πόθος της παλιάς ζωής - τον σέρνει σα μαγνήτης,
Που ήταν παιδί της φύσεως και βασιλιάς μαζί της,
Δροσίζεται στις γαλανές ακρογιαλιές, και κάτου
Από τα δέντρα τα ιερά ξανοίγετ' η καρδιά του.
Που ήταν παιδί της φύσεως και βασιλιάς μαζί της,
Δροσίζεται στις γαλανές ακρογιαλιές, και κάτου
Από τα δέντρα τα ιερά ξανοίγετ' η καρδιά του.
Και κλει και παίρνει μέσα του, χορταίνει όλη την πλάση,
Ψηλά βουνά, βαθιά νερά, πρασινισμένα δάση,
Τον κάμπο με τα στάχια του, τη νύχτα με τ' αστέρια,
Όλ' απ' τον ήλιο τον χρυσό ως τ' άσπρα περιστέρια.
Ψηλά βουνά, βαθιά νερά, πρασινισμένα δάση,
Τον κάμπο με τα στάχια του, τη νύχτα με τ' αστέρια,
Όλ' απ' τον ήλιο τον χρυσό ως τ' άσπρα περιστέρια.
Χαίρεται τους καρπούς χλωρούς, και το νεράκι κρύο,
Κι ο Ύπνος ο πονετικός κι ο Έρως το θηρίο
Σφικτά καθένας τον κρατεί στη δυνατή του αγκάλη,
νιoς γίνεται σάτυρος κι η νια νεράιδα πάλι!
Κι ο Ύπνος ο πονετικός κι ο Έρως το θηρίο
Σφικτά καθένας τον κρατεί στη δυνατή του αγκάλη,
νιoς γίνεται σάτυρος κι η νια νεράιδα πάλι!
[2fA]
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου